Τρίτη 25 Ιουνίου 2019

Εκκλησία. Ορθοπραξία. Αίρεση. Αποτείχιση. Πότε επιτρέπεται. Ποιοί Άγιοι την πραγματοποίησαν


1. Eκκλησία και αίρεση

Εκκλησία, κατά τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας. Κεφαλή του Σώματός Της είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Κάθε χριστιανός δια του Αγίου Βαπτίσματος γίνεται μέλος της Εκκλησίας. Δια της Θείας Ευχαριστίας, γίνεται ένα σώμα με τον Χριστό και κοινωνεί με την άκτιστη Θεία Χάρη. Ο χριστιανός δια των Αγίων Μυστηρίων και των αρετών, κατά το μέτρο της πίστεώς του και της εν Χριστώ ζωής του εντός της Εκκλησίας καθαρίζεται, φωτίζεται, θεώνεται λόγω της ενανθρώπησης του Θεού Λόγου.
Αίρεση, κατά τον Όσιο Ιερώνυμο, είναι μια πλανεμένη αναζήτηση της αλήθειας, αμάρτημα του πνεύματος, διαστροφή της πραγματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας.
Αιρετικός είναι ο ξένος προς τον Θεό*. Για τον όσιο, ο αιρετικός δεν είναι μόνο παίγνιο του διαβόλου και των αντιθέτων δυνάμεων αλλά και συνεργάτης του. Χαρακτηριστικά του αιρετικού είναι η αλαζονεία του νου, η πλεονεξία, η ακολασία, η υποκρισία και η επιμονή στο λάθος.
Αίρεση, κατά τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, είναι ετεροδιδασκαλία, απόκλιση από την διδασκαλία των προφητών, των αποστόλων, των πατέρων, από τις αποφάσεις των οικουμενικών και τοπικών συνόδων και διαφοροποίηση απ’ τις προϋποθέσεις του ορθόδοξου δόγματος.
Αιρετικός είναι εκείνος που δεν συμφωνεί με την διδασκαλία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού όπως την δίδαξαν οι άγιοι απόστολοι και οι άγιοι πατέρες και όπως την ερμήνευσαν οι οικουμενικές σύνοδοι εν Πνεύματι Αγίω.
Η Εκκλησία τους αιρετικούς τους καθιστά ακοινώνητους, τους χωρίζει από το σώμα του Χριστού με βάση τα αναθέματα, τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Ανάθεμα σημαίνει χωρισμός. Οι αναθεματιζόμενοι δεν ανήκουν στο σώμα του Χριστού και γι αυτό εκφωνείται «πάσι τοις αιρετικοίς ανάθεμα».

*Κατά τον Άγιο Ιωάννη Σιναΐτη, στον πρώτο λόγο για την αποταγή του μάταιου βίου, φίλοι του Θεού είναι αυτοί που εκτελούν το πανάγιο θέλημά Του ακούραστα και χωρίς παραλείψεις, αχρείοι δούλοι όσοι αξιώθηκαν να λάβουν Άγιο Βάπτισμα όμως δεν φύλαξαν γνήσια τις υποσχέσεις τους προς τον Θεό, ξένοι και εχθροί του Θεού οι αβάπτιστοι και μη έχοντες ορθή πίστη και αντίπαλοι Του αυτοί που απέρριψαν το θέλημα του Θεού και πολεμούν με πάθος αυτούς που το τηρούν.
«Σωτηρία εκτός Εκκλησίας δεν υφίσταται»
Άγιος Κυπριανός Καρχηδόνας

2. Είμαστε σε καιρό αιρέσεως;
Eδώ και έναν περίπου αιώνα, γίνεται προσπάθεια άλωσης της Ορθοδοξίας και αποκοπής των ορθοδόξων από την Αλήθεια όπως τη βίωσαν οι Πατέρες, όπως την εξέφρασαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι,όπως την περιχαράκωσαν οι Ιεροί Κανόνες και την διέσωσε η Ιερή Παράδοση.

-Το 1920, το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέδωσε Συνοδική Εγκύκλιο προς τις απανταχού «εκκλησίες» του Χριστού, με την οποία δήλωσε ότι η προσέγγιση και κοινωνία των διαφόρων χριστιανικών «εκκλησιών» είναι αναγκαία και χρήσιμη στην παρασκευή και διευκόλυνση της πλήρους «ευλογημένης ενώσεως» και ότι επιβάλλεται η αναζωπύρωση της αγάπης μεταξύ των «εκκλησιών» οι οποίες είναι συγκληρονόμοι της επαγγελίας του Θεού (δηλ. ένωση των αιρέσεων με την ορθοδοξία). Πρότεινε λοιπόν την παραδοχή ενιαίου ημερολογίου ώστε να επιτευχθεί ο ταυτόχρονος εορτασμός των μεγάλων χριστιανικών εορτών με τους αιρετικούς, συσχέτιση των αντιπροσώπων των διαφόρων «εκκλησιών», επικοινωνία των θεολόγων και των θεολογικών σχολών, κοινά συνέδρια και άλλους τρόπους προσέγγισης (αντί να ελέγχουμε τους αιρετικούς για τις πλάνες τους πρέπει να προσπαθούμε να βρούμε σημεία που μας ενώνουν ώστε να βαδίζουμε με βάση την αγάπη και όχι την αλήθεια).
-Το 1948, η Εκκλησία της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως υπήρξαν ιδρυτικά μέλη του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ), μιας οικουμενιστικής οργάνωσης που αποτελείται από 348 «εκκλησίες» με σκοπό την προώθηση της χριστιανικής ενότητας βασιζόμενης στα σημεία συμφωνίας και όχι διαφωνίας των μελών.
-Το 1965 γίνεται η «άρση» των αναθεμάτων ή «άρση ακοινωνησίας» κατά το ξενόγλωσσο κείμενο, που οδηγεί στην ένωση των εκκλησιών. (Ερωτ.: Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος που επέβαλε τα αναθέματα και αναθεματίζει όλες τις αιρέσεις και τους αρχηγούς των αιρέσεων έκανε λάθος;)
-Το 1990-1991, στο Σαμπεζύ, αναγνωρίζονται οι μονοφυσίτες ως εκκλησία.(Ερωτ.: Οι Δ΄ και Ε΄ Οικουμενικές Σύνοδοι έκαναν λάθος;)
-Το 1993, στο Μπάλαμαντ του Λιβάνου, αναγνωρίζονται τα μυστήρια των Λατίνων ως έγκυρα (Ερωτ.: Οι Η΄ και Θ’ με οικουμενικό κύρος Σύνοδοι του Αγίου Φωτίου και του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά έκαναν λάθος;)
-Ο Oικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος στην προσφώνησή του προς τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, 24/5/2014, δήλωσε ότι δεν πιστεύει «εις Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» αφού αυτή είναι διεσπαρμένη και διηρημένη σε κατά τόπους εκκλησίες οι οποίες είναι ταμιούχοι χάριτος ( Συνεπώς το Σύμβολο της Πίστεως κάνει λάθος καθώς και οι δύο πρώτες Οικουμενικές Σύνοδοι οι οποίες το διατύπωσαν;).
o Πιστεύει, ο φερόμενος ως Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, όπως δήλωσε στη Γενεύη το 1995, ότι όλες οι θρησκείες είναι οδοί σωτηρίας διαφωνώντας με τον ίδιο τον Κύριό μας Ιησού Χριστό που ενσαρκώθηκε και σταυρώθηκε για να μας διδάξει πως Αυτός είναι η μόνη Οδός της σωτηρίας.
o Στην 6η Παγκόσμια Συνάντηση Θρησκείας και Ειρήνης, 4/11/94, δήλωσε (ο κ. Βαρθολομαίος) ότι οι θρησκευτικοί ηγέτες πρέπει να φέρουν τον οικουμενισμό, την αδελφοσύνη και την ειρήνη ενωμένοι στο πνεύμα ενός θεού: ρωμαιοκαθολικοί, ορθόδοξοι, προτεστάντες, εβραίοι, μουσουλμάνοι, ινδοί, βουδιστές...
o Πιστεύει ότι το κοράνιο είναι άγιο, 13/1/2002.
o Ονομάζει ευλογημένη την συναγωγή των εβραίων διαφωνώντας με τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο που την αποκαλεί χώρο δαιμονίων όπου συνάζονται οι σταυρωτές του Χριστού και οι θεομάχοι.
o Πιστεύει πως η παπική «εκκλησία» είναι κανονική και ο πάπας είναι κανονικός επίσκοπος.
o Αναγνωρίζει τις χειροτονίες των αγγλικανών, το βάπτισμα των λουθηρανών και των προτεσταντών.
o Πιστεύει και κηρύττει ότι οι εντολές του Θεού είναι προσωρινές.
o Ονομάζει τους Άγιους Πατέρες της Εκκλησίας «ατυχή θύματα του αρχέκακου όφεως».
o Ονομάζει τους Ιερούς Κανόνες «τείχη του αίσχους».
o Πιστεύει και κηρύττει την βασική αρχή της μασονίας «καθένας να λατρεύει τον Θεό που προτιμά».
o Το 1993 προέβη σε άρση των αναθεμάτων των μονοφυσιτών ονομάζοντας τα αναθέματα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου προς αυτούς «παρεξηγήσεις του παρελθόντος».
o Συμπροσεύχεται με θρησκευτικούς ηγέτες (αιρετικούς) αντίθετα με τον 45ο και τον 65ο Αποστολικό Κανόνα, τον 6ο, 32ο και 33ο της εν Λαοδικεία Συνόδου (το 2014 ο πάπας απήγγειλε το «Πάτερ ημών» στο Φανάρι).
Με την Σύνοδο της Κρήτης (Ιούνιος 2016) νομιμοποιήθηκε συνοδικά ο Οικουμενισμός αναγνωρίζοντας ως «εκκλησίες» τις ετερόδοξες ομολογίες-αιρέσεις, επικυρώθηκε το σύνολο των αποφάσεων του συμβουλίου «Πίστις και Τάξις» του ΠΣΕ (Παγκόσμιου Συμβούλιου των εκκλησιών), έγιναν αποδεκτοί οι μεικτοί γάμοι (αντίθετα με τον 72ο κανόνα της πενθέκτης συνόδου 692) και η κατάλυση της νηστείας.
Μετά την σύνοδο στην Κρήτη, είμαστε, και τυπικά, σε καιρό αιρέσεως
«Αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν
παρ' ό ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω»
( προς Γαλάτας α΄,8)

3. Οικουμενισμός
Ο Οικουμενισμός κινείται σε δύο επίπεδα, στον διαχριστιανικό και στον διαθρησκειακό.
Ο διαχριστιανικός Οικουμενισμός προωθεί την ένωση των χριστιανικών θρησκειών-αιρέσεων με την Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρώντας τις δογματικές διαφορές «τυπικές παραδόσεις» που πρέπει να παρακάμπτονται για το καλό της ενότητας της Εκκλησίας (νομιμοποίηση εκκλησιών-αιρέσεων στη Σύνοδο της Κρήτης).
Ο διαθρησκειακός Οικουμενισμός προωθεί την ένωση μεταξύ όλων των θρησκειών, δηλαδή την λεγόμενη πανθρησκεία προβάλλοντας τα κοινά θεολογικά σημεία ώστε να επιτευχθεί η θρησκευτική ενότητα της οικουμένης (δηλώσεις πατριάρχου περί «αγίου» κορανίου, «ευλογημένης» συναγωγής εβραίων... ).
Ο Οικουμενισμός νομιμοποιεί όλες τις αιρέσεις ως «εκκλησίες» προσβάλλοντας το Δόγμα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Θεωρεί πως οι αιρέσεις-»εκκλησίες» είναι μέρη, κομμάτια της Εκκλησίας (όπως και η Ορθοδοξία) και ότι όλες μαζί αποτελούν την Εκκλησία. 
Η Εκκλησία δεν είναι δυνατόν να διαιρεθεί. Είναι μία και μοναδική διότι είναι το Σώμα του ενός και μοναδικού Χριστού.
Εκ της αδιαιρέτου Εκκλησίας του Χριστού, απεσχίσθηκαν και απεκόπηκαν οι αιρετικοί και σχισματικοί οι οποίοι έπαυσαν να είναι μέλη του Σώματός της.
Οι οικουμενιστές παρερμηνεύουν το χωρίο από την προσευχή του Κυρίου «ίνα ώσιν εν» (κατά Ιωάννη,κεφ.ιζ΄ στ.11) νομίζοντας ότι ο Κύριος προσεύχεται για ένωση διηρημένων εκκλησιών-ομολογιών-αιρέσεων. Ο Χριστός, όμως, αναφέρεται στην ενότητα των Αποστόλων κατά την θεωρία της Δόξης του Θεού την ημέρα της Πεντηκοστής (αυτή την ημέρα έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού). Το Άγιο Πνεύμα, στο Θεανθρώπινο Σώμα της Εκκλησίας, ενώνει από τότε όλους τους βαπτισμένους πιστούς που αποτελούν το Σώμα της Εκκλησίας. Η ενότητα γίνεται με βάση την πίστη. Με βάση την κοινή πίστη στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια των Αγίων Μυστηρίων, ελπίζουμε στην ένωσή μας με τον Χριστό. Οι οικουμενιστές στο όνομα της ενότητας, της αγάπης, της αδελφοσύνης προσπαθούν να επιτύχουν την θρησκευτική ενοποίηση, ένα μείγμα ετερόκλητων πίστεων.
«Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» λέγει ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός (κατά Ιωάννη κεφ. ιδ, στ. 6). Εγώ είμαι η μοναδική οδός σωτηρίας, μας λέει. Ο Οικουμενισμός, η μεγαλύτερη αίρεση στην ιστορία της εκκλησίας, αναγνωρίζει στις αιρέσεις συμμετοχή στο σωτηριολογικό έργο του Θεού ,δηλαδή διδάσκει ότι μπορούμε να σωθούμε και μέσω των άλλων θρησκειών. Τότε για ποιό λόγο ήλθε ο Κύριός μας στη Γη και υπέμεινε την Σταύρωση; Για ποιό λόγο μαρτύρησαν οι Άγιοι, ομολόγησαν την πίστη τους οι Άγιοι Ομολογητές, οι Άγιοι Πατέρες πολέμησαν τις αιρέσεις;
Ο χριστιανός εκφράζει την αγάπη του στον συνάνθρωπο όταν του δείχνει τον δρόμο προς την σωτηρία γιατί ενδιαφέρεται πραγματικά να σωθεί έστω και μία ψυχή. Εμείς, που γνωρίζουμε αυτόν τον δρόμο, είμαστε έτοιμοι να Τον ξεχάσουμε και να απαρνηθούμε τον Κύριό μας, στα πλαίσια μιας εκκοσμικευμένης αγάπης (η οποία δεν βασίζεται σε κοινή πίστη);
Αναγνωρίστηκαν οι αιρέσεις ως εκκλησίες. Συνυπάρχουν εξισωμένες κάτω απο την ομπρέλα του Οικουμενισμού (γι’ αυτό και ο Οικουμενισμός ονομάστηκε παναίρεση απ τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς καθώς περικλείει όλες τις αιρέσεις που απομάκρυναν τον άνθρωπο απ' τον Θεάνθρωπο). Ο Οικουμενισμός, κατεγνωσμένη αίρεση από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, αλλοιώνει την Πίστη μας, αμβλύνει το ορθόδοξο φρόνημά μας, ενσωματώνει θεολογικά και εκκλησιολογικά στοιχεία που έχουν απορριφθεί απ την Ορθοδοξία (αλώνει την Ορθοδοξία) καθώς εστιάζει στα σημεία συμφωνίας των μελών του Οικουμενισμού και όχι σε αυτά που διαφέρουν. Θα τον δεχθούμε; Θα δεχθούμε την παναίρεση;

«Πίστη είναι να πεθάνει κάποιος για τον Χριστό και την τήρηση των εντολών Αυτού και να έχει τον θάνατο αυτό ως ζωή» (Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος).

4. Ορθοδοξία και ορθοπραξία
Είμαστε σε καιρό αιρέσεως. Της παναιρέσεως του Οικουμενισμού.
Σήμερα η Ορθοδοξία δεν διώκεται μόνο από έξω, αλλά και από το εσωτερικό της.
Στη Σύνοδο της Κρήτης, 10 προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών συνυπέγραψαν τα τελικά κείμενα. Μεταξύ αυτών, ο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος και 23 ιεράρχες.
Για την ενημέρωση του κλήρου και του λαού για τις αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενέκρινε το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο φυλλάδιο «Προς τον λαό» συμμετέχοντας έτσι στην παραπλάνησή του.
Οι περισσότεροι ιερείς, διάβασαν το κείμενο στον ναό που λειτουργούν συμμετέχοντας και αυτοί στην νάρκωση του ακατήχητου (εσκεμμένα) ποιμνίου και στην εδραίωση της αίρεσης.
Το Άγιο Όρος, στην καλύτερη περίπτωση, σιωπά ενόχως και στην χειρότερη εκδιώκει τους ορθώς φρονούντας μοναχούς αρνούμενο να υπηρετήσει το έργο του, την διαφύλαξη δηλαδή της Πίστεώς μας.
Ο Οικουμενισμός έχει καταδυναστεύσει τις Θεολογικές Σχολές και εισχωρεί πλέον και στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Ενημέρωση του λαού δεν υπάρχει. Οι πιστοί είναι ακατάρτιστοι και αδίδακτοι στα δογματικά θέματα.
Κάποια μεμονωμένα μέλη του κλήρου και του μοναχισμού, στην προσπάθειά τους να δηλώσουν και να ομολογήσουν την Ορθόδοξη Πίστη, τιμωρούνται και εκδιώκονται. Ακόμη και αυτοί εκ των κληρικών και μοναχών που αντιλαμβάνονται την κατάσταση, σιωπούν φοβούμενοι τις επιπτώσεις.
Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες (μέσω των μέσων μαζικής επικοινωνίας) συμπροσευχών με τους ετερόδοξους-αιρετικούς, όπως και της διακοινωνίας μαζί τους. Βλέπουμε επίσης την αναγνώριση των «μυστηρίων» τους, την αποδοχή της “ιεροσύνης”» τους. 
(Ερώτ.: Μπορεί να είναι σωτήρια και ζωοποιά τα μυστήρια εκτός Εκκλησίας;Yπάρχει Χάρις σ’αυτά; 
Απάντηση. «Οι αιρετικοί μήτε εκκλησία είναι μήτε θυσιαστήριο έχουν, μήτε Άγιο Πνεύμα» Κανόνας Ιερομάρτυρος Κυπριανού της Συνόδου Καρχηδόνος).

Η δίωξη των ορθοδόξων μοναχών από το Άγιο Όρος, η δίωξη των ορθοδόξων κληρικών αποσιωπήθηκε σε αντίθεση με τις εκδηλώσεις αγάπης, ενότητας, φιλίας και συνεργασίας με τους αιρετικούς οι οποίες ανακοινώνονται πανηγυρικά στο ποίμνιο ώστε να τις συνηθίζει και να μην αντιδρά σ' αυτές. Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης και οι λοιποί πατέρες, συνεπείς στο γράμμα και το πνεύμα των γραφών της Ορθόδοξης Παράδοσης, όταν προχωρούσαν σε διάλογο με τους αιρετικούς, τους έλεγχαν για την πλάνη τους, καθόριζαν με σαφήνεια τις ορθόδοξες θέσεις, περιχαράκωναν την αλήθεια και συμπεριφέρονταν σε εκείνους ως αποστάτες του Χριστού και αποκομμένους απ' την Εκκλησία. Σήμερα συζητούμε χωρίς να διακρίνουμε διάθεση μετανοίας στους άλλους με αποτέλεσμα να βλάπτουμε το ορθόδοξο ποίμνιο που πρέπει να κρατά την Αλήθεια και να το απομακρύνουμε από το Χριστό, τους Αγίους και την Παράδοση.

Κύριο μέλημά μας πρέπει να είναι η σωτηρία των ψυχών μας.
Ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς (+1966) μας προειδοποιεί: «στα έσχατα χρόνια το κακό και η αίρεση θα έχει εξαπλωθεί τόσο πολύ που οι πιστοί δεν θα βρίσκουν ιερέα και ποιμένα να τους προστατέψει από τις πλάνες και να τους οδηγήσει στην πολυπόθητη σωτηρία. 
Τότε οι πιστοί δεν θα μπορούν να δεχθούν ασφαλείς οδηγίες από ανθρώπους αλλά οδηγός τους θα είναι τα κείμενα των Αγίων Πατέρων. Σ 'αυτή την εποχή ο κάθε πιστός θα είναι υπεύθυνος για όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας. Αδελφοί, καιρός ν' αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας απέναντι στον Θεό και την Ιστορία. Μην ανέχεστε άλλες λοξοδρομίες και πλάνες απ' τους αρχιερείς και τους ιερείς σας. Μην κάνετε τα στραβά μάτια, είστε συνυπεύθυνοι».

Η μεθοδευμένη και καλά σχεδιασμένη εξάπλωση της αιρέσεως άμβλυνε τα αισθητήρια των πιστών και διευκόλυνε την εγκατάστασή και ενθρόνιση της.
Πώς θα περιχαρακωθεί και θα οριοθετηθεί η Ορθόδοξη Πίστη ώστε να προφυλαχθούν οι πιστοί από την πλάνη των αιρετικών; Οι σημερινοί ορθόδοξοι έχουν άγνοια σχετικά με την στάση των Πατέρων απέναντι στους αιρετικούς, όπως και με την ευθύνη των κληρικών και των λαϊκών σε καιρό αιρέσεως. Υπακούοντας στα λόγια του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, πρέπει να τηρήσουμε όσα μας δίδαξαν με λόγια και έργα οι Άγιοι Πατέρες μας κι όσα προβλέπονται από τις Ιερές Συνόδους και τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας.

Ορθοδοξία σημαίνει και ορθοπραξία.
Οι άγιοι πατέρες, διαχρονικά, έκαναν πράξη τα όσα ορίζει ο ΙΕ΄ κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Ο κανόνας αυτός μας λέει το εξής εξαιρετικά σημαντικό. 
Όσοι χωρίζονται πριν από συνοδική απόφαση από επίσκοπο που κηρύττει δημόσια και γυμνή τη κεφαλή κατεγνωσμένη αίρεση και δεν τον μνημονεύουν στην Θεία Λειτουργία, δεν επιφέρουν σχίσμα, διότι χωρίζονται από ψευδοδιδάσκαλο. Όχι μόνο δεν αποκόπτονται από την Εκκλησία αλλά είναι και γνήσια μέλη της και άξιοι τιμής από αυτήν διότι την προφυλάσσουν από σχίσματα.
Σύμφωνα λοιπόν με τον κανόνα αυτό, επιβάλλεται απομάκρυνση από αιρετικώς φρονούντες ποιμένες ώστε να διατηρηθεί ακέραιη η ενότητα της Πίστεως.

Τί σημαίνει αποτείχιση;
Αποτείχιση είναι η απομάκρυνση (χωρισμός) από κάτι νόθο, επιβλαβές και ξένο προς την υγιή Πίστη της Εκκλησίας. Είναι το τείχος που σηκώνει ο πιστός ώστε να περιφρουρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και να προφυλαχθεί ο ίδιος από την πλάνη των αιρετικών παραμένοντας μέσα στην διαχρονική αποστολική Εκκλησία και ταυτόχρονα το μέσο πίεσης που χρησιμοποιεί ώστε να δρομολογηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τους αιρετικούς. 
Η αποτείχιση επιτελείται δια της διακοπής μνημονεύσεως του αιρετικού επισκόπου (δεν είναι δυνατόν ο αιρετικός επίσκοπος να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας) και της διακοπής κάθε εκκλησιαστικής κοινωνίας και επικοινωνίας μαζί του. Είναι, τέλος, η αποτείχιση η ενδεδειγμένη και υγιής συμπεριφορά του πιστού σε καιρό αιρέσεως ώστε να αποφευχθεί η εγκατάσταση της αίρεσης. Γι αυτόν τον λόγο, όσοι προχώρησαν σε αποτείχιση είναι άξιοι τιμής και επαίνου. 

Πότε επιτρέπεται η αποτείχιση;
Σε περιπτώσεις προσωπικών αμαρτιών των επισκόπων, οι ΙΓ΄, ΙΔ΄και ΙΕ΄Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την απόσχιση δια της διακοπής της μνημονεύσεως προ συνοδικής κρίσης και όσοι προχωρούν σε αποτείχιση θεωρούνται υπεύθυνοι σχίσματος. Επιβάλλεται η αποτείχιση, σε περιπτώσεις αιρετικώς φρονούντων επισκόπων ώστε εκείνος που αιρετικά φρονεί και κηρύττει να αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού, ενώ αυτός που κάνει αποτείχιση να παραμένει ενσωματωμένος δια της αληθινής πίστης στην Εκκλησία.

Τί σημαίνει κατεγνωσμένη αίρεση;
Κατεγνωσμένη σημαίνει γνωστή αίρεση η οποία έχει καταδικασθεί από Σύνοδο ή από Αγίους της Εκκλησίας. Ο Οικουμενισμός περικλείει αιρέσεις οι οποίες ήδη έχουν καταδικασθεί από Συνόδους και είναι αίρεση κατεγνωσμένη και από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς. Ο Οικουμενισμός είναι γνωστικισμός,ο οποίος υφίσταται από τον 1ο μ.Χ. αιώνα και έχει καταδικαστεί π.χ. από την 6η Οικουμενική Σύνοδο (καταδίκη Παυλικιανών).
Οι Άγιοι Πατέρες που συμμετείχαν στην Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 879-880 διακήρυξαν με παρρησία ότι κάθε παρέμβαση στα παραδοθέντα από τις προηγούμενες θεόπνευστες 7 Οικουμενικές Συνόδους καθιστά αίρεση και ύβρη.

Μνημόνευση κατά την Θεία Λειτουργία
Η μνημόνευση του επισκόπου κατά την Θεία Λειτουργία δηλώνει την ταυτότητα πίστεως επισκόπου και λαού, άρα σε καιρό αιρέσεως δηλώνει συμμετοχή στην αίρεση. Δεν είναι δυνατόν να μνημονεύεται εκείνος που είναι εχθρός προς τον Θεό. Δεν είναι δυνατό να ομολογείται δημόσια ότι ο αιρετικός ορθοτομεί τον λόγο της Αληθείας. Οι λαϊκοί, όταν κινδυνεύει η Πίστη, πρέπει να φεύγουν από ιερέα που μνημονεύει αιρετικό επίσκοπο και να αγωνισθούν για την Ορθοδοξία.
Κατά τον Άγιο Γενάδιο Σχολάριο, η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τέλεια υποταγή στους γνήσιους ποιμένες εκφράζεται με το μνημόσυνο (μνημόνευση).
Κατά τον Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, και μόνον η αναφορά ονόματος επισκόπου που δεν έχει ορθόδοξη πίστη, μολύνει τη Θεία Λειτουργία, έστω και αν ο τελών την Θεία Λειτουργία φρονεί ορθά.

Ποιοί είναι οι ψευδοδιδάσκαλοι;
Ψευδοδιδάσκαλοι κατά της ευσεβείας, ψευδοαπόστολοι και ψευδοπροφήτες, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι οι αιρετικοί τους οποίους εξέλεξε ο διάβολος ώστε να πολεμηθεί ο παλαιός Νόμος και ο Ευαγγελικός. Γι αυτό, συνεχίζει ο Άγιος, όποιος τους δέχεται, δέχεται τον διάβολο. Ο Κύριος, στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μας λέει: «προσέχετε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύματι προβάτου, ένδοθεν δε εισί λύκοι άρπαγες. από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς». (κατά Ματθαίον κεφ.ζ’ στ 15)

Τί σημαίνει δημοσία και γυμνή τη κεφαλή;
Δημοσία και γυμνή τη κεφαλή σημαίνει ότι ο επίσκοπος κηρύττει τις αιρετικές του απόψεις δημόσια και απροκάλυπτα, με λόγια και με έργα ώστε να τις διαδώσει και να τις καταστήσει γραμμή της Εκκλησίας χρησιμοποιώντας την θέση του. Επισφράγιση των κακόδοξων λόγων και των έργων ήταν η σύνοδος στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016. Επειδή το σύστημα της Ορθοδοξίας είναι συνοδικό, η προσπάθεια των αιρετικών επικεντρωνόταν στο να «νομιμοποιηθεί» συνοδικά η αίρεση, πράγμα που επιτεύχθηκε με την ψευδοσύνοδο στην Κρήτη.

Ποιοί Άγιοι δίδαξαν την απομάκρυνση από τους αιρετικούς;
Οι άγιοί μας, βασιζόμενοι στην εμπειρική και βιωματική τους σχέση με τον Θεό, μας δίδαξαν την ά μ ε σ η απομάκρυνση από τους αιρετικούς ως τρόπο διαφύλαξης της Πίστης.
O Μ. Βασίλειος συμβούλευε την μη εκκλησιαστική κοινωνία με αιρετικούς επισκόπους, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τον Άγιο ως «λύκοι βαρείς» καθώς και την απομάκρυνση από εκείνους που προσποιούνται ότι έχουν την ορθή πίστη αλλά κοινωνούν με τους ετερόφρονες.
Ο Μ. Αθανάσιος δίδασκε την απομάκρυνση από όσους επισκόπους ή πρεσβυτέρους σκανδαλίζουν και την απομάκρυνση από εκείνους που κοινωνούν με αιρετικούς και προσποιούνται ότι ομολογούν ορθή πίστη.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, συμβούλευε, να αποφεύγουμε προϊστάμενο (ποιμένα) όταν είναι κακός εξ αιτίας της πίστεως και να απομακρυνόμαστε απ' αυτόν όχι μόνο αν είναι άνθρωπος αλλά και αν είναι άγγελος που κατέβηκε από τον Ουρανό. Αν είναι κακός ως προς την ιδιωτική του ζωή δεν θα πρέπει να ασχολούμαστε μ' αυτήν καθώς το «μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε» αναφέρεται στον τρόπο ζωής, και όχι στην πίστη. Κατά την διάρκεια της εξορίας του, μακάριζε τους φυλακισμένους κληρικούς για το ορθόδοξό τους φρόνημα, λέγοντας ότι τα ονόματά τους συγκαταριθμούνται μαζί με των Μαρτύρων στο βιβλίο της Ζωής. 
Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας χαρακτήριζε ως ομολογητές της Πίστεως τους κληρικούς που καθήρεσε ο αιρετικός πατριάρχης Νεστόριος, τιμωρώντας τους επειδή είχαν διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία και μνημόνευσή του. Συμβούλευε, δε, ο Άγιος τον κλήρο και τον λαό της Κωνσταντινούπολης να μη κοινωνούν με τον Νεστόριο για να μη μολυνθούν, χαρακτηρίζοντάς τον ως λύκο αντί ποιμένα.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής με την αποτείχισή του, δίδασκε έμπρακτα την σωστή στάση απέναντι στην αίρεση. Πίστευε ότι είναι χρέος του καθενός να μη προδίδει την αληθινή Πίστη και να την υπερασπισθεί μέχρι θανάτου. Χαρακτήριζε τους αιρετικούς ως ψευδοδιδασκάλους και ψευδοπροφήτες και έλεγε ότι όποιος τους αποδέχεται ως ποιμένες της Εκκλησίας, αποδέχεται και αναγνωρίζει τον διάβολο. Η αποτείχιση, για τον Άγιο, είναι η μοναδική οδός σωτηρίας διότι μόνο δι΄ αυτής η αληθινή Πίστη παραμένει ανόθευτη από την επικοινωνία με την αίρεση. Προτίμησε τον αναθεματισμό, την εξορία, τον μαρτυρικό θάνατο παρά την κοινωνία με τους αιρετικούς.
Ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμωνχαρακτήριζε τους ορθοδόξους, που απομακρύνονταν από αίρεση υπό Συνόδου ή Αγίων Πατέρων κατεγνωσμένη, άξιους τιμής και αποδοχής.
Ο Όσιος Θεόδωρος Στουδίτης, σε καιρό αιρέσεως, ως Εκκλησία θεωρούσε εκείνους που προχώρησαν σε αποτείχιση από τους αιρετικούς, έστω και αν ήταν ελάχιστοι. Την τοπική εκκλησία, που είχε αποδεχθεί την αίρεση την θεωρούσε «πεπτωκυία, καταπεσούσα, ερρυπωμένη» και γι αυτό συμβούλευε τους ορθοδόξους να αποφεύγουν με παρρησία κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με τους κακόδοξους και να διακόπτουν την μνημόνευσή τους στην τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
Ο Μέγας Φώτιος πρόσταζε το εξής «αν ο ποιμένας είναι αιρετικός να απομακρυνθούμε από αυτόν άμεσα διότι η κοινωνία με αυτόν είναι δηλητήριο φιδιού. Δεν πρέπει, έλεγε, να εξαπατηθούμε από το γεγονός ότι φαίνεται ήμερος, διότι είναι λύκος. Ως προς τον ορθόδοξο ποιμένα, συνέχιζε, ο πιστός αφού εξετάσει αν έχει ευσεβή πίστη και ζωή, χωρίς κανένα αιρετικό σημάδι, πρέπει να υποτάσσεται σ' αυτόν. Όλα τα άλλα, εκτός της πίστεως, δεν πρέπει να τα εξετάζουμε».
Ο Άγιος Γερμανός ο Β΄, εξόρκιζε τους λαϊκούς να φεύγουν από ιερείς υποταγμένους σε λατίνους και να μην παίρνουν ευλογία από τα χέρια τους. Καλύτερα προσεύχεστε στα σπίτια σας, έλεγε, ειδ' άλλως θα υποστείτε την ίδια κόλαση μ' αυτούς.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θεωρούσε ότι είναι αδύνατο κάποιος που επικοινωνεί εκκλησιαστικώς με αιρετικό πατριάρχη, να είναι ορθόδοξος. Συνέδεε την υποταγή στους ποιμένες με την πλήρη αποδοχή και ταύτιση με την Ορθόδοξο Πίστη η οποία είναι το κριτήριο εισόδου (ή εξόδου) από την Εκκλησία.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, υποστήριζε ότι στα της πίστεως δεν χωρεί συγκατάβαση διότι όλοι οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, όλες οι Σύνοδοι και όλες οι Θείες Γραφές προτρέπουν την αποφυγή των ετεροφρόνων και την αποφυγή της κοινωνίας με αυτούς. 
Για τα θέματα της Πίστεως, έλεγε, δεν υπάρχουν μικρά και μεγάλα, όλα είναι μεγάλα και σημαντικά γι αυτό δεν κάνουμε υπακοή ούτε σε αρχιερέα ούτε σε σύνοδο ψευδή αλλά στον Χριστό και στους Αποστόλους! 
Ο Άγιος Γεννάδιος Σχολάριος συμβούλευε ότι αυτών που αποστρεφόμεθα το φρόνημα, πρέπει, σύμφωνα με τις Συνόδους και τους Πατέρες, να αποφεύγουμε και την κοινωνία.
Ο Άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, δίδασκε να εξετάζουμε τον πνευματικό άνθρωπο από την ζωή του και τις πράξεις του, αν συνάδουν με τις διδασκαλίες του Κυρίου, των Αποστόλων και των Πατέρων και αν όχι, ακόμα και αν κάνει θαύματα και ανασταίνει νεκρούς να τον αποστρεφόμαστε και να τον μισούμε ως δαίμονα. Όσοι αποδέχονται αιρετικές διδασκαλίες, λέει, είναι καταδικασμένοι εις απώλεια.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης θεωρούσε ότι ο αρχιερέας που είναι ως προς την Πίστη κακός, δεν είναι δυνατό να μη κηρύξει και στον λαό, το αιρετικό φρόνημα που έχει στην καρδιά του. Αν λοιπόν είναι ως προς την Πίστη κακός, έχει δηλαδή αιρετικά και βλάσφημα δόγματα, τότε πρέπει να φεύγουμε από αυτόν.

Ποιοί άγιοι προχώρησαν σε αποτείχιση (εφαρμόζοντας τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου)
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής είχε εκκλησιαστική κοινωνία μόνο με όσους διατηρούσαν την Ορθόδοξη Πίστη και καμία κοινωνία με την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και της Ρώμης (οι οποίες τότε ήταν αιρετικές) .
Επίσης οι ακόλουθοι Άγιοι προχώρησαν σε αποτείχιση:
Ο Άγιος Θεοφύλακτος επίσκοπος Νικομήδειας, ο Άγιος Μιχαήλ επίσκοπος Συνάδων, ο Άγιος Αιμιλιανός επίσκοπος Κυζίκου, ο Άγιος Ευθύμιος επίσκοπος Σάρδεων, ο Όσιος Θεοφάνης ηγούμενος Μονής Μεγάλου Αγρού, ο Άγιος Στέφανος ηγούμενος Τρίγλιας, ο Άγιος Μακάριος ηγούμενος Πελεκητής, ο Άγιος Ιωάννης ηγούμενος Καθαρών, ο Όσιος Νικήτας ηγούμενος Μηδικίου, ο όσιος Πέτρος Ατρώας, οι Άγιοι Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί, ο Όσιος Πλάτων Στουδίτης, ο Άγιος Ιωσήφ αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Όσιος Νικόλαος Στουδίτης, ο Όσιος Ναυκράτιος Στουδίτης, ο Όσιος Θαδδαίος Στουδίτης, ο Όσιος Θεόδωρος Στουδίτης.
Οι 74 Αγιορείτες Πατέρες επί πατριάρχου Βέκκου, υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο, διότι ομολόγησαν ότι δεν ήθελαν καμμία εκκλησιαστική κοινωνία με τον λατινόφρονα πατριάρχη.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ως ιερομόναχος, διέκοψε το μνημόσυνο του αιρετικού πατριάρχη και γι' αυτό αναθεματίσθηκε και φυλακίστηκε.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, διέκοψε κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με όλους όσους υπέγραψαν στην σύνοδο στην Φλωρεντία καθώς πίστευε ότι μόνο έτσι έμενε ενωμένος με τους Αγίους Πατέρες.
Ο Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης διέκοψε το μνημόσυνο του πατριάρχη Αθηναγόρα καθώς πίστευε ότι η συμπροσευχή με άλλους είναι επιτρεπτή μόνο όταν υπάρχει συμφωνία Πίστης.
Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς διέκοψε το μνημόσυνο του πατριάρχη Σερβίας Γερμανού και έπαψε κάθε εκκλησιαστική επικοινωνία με αυτόν παραμένοντας έγκλειστος στο ησυχαστήριό του.

Ποιά η στάση του λαού
Στην εποχή του Μεγάλου Βασιλείου, σύμφωνα με μαρτυρία του Αγίου, οι πιστοί έφευγαν απ' τους ναούς, θεωρώντας τους «ασεβείας διδασκαλεία» και προσευχόντουσαν στην ύπαιθρο. Ο Άγγελος της Εκκλησίας, συνεχίζει ο Άγιος, έφυγε κι αυτός απ' τους ναούς όπου παρέμεναν οι αιρετικοί και ήλθε εκεί όπου συγκεντρώνονταν οι ορθόδοξοι (στις ερημιές). 
Ο Μ. Βασίλειος λέγοντας «και γαρ και το αχρειωθέν απερρύη και ουκ εκολοβώθη το μένον» δηλώνει ότι όσοι κι αν αποχωρήσουν δια της αιρέσεως απ' την Ορθοδοξία, το Σώμα του Χριστού μένει ανέπαφο, ακέραιο και ολόκληρο. 
Στα χρόνια του Μ. Αθανασίου, οι Ορθόδοξοι δεν είχαν καμμιά εκκλησιαστική επικοινωνία με τους αιρετικούς. Το κριτήριο για την εκκλησιαστική κοινωνία ήταν το φρόνημα και όχι η απόφαση συνόδου.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος περιγράφει τον λαό που αποτείχισε τον αιρετικό πατριάρχη, ως πλήθος ασύντακτο και ανεπίσκοπο (χωρίς επίσκοπο) περιπλανώμενο σε όρη, σπήλαια και οπές στη γη. Τοποθετείται ξεκάθαρα υπέρ της διδασκαλίας και εφαρμογής του ΙΕ' Κανόνος γνωστοποιώντας στους πιστούς πως ο Θεός βρίσκεται εκεί που είναι η αληθινή Πίστη λέγοντας ότι οι αιρετικοί έχουν τους οίκους αλλά εμείς (οι πιστοί της αποτείχισης) τον Ένοικο, αυτοί τους ναούς εμείς τον Θεό.
Όταν ο Άγιος Κύριλλος αγωνιζόταν εναντίον της αιρέσεως του Νεστορίου, ο λαός και οι κληρικοί έφυγαν απ τον ναό παρόλο που η αίρεση δεν ήταν κατεγνωσμένη (καταδικασμένη).
Στην εποχή του Μεγάλου Φωτίου οι πιστοί, όχι απλώς δεν κοινωνούσαν με τον αρχιεπίσκοπο που πρόδωσε τα δόγματα της Πίστεως, αλλά ούτε και «χαίρετε» του έλεγαν.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας θέτει το δίλημμα:
«Τι προτιμάς, ν’ ανασταίνεις νεκρούς με την προσευχή σου
ή να χύσεις το αίμα σου για τον Χριστό;»

5. Αγώνας για τον Θεό
«Πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πράξεις κεφ.ε΄στ.29).
«Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσι» (Κατά Ιωάννην, κεφ. ιε΄στ. 20).
Η εκκλησιαστική επικοινωνία με την αίρεση μολύνει. Μας κάνει κοινωνούς με αυτήν. Επικοινωνούμε εκκλησιαστικά μόνον με όσους έχουν την ίδια ακέραιη Ορθόδοξη Πίστη (με λόγια και με έργα). Η υποστήριξη των Αγίων μας σε όσους προχώρησαν σε αποτείχιση (κληρικούς και λαϊκούς) μας διδάσκει ότι χρέος κάθε ενός πιστού είναι η ομολογία της Πίστης του δια της αποτείχισής του σε καιρό αιρέσεως και η προάσπιση της Ορθοδοξίας. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος παραμονής στην Εκκλησία (στο σώμα του Χριστού) και ο μόνος δρόμος σωτηρίας. Δεν έχει σημασία πόσοι αποκόπτονται δια της αιρέσεως από την Ορθοδοξία. Ο Μ. Βασίλειος μας δίδαξε ότι το Σώμα του Χριστού μένει ακέραιο. Σκοπός μας είναι να μείνουμε μέσα στην Εκκλησία ώστε να σωθούμε. Όσοι κι αν μείνουμε. Όσους κι αν έχουμε απέναντι μας. Έχουμε πρότυπα τους Αγίους μας, τους οποίους και πρέπει να μιμηθούμε.
Είναι πόθος μας ο Θεός; Θέλουμε να είμαστε μαζί Του; Πρέπει, τότε, να παλέψουμε γι' αυτό. Χρειάζεται αγώνας και θυσία.
«Ο πόλεμος κατά των αιρέσεων φανερώνει την τέλεια αγάπη προς τον Θεό και την τέλεια αγάπη προς τον πλανηθέντα αδελφό» μας διαβεβαιώνει ο Μέγας Φώτιος. Θέλουμε να δείξουμε στον Θεό την τέλεια αυτή αγάπη; Τότε πρέπει να Τον ομολογήσουμε , μπροστά στους ανθρώπους χωρίς να φοβόμαστε τους χαρακτηρισμούς που θα μας προσάψουν. 
Δεν πρέπει να δειλιάσουμε, έχουμε μαζί μας τον Χριστό. Ο αγώνας μας έχει ως έπαθλο την αιώνια ζωή και όχι την επίγεια! Θα μείνουμε μέσα στους ναούς όταν γνωρίζουμε ότι ο Κύριος μας δεν είναι εκεί; Μπορεί να βρίσκεται εκεί που υπάρχει κοινωνία με τους αιρετικούς; Θα μας κρατήσουν αιχμάλωτους στους ναούς οι συνήθειές μας, οι κοινωνικές μας σχέσεις και συναναστροφές; Θα αγαπήσουμε την δόξα των ανθρώπων ή του Θεού; Θα μείνουμε δέσμιοι του κάθε κληρικού που χρησιμοποιεί σαν επιχείρημα την υπακοή ενώ παράλληλα ο ίδιος κοινωνεί με την αίρεση;Υπακοή σε θέματα πίστης δεν γίνεται. Υπακοή γίνεται μόνο στον Κύριο μας. 
 O Μ. Αθανάσιος, μας συμβουλεύει ότι πρέπει να διακρίνουμε τους καλούς απ' τους κακούς ποιμένες με βάση τα έργα τους, τα οποία φανερώνουν την πίστη τους. Στους καλούς ποιμένες οφείλουμε υπακοή, ενώ από τους κακούς πρέπει να απομακρυνόμαστε (αποτείχιση απ τους κακώς φρονούντες και πράττοντες).
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μας ειδοποιεί, ότι για θέματα πίστεως πρέπει να απομακρυνόμαστε άμεσα απ' τους προεστώτες που έχουν αιρετικά φρονήματα. Χαρακτηριστικά λέει: «ει μεν γαρ δόγμα έχει διεστραμμένον, καν άγγελος ή, μη πείθου. 
Ει δε ορθά διδάσκει, μη τω βίω πρόσεχε, αλλά τοις ρήμασιν».
Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού και μέλη της οι χριστιανοί, κλήρος και λαός. Εκκλησία είναι, κατά τον Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, όσοι είναι προσκολλημένοι στην αλήθεια, τον Χριστό, και την ομολογούν. Η ευσέβεια, η πίστη και η αλήθεια μας ενώνουν με τον Χριστό και την Εκκλησία. Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, καθολική Εκκλησία είναι η ορθή και σωτήρια ομολογία της Πίστεώς μας προς τον Θεό.
Εκκλησία δεν είναι οι κληρικοί, οι επίσκοποι, οι ηγούμενοι των μοναστηριών, οι πατριάρχες. Αυτοί είναι οι διοικούντες. Όταν κάνουν λάθος αυτοί, πρέπει να συμμετέχουμε στο λάθος τους; Τώρα που αυτοί (οι διοικούντες) γίνονται κοινωνοί της αίρεσης, τώρα που σιωπούν λησμονώντας την ευθύνη που έχουν απέναντι στο ποίμνιο, τώρα που γίνονται διώκτες, καθώς διώκουν όσους ομολογούν ορθή πίστη, εμείς θα μείνουμε αμέτοχοι; 
Θα αφήσουμε να διώκουν τον Χριστό μας (γιατί Αυτόν διώκουν, Αυτόν καταργούν, Αυτόν αμφισβητούν) στο πρόσωπο των διωκόμενων μοναχών κληρικών και λαϊκών; 
Θα μείνουμε απλοί παρατηρητές χωρίς να πάρουμε θέση; Θα συνεχίσουμε να εκκλησιαζόμαστε εορτάζοντες τους Aγίους Mάρτυρες και Oμολογητές χωρίς να γνωρίζουμε τον λόγο για τον οποίο τους εορτάζουμε; Δεν βλέπουμε τα σημεία των καιρών; Και όσοι τα βλέπουμε γιατί σιωπούμε; Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς λέει ότι η σιωπή, σε θέματα πίστεως, είναι το τρίτο είδος αθεΐας, ο Ιερός Χρυσόστομος ότι ο σιωπών είναι άξιος κολάσεως και ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης μας υπενθυμίζει την εντολή του Κυρίου να μη σιωπούμε σε καιρό που κινδυνεύει η Πίστη. Τί περιμένουμε; Κάποιον «αρχηγό-οδηγό» ή μήπως το κοινό ποτήριο με τους αιρετικούς; Kι αν αίφνης αύριο βρεθούμε (παρουσιαστούμε) μπροστά στον Κύριο και το κριτήριο Του, θα βρεθούμε ως αμαρτωλοί ή ως προδότες; Θα παραστούμε ως χλιαροί χριστιανοί (τους οποίους ο ίδιος ο Κύριος προειδοποίησε ότι θα τους εμέσει) ή ως θερμοί στην πίστη και τον ζήλο;
Η απόφαση και η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική μας. Δική μας η ψυχή, δικός μας ο αγώνας για την σωτηρία. Ας διδαχθούμε από τον άγιο Μάξιμο τον ομολογητή, ο οποίος στην ερώτηση των αιρετικών «σύ μόνος σώζη και πάντες απόλλυνται;» (δηλ. μόνο εσύ θα σωθείς και όλοι οι άλλοι θα χαθούν), ο Άγιος απάντησε ότι η κρίση είναι του Θεού, δική του όμως ευθύνη ήταν, να πεθάνει χάριν της αληθινής Πίστης και να μην την προδώσει.
Έρχονται πιο δύσκολα χρόνια. Θα κληθούμε οι ορθόδοξοι χριστιανοί να πάρουμε ακόμη πιο δύσκολες αποφάσεις. Αν σήμερα, δεν αντέχουμε το κόστος της αποτείχισης, αύριο πώς θα παλέψουμε όταν η χάρη του Θεού δεν θα είναι μαζί μας;

Επιλέγουμε τώρα: ή στρατιώτες του Θεού ή με τον αντίχριστο, διότι ο οικουμενισμός είναι γέννημα του αντιχρίστου. 
Όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης κηρύττει ότι όλες οι θρησκείες σώζουν και ότι ο καθένας μπορεί να λατρεύει όποιον θεό προτιμά, τότε αυτό πού μας οδηγεί;

Άγιο μύρο

Άγιο Μύρο είναι το αποτέλεσμα της ανάμειξης λαδιού και ακόμη 57 είδη αρωματικών ελαίων, δρογών και φαρμακευτικών φυτών. Αυτό παρασκευάζεται κάθε 10 χρόνια περίπου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και ύστερα στέλνεται στις ορθόδοξες εκκλησίες της επικράτειας για να χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια της τελετής του χρίσματος, που τελείται μετά τη βάπτιση. Αλλιώς ονομάζεται «έλαιον ευχαριστίας», «έλαιον χρίσεως», «χρίσμα ευχαριστίας», «χρίσμα επουράνιον». Επομένως κατά τη βάπτιση ο χριστιανός λαμβάνει το χρίσμα και γίνεται συμμέτοχος του Θανάτου και της Ανάστασης του Χριστού και θα απολαύσει τη βασιλεία των ουρανών σύμφωνα με τις Γραφές. Ακόμη το Άγιο Πνεύμα θα τον κατευθύνει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Η παρασκευή του είναι πολύωρη και καλά μελετημένη. 




Τό ῞Αγιον  Μύρον εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην


Περί τοῦ ῾Αγίου Μύρου, ὡς ὁρατοῦ στοιχείου τῆς ἀοράτου Χάριτος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος κατά τό Μυστήριον τοῦ Χρίσματος, ὑπάρχει μία σαφής προτύπωσις εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην. Εἰς τό 30όν κεφάλαιον τῆς Ἐξόδου (στ. 22-33) γράφεται: "᾽Ελάλησε Κύριος πρός Μωϋσῆν λέγων· καί σύ λάβε ἠδύσματα, τό ἅνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καί κινναμώμου εὐώδους τό ἥμισυ τούτου διακοίους πεντήκοντα καί καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καί ἵρεως πεντακοίους σίκλους τοῦ ἁγίου καί ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν εἴν· καί ποιήσεις χρῖσρα ἅγιον, μύρον μυρεψικόν τέχνη μυρεψοῦ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται. Καί χρίσεις ἐξ αὐτοῦ τήν σκηνήν τοῦ μαρτυρίου καί τήν κιβωτόν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καί πάντα τά σκεύη αὐτῆς καί τήν λυχνίαν καί πάντα τά σκεύη αὐτῆς καί τό θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος καί τό θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων καί πάντα αὐτοῦ τά σκεύη, τήν τράπεζαν καί πάντα τά σκεύη αὐτῆς καί τόν λουτῆρα καί τήν βάσιν αὐτοῦ καί ἁγιάσεις αὐτά, ἔσται ἅγια τῶν ἁγίων· πᾶς ὁ ἁπτόμενος αὐτῶν ἁγιασθήσεται. Καί ᾽Ααρών καί τούς υἱούς αὐτοῦ χρήσεις καί ἁγιάσεις αὐτούς ἱερατεύειν μοι. Καί τοῖς υἱοῖς ᾽Ισραήλ λαλήσεις λέγων· ἔλαιον ἄλλειμα χρίσεως ἅγιον ἔσται τοῦτο ὑμῖν εἰς τάς γενεάς ὑμῶν ἐπί σάρκα ἀνθρώπου οὐ χρισθήεται, καί κατά τήν σύνθεσιν ταύτην οὐ ποιήετε ὑμῖν ἑαυτοῖς ὡσαύτως· ἅγιον ἐστί καί ἁγίασμα ἔσται ὑμῖν. ῞Ος ἄν ποιήση ὡσαύτως καί ὅς ἄν δῶ ἀπ' αὐτοῦ ἀλλογενεῖ, ἐξολοθρευθήεται ἐκ τοῦ λαοῦ αὗτοῦ".



Ὁ Θεός, δηλαδή, ὄχι μόνο δίδει εἰς τόν Μωυσῆν τήν σύνθεσιν τοῦ πρώτου Μύρου, ἀλλά ἀπαγορεύει καί τήν κοσμικήν χρῆσιν του καί τήν διάθεσίν του εἰς ἀλλογενεῖς. Αὐτό τό ὁποῖον εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην ἦτο προτύπωσις καί "σκιά τῶν μελλόντων" (Κολοσ. Β΄17), κατά τήν μετά Χριστόν ἱστορικήν συνέχειαν ἔγινε γεγονός πραγματικόν, ὅπως λέγει ὁ ἅγ. Κύριλλος ῾Ιεροσολύμων: "ταῦτα μέν ἐκείνοις συνέβαινε τυπικῶς, ἡμῖν δέ οὐ τυπικῶς, ἀλλ᾽ ἀληθῶς, ἐπειδή ὑπό τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος χριόμεθα ἀληθῶς"(Κυρίλλου῾Ιεροσολύμων, Κατηχήσεις. P.G. 33, 1093).



Τό ῞Αγιον Μύρον εἰς τήν ζωήν τῆς ᾽Εκκλησίας

῞Οπως προκύπτει ἀπό τήν Καινήν Διαθήκην, κατά τούς ᾽Αποστολικούς χρόνους, τήν βάπτισιν τῶν κατηχουμένων ἠκολούθει ἡ ἐπίθεσις ἐπ' αὐτῶν τῶν χειρῶν τῶν ᾽Αποστόλων, διά τήν μετάδοσιν εἰς τούς βεβαπτισμένους τῶν χαρισμάτων τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Εἰς τάς Πράξεις μνημονεύονται δύο σχετικά περιστατικά:
Μετά τόν λιθοβολισμόυ τοῦ Πρωτομάρτυρος καί ᾽Αρχιδιακόνου Στεφάνου, "ἐγένετο ἐν ἐκείνη τῆ ἡμέρα διωγμός μέγας ἐπί τήν ἐκκλησίαν τήν ἐν Ἱεροσολύμοις· πάντες δέ διεσπάρησαν κατά τάς χώρας τῆς ᾽Ιουδαίας καί Σαμαρείας, πλήν τῶν ᾽Αποστόλων... Φίλιππος δέ κατελθών εἰς πόλιν τῆς Σαμάρειας ἐκήρυσσεν αὐτοῖς τόν Χριστόν· ...ὅτε δέ ἐπίστευσαν τῶ Φιλίππω εὐαγγελιζομένω περί τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ὀνόματος ᾽Ιησοῦ  Χριστοῦ, ἐβαπτίζοντο ἄνδρες τε καί γυναῖκες... ᾽Ακούσαντες δέ οἱ ἐν ῾Ιεροσολύμοις ᾽Απόστολοι ὅτι δέδεκται ἡ Σαμάρεια τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλαν   πρός  αὐτούς   Πέτρον   καί  ᾽Ιωάννην·   οἵτιες   καταβάντες προσηύξαντο περί αὐτῶν ὅπως λάβωσι Πνεῦμα ῞Αγιον· οὔπω γάρ ἧν ἐπ᾽ οὐδενί αὐτῶν ἐπιπεπτωκός, μόνον δέ βεβαπτισμένοι ὑπῆρχον εἰς τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ. Τότε ἐπετίθουν τάς χεῖρας ἐπ' αὐτούς, καί ἐλάμβανον Πνεῦμα ῞Αγιον" (Πρ. η΄ 1, 5, 12, 14-17). ᾽Ακόμη, ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθεν εἰς τήν ῎Εφεσσον, ἀφοῦ ἄφησε τόν συνεργάτην του ᾽Απολλώ εἰς τήν Κόρινθον, βρῆκε κάποιους πιστούς, οἱ ὁποῖοι εἶχον βαπτισθεῖ μέ τό βάπτισμα τοῦ ᾽Ιωάννου καί δέν εἶχον κἄν ἀκούσει διά τό ῞Αγιον Πνεῦμα. Αὐτοί, "ἀκούσαντες ἐβαπτίσθησαν εἰς τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ· καί ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τάς χεῖρας ἡλθε τό Πνεῦμα τό ῞Αγιον ἐπ' αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καί προεφήτευον" (Πρ. ιθ' 5-6).





῎Ηδη ὅμως, ἀπό τῶν ᾽Αποστολικῶν χρόνων, ἡ ἐπίθεσις τῶν χειρῶν ἀντεκαταστάθη μέ τήν χρίσιν ῾Αγίου Μύρου, ὡς ὁρατοῦ σημείου τῆς μεταδόσεως τῶν χαρισμάτων τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος κατά τό Μυστήριον τοῦ Χρίσματος. Αὐτό προκύπτει ἀπό κείμενα τοῦ ἁγ. Διονυσίου τοῦ ᾽Αρεοπαγίτου, τήν ᾽Αποστολικήν Παράδοσιν τοῦ ᾽Ιππολύτου, τάς ᾽Αποστολικάς Διαταγάς, τό Εὐχολόγιον τοῦ Σεραπίωνος καί διάφορους Κατηχητικάς ῾Ομιλίας (βλ. σχετικά ᾽Αρχιμ. Παύλου Μενεβίσογλου, νῦν Μητροπ. Σουηδίας, "Τό ῞Αγιον Μύρον ἐν τῆ ᾽Ορθοδόξω ᾽Ανατολικῆ ᾽Εκκλησία, ἰδία κατά τάς πηγάς καί τήν πράξιν τῶν νεωτέρων χρόνων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου", Θεσσαλονίκη 983, σελ. 2). Ὁ λόγος τῆς ἀντικαταστάσεως αὐτῆς ἦτο ἡ αὔξησις τοῦ ἀριθμοῦ τῶν βαπτιζομένων καί ἡ άδυναμία τῶν ᾽Αποστόλων ἀρχικῶς, κατόπιν δέ καί τῶν Ἐπισκόπων, νά παρευρίσκωνται εἰς ὅλας τάς βαπτίσεις τῶν Κατηχουμένων.
῾Η ἀρχαιοτέρα μαρτυρία χρίσεως δι' ῾Αγίου Μύρου ἀπαντᾶ εἰς τόυ Θεόφιλον ᾽Αντιοχείας. "Καλούμεθα Χριστιανοί - γράφει - ὅτι χριόμεθα ἐλαιον Θεοῦ". ("Πρός Αὐτόλυκον", P.G. 6, 1041).
Ὁ Μέγας Βασίλειος, εἰς τόν λόγον του περί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, γράφει: "Παρά τῶν ἀγράφων τῆς ᾽Εκκλησίας νομίμων καί τῆς τῶν ᾽Αποστόλων παραδόσεως, εὐλογοῦμεν... τό ἔλαιον τῆς χρίσεως, διδαχθέντες τοῦτο ἀπό τῆς σιωπωμένης καί τῆς μυστικῆς παραδόσεως" (P.G. 32, 185 καί 188).
Ὁ Συμεών Θεσσαλονίκης γράφει: "῾Ως βαπτισθῆναι ἀναγκαῖον καί τῶ Μύρω χρισθῆναι ἐστιν ἀνάγκη. Καί τούτου χάριν τοῖς βεβαπτισμένοις ὑπό Φιλίππου, ὡς μόνον τό Βάπτισμα δεξαμένοις, Πέτρος καί ᾽Ιωάννης ἐπετίθουν τάς χεῖρας καί ἐλάμβανον Πνεῦμα ῞Αγιον. ῾Η γάρ ἐπίθεσις τῶν χειρῶν τό Μύρον παρεῖχεν".Συνεχίζων ὀ αὐτός ᾽Εκκλησιαστικός Πατήρ λέγει: "᾽Αντί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦτο (δηλαδή τό ῞Αγιο Μύρο) δέδοται ὑπό τῶν ᾽Αποστόλων τοῖς ἐν Χριστῶ βαπτιζομένοις". "Περί τῆς ῾Ιερᾶς Τελετῆς τοῦ ῾Αγίου Μύρου" (P.G. 155, 188 καί 237).
Τήν ἀπό τῆς ᾽Αποστολικῆς Ἐποχῆς ἀντικατάστασιν τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν μέ τήν χρίσιν δι' ἁγίου Μύρου, ἀναφέρει καί ὀ Ρωμαιοκαθολικισμός: Εἰς τά πρακτικά τῆς Συνόδου τῆς Μαγεντίας (1549), σημειώνεται, ὅτι "ἡ ἐπίθεσις τῶν χειρῶν ἀπ' αὐτῶν τῶν ᾽Αποστολικῶν Χρόνων ἀντικατεστάθη διά τῆς χρίεως τοῦ ῾Αγίου Μύρου, ὅπερ ἀπομένει τό μόνον ἀπαραίτητον καί οὐσιῶδες ἐν τῶ Μυστηρίω τοῦ Χρίσματος". (Mansi 32, 1409).
Πέραν τοῦ Μυστηρίου τοῦ Χρίσματος εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν πράξιν τό ῞Αγιον Μύρον χρησιμοποιεῖται καί κατά τόν ἐγκαινιασμόν τῶν ῾Ιερῶν Ναῶν καί τῶν ῾Ιερῶν ᾽Αντιμηνσίων.


Ποῖος  καθαγιάζει  τό  Ἅγιο  Μύρο

Ὁ  καθαγιασμός  τοῦ  ἐλαίου  τοῦ  Χρίσματος  ἦταν  ἀνέκαθεν  ἔργο  τῶν  Ἐπισκόπων.  "Ὁ  Ἐπίσκοπος ἄς  εὐχαριστῇ  ἐπί  τό  ἔλαιον  καί  θέτων  αὐτό  ἐν  σκεύει, ἔλαιον  εὐχαριστίας  ἄς  ὀνομάζει"  καί  "ὁ  Ἐπίσκοπος  εὔχεται  ὑππερ  τοῦ  ἐλαίου  τοῦ  ἐξορκισμοῦ ...  ἔπειτα  δέεται  ὑπέρ  τό  ἔλαιον  τοῦ  Χρίσματος, τό  ὁποῖον  εἶναι  ἔλαιον  εὐχαριστίας", διασώζει  ἡ  Ἀποστολική  Παράδοσις  τοῦ  Ἱππολύτου (P. G. 1, 800  καί  ΒΕΠ  2, 67).
Ἡ  τοπική  Σύνοδος  τῆς  Καρθαγένης  (5ος  αἰ.),  ἀπαγόρευσε  τόν  καθαγιασμό  Ἁγίου  Μύρου  ἀπό  Πρεσβύτερο. Ἑρμηνεύοντας  τόν  Στ' Κανόνα  τῆς  Συνόδου  αὐτῆς  ὁ  Ζωναρᾶς  γράφει: "Τοῦτο  γίνεσθαι  παρά  Πρεσβυτέρων  ἀπηγόρευσεν  ἡ  Σύνοδος· παρά  γάρ  Ἀρχιερέων  καί  τό  Ἅγιον  Χρίσμα  τελεῖται  καί  ἁγιάζεται" (Ράλλη - Ποτλή, "Σύνταγμα  τῶν  Θείων  καί  Ἱερῶν  Κανόνων", 1852, τ. 3, σελ. 310).
Ἀρχικῶς  ὁ  Καθαγιασμός  Ἁγίου  Μύρου  ἦταν  δικαίωμα  κάθε  Ἐπισκόπου.  Αὐτό  προκύπτει  τόσο  ἀπό  τόν  λεγόμενο  Βερβερινό  Κώδικα  (Goar, "Ἱερόν  Εὐχολόγιον", Βενετία  1730, σελ. 503), ὅσο  καί  ἀπό  ἄλλες  πηγές, ἀρχαίες  καί  νεώτερες. Λ. χ. κατά  τόν  Δίδυμο  τόν  Ἀλεξανδρέα, "Ἐπίσκοπος  μόνος  τῇ  ἄνωθεν  χάριτι  τελεῖ τό  Χρῖσμα" ("Περί  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος", P. G. 39, 721).  Καί  ὁ  ἅγ. Νικόδημος  ὁ  Ἁγιορείτης  στό  Ἱερό  Πηδάλιο  παρατηρεῖ :  "Τήν  τελετήν  ταύτην οὐδείς  Ἱερεύς  δύναται  ποιῆσαι  κατά  τόν  Κανόνα, ἀλλά  μόνοι  οἱ  Ἀρχιερεῖς, οἵτινες  δύνανται  μέν  καί  καθ' ἑαυτούς  τόν  Μύρον  τελέσαι, ἀλλά  διά  τήν  εὐπείθειαν  καί  ὑποταγήν  τήν  πρός  τόν  Πατριάρχην, συναγόμενοι  ἐν  τῇ  Μεγάλῃ  Ἐκκλησίᾳ  τοῦτο  τελοῦσι" (Πηδάλιο, σελ. 467).
Ἀπό  τό προηγούμενο προκύπτει ὁ  λόγος  τῆς  σταδιακῆς  ἐκχωρήσεως  τοῦ  δικαιώματος  Καθαγιασμοῦ  Ἁγίου  Μύρου  ἀρχικά  στούς  Πατριάρχες  καί  τελικά  στόν  Πατριάρχη  ΚΠόλεως  (βλ.  ἀκόμη  Νικοδήμου  Μίλας, "Τό  Ἐκκλησιαστικόν  Δίκαιον  τῆς  Ὀρθοδόξου  Ἀνατολικῆς  Ἐκκλησίας", 1906, σελ. 527), δικαίωμα  τό  ὁποῖο  τελικά  τό  Πατριαρχεῖο  ΚΠόλεως  χρησιμοποίησε  ὄχι  ἁπλῶς  γιά  νά  ἐκφράσει  τήν  ἑνότητα  τῆς  Πίστεως  τῶν  νεωτέρων  τοπικῶν  Ὀρθοδόξων  Ἐκκλησιῶν  μέ  τήν  Μητέρα  Ἐκκλησία  τῆς  ΚΠόλεως, ἀλλά  γιά  νά  τονίσει  τήν  πρωτοκαθεδρία  του  ἔναντι τόσο  αὐτῶν, ὅσο  καί  τῶν  λοιπῶν  πρεσβυγενῶν  Πατριαρχείων, σέ  κάποιες  περιπτώσεις  δέ  καί  γιά  ἀργυρολογία!  Εἶναι  χαρακτηριστικό, ὅτι  ὁ  Καθηγητής  Κων. Δυοβουνιώτης,  ἀναφέρεται  σέ  δυνατότητα  παραχωρήσεως  τοῦ  δικαιώματος  αὐτοῦ  ἀπό  τόν  Πατριάρχη  ΚΠόλεως  στούς  λοιπούς  Πατριάρχες, οἱ  ὁποῖοι  ὅμως  χωρίς  τήν  ἄδειά  του  δέν  μποροῦν  νά καθαγιάζουν  Ἅγιο  Μύρο! (Κων. Δυοβουνιώτου, "Τό  Μυστήριον  τοῦ  Χρίσματος  ἐξ  ἐπόψεως  κανονικῆς"· Περιοδικό  "Ἡ  Καινή  Διδαχή", φ. 1, 1919, σελ. 94).
Σχετικά  μέ  τήν  ἀργυρολογία  εἶναι  σχετικό  τό ἀκόλουθο  περιστατικό. Τό  ἔτος  1670  ὁ  Πατριάρχης  Ἱεροσολύμων  Δοσί-θεος (1669 - 1707) κατά  τήν  διάρκεια  περιοδείας  του  στίς  Παραδουνάβιες  Ἡγεμονίες, καθαγίασε  Ἅγιο  Μύρο  στό  Βουκου-ρέστι, ἐπί  Ἡγεμόνος Κωνσταντίνου Καντακουζηνοῦ - Μπρινκοβεάνου (Ἐθνομάρτυρος  τῆς  Ρουμανίας  καί  Ἁγίου  τῆς  Ρουμανικῆς  Ἐκκλησίας, + 1714)  καί  Μητροπολίτου Βλαχίας  Θεοδοσίου  (20. 5. 1660 - πρό   τῆς  24. 6. 1672  καί  26. 4. 1679 - 27. 1. 1708). Ὁ  ἴδιος  ὁ  Πατριάρχης Δοσίθεος  γράφει  σχετικά  στήν  Ἱστορία  του: "Παρεκινήθησαν  δέ  καί  οἱ  ἐν  Οὐγγροβλαχίᾳ, ἐκ θείας ἐπιπνοίας, εἰς  Θείου  Μύρου  κατασκευήν  καί  δή  τῇ  τοῦ  κοινοῦ  δαπάνη·  ἐψήσαμεν  αὐτό  ἡμεῖς, φέρον σχεδόν ὁλκήν  λίτρων  δέκα  πρός  ταῖς  διακοσίαις, θαυμασιώτατον, καθυπηρετούντων  τῇ  ἐψήσει  τοῦ  Ἡγεμόνος, τῶν  Ἀρχιερέων, τῶν  Ἀρχόντων  καί  πληθύος  Ἱερέων  καί  διενεμήθη  καί  τοῖς  ἐν  Οὐγγαρίᾳ  καί Μολδαβίᾳ  καί  τοῖς περί  τόν  Δούναβιν  ποταμόν οἰκοῦσι  Χριστιανοῖς". (Δοσιθέου Ἱστορία, σελ. 1212).
Κατά  τήν  περίοδο  ἐκείνη  οἱ  Μητροπόλεις  Βλαχίας  καί  Μολδαβίας ὑπήγοντο  στήν  δικαιοδοσία τοῦ  Πατριαρχείου  ΚΠόλεως, ἔτσι  ἡ  πράξις  αὐτή  τοῦ  Πατριάρχου  Δοσιθέου  προκάλεσε  τήν  ἀντίδραση  τοῦ  Πατριάρχου ΚΠόλεως Μεθοδίου  Γ' (τοῦ  Μαρώνη, 1668 - 1671), παρά τό  γεγονός  ὅτι  ὁ  Δοσίθεος  καθαγίασε Ἅγιο  Μύρο γιά  τίς  ἀνάγκες  τῶν  Παραδουναβίων  Μητροπόλεων, "ἕνεκα  τῆς  ἐλλείψεως  τούτου  ἐν  τῷ  Πατριαρχείῳ  ΚΠόλεως" (Ἀρχιμ. Καλλίστου, "Οἱ  ἀγῶνες  τῶν  Πατριαρχῶν  καί  τῆς  Ἀδελφότητος  ὑπέρ  τῶν  Ἱερῶν  Προσκυνημάτων  κατά  τόν ΙΣΤ  καί ΙΖ αἰ."· Περιοδικό  ΝΕΑ ΣΙΩΝ, τ. 23, 1928, σελ. 618). "Τό  γεγονός  αὐτό (τῆς  ἀντιδράσεως)  περιγράφεται  ὑπό  τοῦ  ἰδίου  τοῦ  Δοσιθέου - γράφει  ὁ  Ἰω. Ντοῦρας - ὅ,τι  ὅμως  ἐκπλήσει  τόν  ἀναγνώστην  ἐνταῦθα εἶναι  οἱ  τραχεῖς  λόγοι, οἱ  χρησιμοποιηθέντες  ὑπό  τοῦ Δοσιθέου" (Ἰω. Ντοῦρα, "Ὁ Δοσίθεος  Ἱεροσο-λύμων  καί  ἡ  προσφορά  αὐτοῦ  εἰς  τάς  Ρουμανικάς  Χώρας", Ἀθῆναι 1977, σελ. 98).
"Ὁ  δέ  ΚΠόλεως  Μεθόδιος  - γράφει  ὁ  Δοσίθεος - ἐλυπήθη  πῶς  δέν  ἔκραξαν  Ἀρχιερέα  του  οἱ  ἐν  Οὐγγροβλαχίᾳ, διά  νά  πάρη  καί  ἀπ' αὐτοῦ  ἀργυρίδιον, διά  τό  ἐψηθέν  ἐκεῖσε  Ἅγιον  Μύρον . Καί δή   ἀπηρυθριασμένος  καί  ἀναισχύντως  ἔγραψε  μοι  πολλά, λίαν  ἀμαθῶς· ἐσυμπέρανε  γάρ,  ὅτι  μόνῳ  ἐκείνῳ   ἴδιον  τό  ἔργον  τοῦτο. Ὅμως, τό  Ἅγιον  Μύρον  καί  ἁπλός  Ἐπίσκοπος  κατασκευάζει, καί  μάλιστα  ἀναγκαίως. Ἐπειδή  τό  Πατριαρχικόν  ἀξίωμα  εἶναι  χθεσινόν  καί  πρό  τούτου  ποῖοι ἔψηνον  τό  Μύρον; Λαβών  δέ  καιρίαν  τήν  ἀπόκρισιν  καί  ὅτι  οὐ  παρά  Κανόνας  ἐγένετο, ἀλλά  καί  ὅτι  δικαιώτατα  πεποιήκαμεν, φρο-ντίσαντες  περί  τοῦ  κοινοῦ  τῆς  Ἐκκλησίας, ὑπό  τῆς  ἀληθείας  ταπεινωθείς..., ἀποφαίνεται ὅτι  συγχωρεῖ" (Ἀ. Παπαδοπούλου - Κεραμέως, "Ἀνάλεκτα", τ. 1, σελ. 283 - 284).
Τήν  ἄποψη  περί  Καθαγιασμοῦ  Ἁγίου  Μύρου  ὑπό  μόνου  τοῦ  Πατριαρχείου  ΚΠόλεως  ἀμφισβητοῦν  ἔμπρακτα τά  Πατριαρχεῖα  Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας  καί  Γεωργίας, τά  ὁποῖα  καθαγιάζουν  ἀπό  αἰώνων  Ἅγιο  Μύρο, ἀνεξαρτήτως  τῆς  Ἐκκλησίας  τῆς  ΚΠόλεως.  Λ. χ.  στήν  Ἐκκλησία  τῆς  Ρωσίας  Ἅγιο  Μύρο  καθαγία-σαν  οἱ  Πατριάρχες  Ἰωσήφ  (1642 - 1652)  καί  Τύχων  (1917 - 1925)  καί  ἀσφαλῶς  καί  ἄλλοι  πρίν  τόν  Ἰωσήφ  καί  ἐνδιαμέσως.
Ἡ  Ἐκκλησία  τῆς  Ἑλλάδος, κατά  τά  προβλεπόμενα  στόν  Συνοδικό  Τόμο  τοῦ  1850, δεσμεύθηκε "λαμβάνειν, ὁσάκις  ἄν  χρήζη, καί  τό  Ἅγιον  Μύρον  παρά  τῆς  Ἁγίας  τοῦ  Χριστοῦ  Μεγάλης  Ἐκκλησίας"  (Ράλλη  - Ποτλῆ  αὐτ., τ. 5,   σελ. 183).   Κατά  τῆς  δεσμεύσεως  αὐτῆς  ἔγραψαν  οἱ  Θεόκλητος  Φαρμακίδης, Ἰεζεκιήλ  Βελανιδιώτης, Γ.  Μαυροκορδάτος κ. ἄ., πλήν  ὅμως  ἡ  δέσμευση  αὐτή τηρήθηκε  μέχρι  τό  1924  καί  συνεχίζει  νά τηρεῖται  μέχρι  σήμερα  ἀπό  τήν  Νεοημερολογική  ῾Ιεραρχίας.






Εν έτη 2019 ακόμη έχουμε το μύρο που παρασκευάζεται με 57 ουσίες, κάτι που κατοχυρώθηκε το 1951 επί Πατριάρχου Αθηναγόρα. Εως το 1951 ο αριθμός των ουσιών είτε αυξανόταν, είτε μειωνόταν, ενώ η πρώτη γραπτή συνταγή λέγεται ότι είναι του 8ου αι. γραμμένη σε βερβερινό κώδικακαι με 13 υλικά. Συγκεκριμένα οι συνταγές που κατά καιρούς δημιουργήθηκαν για την παραγωγή μύρου είναι καταγεγραμμένες στην τυπική διάταξη της Συνοδικής εν Μόσχα Βιβλιοθήκης, στο Ευχολόγιο του Γκόαρ και στο Μέγα Ευχολόγιο.

Διαδικασία Παρασκευής 



Όταν το μύρο τελειώνει έχουν περάσει περίπου 10 χρόνια από την παρασκευή του, που γίνεται με απόφαση συνόδου του Πατριαρχείου σε ειδικό Κουβούκλιο του Πατριαρχείου. Η έψηση του Μύρου συμβαίνει κατά τη Μεγάλη Βδομάδα, και συγκεκριμένα από την Κυριακή των Βαΐωνμέχρι και τη Μεγάλη Πέμπτη και επιβλέπεται από δυο επιτροπές σε αυτή τη διαδικασία. Πρώτον η εκκλησιαστική που έχει ιερείς και δεύτερον οι κοσμήτορες που είναι χημικοί, φαρμακοποιοί και έμποροι αρωμάτων. Σε αυτή πρόεδρος είναι ο Άρχων Μυρεψός.[1]
  • Για την παρασκευή του Άγιου Μύρου πρέπει να προηγηθεί "Μικρός Αγιασμός" και ευλογία των υλικών και των σκευών από τον Πατριάρχη. Αυτό γίνεται την Κυριακή των Βαΐων και τη Μεγάλη Δευτέρα. Ο Πατριάρχης πρέπει πρώτα να τελειώσει με τον αγιασμό και να βάλει μερικά υλικά στους λέβητες. Ύστερα ανάβει τη φωτιά για το ψήσιμο και βάζει για προσάναμμα κομμάτια παλιών εκκλησιαστικών κειμένων,παλιών εικόνων και ξύλα που δεν χρειάζονταν από ναούς.
  • Ακολούθως τη Μεγάλη Τρίτη γίνεται μνημόσυνο και διαβάζεται το Ευαγγέλιο για αυτούς που έχουν διαθέσει χρήματα για την παρασκευή του.
  • Το μείγμα, τα βότανα και ο μόσχος προστίθενται στους λέβητες τη Μεγάλη Τετάρτη, όπου τελειώνει και η παρασκευή του Άγιου Μύρου. Αυτό τοποθετείται σε αργυρά μεγάλα δοχεία.
  • Στο παρεκκλήσι του Αγίου Ανδρέα τη Μεγάλη Πέμπτη το πρωί γίνεται ο Όρθρος και αμέσως μετά λιτανεία στην αυλή του Πατριαρχείου. Το Άγιο Μύρο μεταφέρεται εκεί από 24 αρχιμανδρίτες οι οποίοι κρατούν 24 αργυρά δοχεία, με τελευταίο τον Πατριάρχη που κρατά μια μικρή Μυροθήκη. Στην λιτανεία παρευρίσκονται εκπρόσωποι του ελληνικού κράτους και διπλωμάτες.Πριν το Άγιο Μύρο μεταφερθεί στα μεγάλα δοχεία του Μυροφυλακίου (στον πύργο του Πατριαρχείου), τελείται Θεία Λειτουργία όπου γίνεται ο καθαγιασμός του. Από το Μυροφυλάκιο μεταφέρεται στις ορθόδοξες εκκλησίες.




Χρήσεις 

  1. Στο χρίσμα του βαπτίσματος προκειμένου να δωθούν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος σε εκείνον που βαπτίζεται
  2. Για το χρίσμα ανθρώπων γίνονται χριστιανοί ορθόδοξοι από άλλα δόγματα, των οποίων θεωρείται έγκυρη η προηγούμενη βάπτιση
  3. Για τον καθαγιασμό της Αγίας Τράπεζας σε καινούργιους ναούς
  4. Στην καθιέρωση αντικειμένων και εικόνων
  5. Στη στέψη ορθοδόξων Βασιλέων και Αυτοκρατόρων
  6. Στην ανακομιδή ιερών λειψάνων

ΜΕΤΑΝΟΙΑ , ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ»

«ΜΕΤΑΝΟΙΑ , ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ»
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



«Λουσθήτε και καθαρισθήτε, διώξτε την πονηρία από τις ψυχές σας ∙ μάθετε να κάνετε το καλό» ( Ησ. 1, 16-17 ). Και ποίο είναι το καλό που προστάζεις; «Βοηθείστε τον ορφανό και δώστε στην χήρα το δίκιο της». Δεν δίνει βαρειές εντολές ,αλλά διατάζει όσα και η ανθρώπινη φύσις υποδεικνύει , ότι δηλαδή η γυναίκα χρειάζεται ευσπλαχνία. «Και ελάτε να κουβεντιάσουμε , λέγει ο Κύριος» ( Ησ. 1,18 ) . Κάνετε κάτι μικρό κι εγώ θα προσθέσω το υπόλοιπο∙ δώστε μου το λίγο κι εγώ θα σας χαρίσω το όλο. «Ελάτε». Και πού να έλθουμε; Σε μένα που ερεθίσατε, που εξωργίσατε, σε μένα που είπα∙ «Δεν σας ακούω», για να φοβηθήτε την απειλή μου και με την μετάνοιά σας  ας να διώξετε την οργή μου. Ελάτε προς εμένα που δεν σας ακούω, για να σας ακούσω.
Και τί θα μου προσφέρης;Τέλεια θεραπεία, που δεν αφήνει ίχνος, δεν αφήνει σημάδι, δεν αφήνει ουλή. «Ελάτε να συζητήσουμε, λέει ο Κύριος»∙ και προσθέτει: «Κι αν οι αμαρτίες σας είναι σαν το κόκκινο ρούχο, θα τις κάνω λευκές σαν το χιόνι» ( Ησ. 1,18 ) . Μήπως υπάρχη κάπου σημάδι; Μήπως υπάρχει κάπου ρυτίδα μαζί με άσπρο και αστραφτερό χρώμα; «Κι αν οι αμαρτίες σας είναι κατακόκκινες , θα τις ασπρίσω σαν το μαλλί των προβάτων». Μήπως υπάρχουν κάπου μελανιές; Μήπως υπάρχει κηλίδα; Όχι! Και πώς κατορθώνονται αυτά; Μήπως άλλες είναι οι υποσχέσεις; Όχι. Το αψευδές στόμα του Κυρίου τα είπε αυτά. Και είδες όχι μόνο το μέγεθος των υποσχέσεων, αλλά και το μεγαλείο Εκείνου που δώρησε αυτά. Διότι στον Θεό, που έχει τη δύναμι να καθαρίση τον αμαρτωλό από κάθε ρύπο, τα πάντα είναι δυνατά.
Λοιπόν, αφού ακούσαμε αυτά και αφού γνωρίζουμε το φάρμακο της μετανοίας , ας Τον δοξολογήσουμε , διότι σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμις στον αιώνα , Αμήν.
Ὑπομονή καί αὐτομεμψία
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ”
«Ἀγαθόν μοι ὅτι ἐταπείνωσάς με, ὅπως ἄν μάθω τά δικαιώματά σου.» Ψαλμ. 118 : 71 «Κατοικία τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ὑπομονή, ἐπειδή μέσα σ᾿ αὐτήν ζεῖ ἐξασφαλισμένη, καί τροφή τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ταπείνωση, ἐπειδή μ᾿ αὐτήν τρέφεται», λέει ὁ ὅσιος Ἠλίας ὁ Ἔκδικος1. Ὅταν ἀκριβῶς τρέφεται ἡ ψυχή μέ τήν ἁγία τροφή τῆς ταπεινώσεως, μπορεῖ νά παραμένει στήν ἁγία κατοικία τῆς ὑπομονῆς. Ὅταν ἡ τροφή αὐτή εἶναι ἀνεπαρκής, τότε ἡ ψυχή βγαίνει ἀπό τό σπίτι τῆς ὑπομονῆς. Καί τότε σάν ἀνεμοστρόβιλος ἡ ταραχή τήν ἁρπάζει, τήν παρασύρει καί τή ζαλίζει. Μέσα της ξεσηκώνονται σάν κύματα διάφοροι ἐμπαθεῖς λογισμοί καί ἐμπαθή αἰσθήματα, πνίγοντάς την στά βάθη σκοτεινῶν καί ἁμαρτωλῶν φαντασιῶν, λόγων καί πράξεων. Ἔτσι ἡ ψυχή καταντᾶ σέ κατάσταση ἀδυναμίας, σκοτισμοῦ καί ἀκηδίας, πέφτοντας συχνά στό βάραθρο τῆς θανάσιμης ἀπελπισίας καί τῆς ὁλοκληρωτικῆς διαλύσεως. Θέλεις νά παραμείνεις μέσα στήν ἁγία κατοικία τῆς ὑπομονῆς καί νά μή βγαίνεις ἀπ᾿ αὐτήν;
Τότε πρέπει νά προμηθευτεῖς τήν ἀπαραίτητη τροφή. Ἀπόκτησε καί πολλαπλασίασε μέσα σου ταπεινές σκέψεις καί ταπεινά αἰσθήματα. Τή μορφή τῆς ταπεινώσεως πού μᾶς προετοιμάζει γιά νά κάνουμε ὑπομονή στίς θλίψεις, προτοῦ αὐτές ἔρθουν, ἀλλά καί πού μᾶς κάνει ἱκανούς νά σηκώσουμε μέ ἀμείωτη ὑπομονή τίς θλίψεις, ὅταν αὐτές ἔρθουν, οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν ὀνομάζουν αὐτομεμψία. Αὐτομεμψία εἶναι ἡ ἐνοχοποίηση καί κατάκριση τοῦ ἑαυτοῦ μας γιά τήν ἁμαρτωλότητά του, μιά κατάσταση κοινή σ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γιά τήν οἰκείωση τῆς αὐτομεμψίας ὠφέλιμο εἶναι νά θυμόμαστε καί νά ἀναλογιζόμαστε ἕνα-ἕνα τά ἁμαρτήματά μας, ἐκτός ἀπό τά σαρκικά, πού τή λεπτομερή ἐπαναφορά τους στή μνήμη μας πρέπει νά τήν ἀποφεύγουμε, σύμφωνα μέ τούς Πατέρες2, ὡς ἐπιζήμια, ἐπειδή αὐτή μπορεῖ νά ξαναφουντώσει μέσα μας τήν ἐπιθυμία τῆς ἁμαρτωλῆς ἡδονῆς. «ἀπό δέ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καί βιασταί ἁρπαζουσιν αὐτήν» Ματθ. ια΄: 12.
Ἡ αὐτομεμψία εἶναι μοναχική ἐργασία, ἐργασία νοερή, πού ἐναντιώνεται καί ἀντιδρᾶ στή νοσηρή τάση τῆς πεσμένης φύσεως τῶν ἀνθρώπων –ὅλων, ἀκόμα κι ἐκείνων πού κατάφωρα ἁμαρτάνουν– νά παρουσιάζονται σάν δίκαιοι καί μέ κάθε ἀπατηλό τρόπο νά ὑπερασπίζουν τήν ἀθωότητά τους. Ἡ αὐτομεμψία εἶναι ἄσκηση βίας στή φύση μας, ὅπως καί ἡ προσευχή καί οἱ ἄλλες μοναχικές ἀσκήσεις· γιατί «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μέ τή βία κερδίζεται, καί τήν κατακτοῦν αὐτοί πού ἀσκοῦν βία στόν ἑαυτό τους»3. Στήν αρχή ἡ αὐτομεμψία εἶναι μηχανική, γίνεται δηλαδή μέ τή γλώσσα ἤ μέ τόν νοῦ, χωρίς ἀντίστοιχη συναίσθηση τῆς καρδιᾶς ἤ καί ἀντίθετα σ᾿ αὐτήν. Σιγά-σιγά, ὅμως, ἡ καρδιά ἀρχίζει νά συναισθάνεται τά λόγια ἤ τούς λογισμούς τῆς αὐτομεμψίας. Καί τελικά ἡ αὐτομεμψία θά φτάσει νά ξεχύνεται αὐθόρμητα ἀπό τήν ψυχή μαζί μέ τό πένθος. Ὅταν γίνει αὐτό, ὁ ἀγωνιστής θεωρεῖ ἀσήμαντα ἤ δέν βλέπει καθόλου τά ἐλαττώματα καί τά ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων· εἶναι εἰρηνικός μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί σέ ὅλες τίς συνθῆκες· συγκεντρώνει τούς λογισμούς του, πού ὥς τότε ἦταν σκορπισμένοι ἐδῶ κι ἐκεῖ, στό ἔργο τῆς μετάνοιας· ἀποκτᾶ προσεκτική καί κατανυκτική προσευχή· γεμίζει ἀπό πνευματικό θάρρος καί ὁπλίζεται μέ τήν ἀκαταμάχητη δύναμη τῆς ὑπομονῆς.
Ταπεινές σκέψεις αὐτομεμψίας βρίσκονται ἄφθονες σ᾿ ὅλα τά προσευχητάρια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Οἱ μοναχοί, πάντως, καθημερινά ἀσκοῦνται στήν αὐτομεμψία. Μέσω αὐτῆς ἀγωνίζονται νά συνειδητοποιήσουν τήν ἁμαρτωλότητά τους, μολονότι ἡ φθαρμένη ἀνθρώπινη φύση δέν θέλει νά παραδεχθεῖ καί νά οἰκειωθεῖ αὐτή τήν ἀλήθεια. Γιά ὅλους τούς μοναχούς εἶναι ὠφέλιμη ἡ αὐτομεμψία, τόσο γιά τούς ἀρχάριους ὅσο καί γιά τούς προχωρημένους, τόσο γιά τούς κοινοβιάτες ὅσο καί γιά τούς ἡσυχαστές. Γιά τούς τελευταίους, τό πιό ἐπικίνδυνο πάθος, τό πάθος πού μπορεῖ νά καταστρέψει ὅλη τήν πνευματική τους ἐργασία, εἶναι ἡ ὑψηλοφροσύνη4. Ἔτσι, ἀπεναντίας, ἡ πιό βασική ἀρετή πάνω στήν ὁποία θεμελιώνονται καί στηρίζονται ὅλες οἱ ἄλλες ἀρετές τους, εἶναι ἡ αὐτομεμψία. Γι᾿ αὐτό ἐκεῖνος ὁ ἡσυχαστής ἀββάς τοῦ ὄρους τῆς Νιτρίας εἶπε ὅτι παντοτινό μέλημά του ἦταν νά κατηγορεῖ καί νά κατακρίνει τόν ἑαυτό του5. «ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τήν δοκόν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καί τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τό κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου.» Ματθ. Ζ΄: 5.
Ἡ αὐτομεμψία, στήν πληρότητα καί τήν καθαρότητά της, ξεριζώνει ὁλοκληρωτικά ἀπό τήν καρδιά τήν κακία, τήν κατάκριση καί τήν ὑποκρισία. Αὐτές δἐν παύουν νά ζοῦν στήν καρδιά, ὅσο βρίσκει τόπο μέσα της ἡ αὐτοδικαίωση. Ὁ ὅσιος Ποιμήν ὁ Μέγας λέει πώς ἡ ἀποφυγή τῆς κακολογίας εἶναι δυνατή, ὅταν ὁ ἄνθρωπος σέ κάθε περίπτωση θεωρεῖ ἀξιοτίμητο τόν πλησίον καί ἀξιοκατάκριτο τόν ἑαυτό του.6. Καί ὁ Σωτήρας μας ἀποκαλεῖ ὑποκριτή ἐκεῖνον πού κατακρίνει τόν πλησίον7. Μέ τήν αὐτομεμψία ὁ ἡσυχαστής, βλέποντας τούς ἄλλους σάν ἁγίους καί ἀγγέλους καί τόν ἑαυτό του σάν τόν μεγαλύτερο ἁμαρτωλό, βυθίζεται στήν ἄβυσσο τῆς διαρκοῦς κατανύξεως.
Ἐξαίρετα παραδείγματα βρίσκουμε στούς θρηνητικούς λόγους τοῦ ἀββᾶ Ἡσαΐα καί στόν 80ό λόγο τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου. Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, πού ἀπευθύνεται γενικά στούς ἡσυχαστές, ἔβαλε σ᾿ αὐτόν τόν λόγο τήν ἑξῆς ἐπικεφαλίδα: «Ἡμερήσιο ὑπόμνημα, ἀπόλυτα ἀναγκαῖο καί χρήσιμο γι᾿ αὐτόν πού ἡσυχάζει στό κελλί του καί προσέχει μόνον τόν ἑαυτό του». «Ἐγγισάτω ἡ δέησίς μου ἐνώπιόν σου, Κύριε· κατά τό λόγιον σου συνέτισόν με.» Ψαλμ. 118 : 169
Λέει, λοιπόν: «Κάποιος ἀδελφός ἔγραψε τά ἀκόλουθα καί τά τοποθέτησε μπροστά του, γιά νά τά θυμᾶται πάντα: » “Ντροπιασμένε ἄνθρωπε, ξόδεψες τή ζωή σου ἀνόητα, καί σοῦ ἀξίζει κάθε τιμωρία. Προφυλάξου τουλάχιστον αὐτή τήν ἡμέρα, τήν τελευταία ἀπό τίς ἡμέρες σου, πού τίς πέρασες μάταια, ἄδειες ἀπό καλά καί πλούσιες σέ κακά. Μή ρωτήσεις γιά τόν κόσμο καί τήν κατάστασή του μήτε γιά τούς μοναχούς καί τίς ὑποθέσεις τους ἤ ἀκόμα καί τό μέγεθος τῆς ἀσκητικῆς τους ἐργασίας· γιά τίποτε ἀπ᾿ αὐτά μή νοιαστεῖς. Βγῆκες ἀπό τόν κόσμο μέ μυστήριο καί θεωρήθηκες νεκρός γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Νά μή ζήσεις πιά, λοιπόν, γιά τόν κόσμο οὔτε γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου, γιά νά βρεῖς ἀνάπαυση καί νά ζήσεις ἑνωμένος μέ τόν Χριστό. » Γίνε ἕτοιμος νά δεχθεῖς ἀπ᾿ ὅλους κάθε ἐξευτελισμό, κάθε βρισιά, κάθε χλευασμό, κάθε κατηγορία. Καί ὅλα αὐτά νά τά δέχεσαι μέ χαρά, μέ τή σκέψη ὅτι πράγματικά τά ἀξίζεις. Σήκωσε μέ ὑπομονή καί κάθε πόνο, κάθε θλίψη,κάθε κίνδυνο πού προέρχεται ἀπό τούς δαίμονες, τῶν ὁποίων πρόθυμα ἔκανες τό θέλημα. Μέ γενναιότητα ἀντιμετώπισε, ἐπίσης, κάθε ἀνάγκη, κάθε δύσκολη περίσταση, κάθε πίκρα. Κάνε ὑπομονή, ἔχοντας πεποίθηση στόν Θεό, καί ὅταν στερεῖσαι τίς ἀναγκαῖες τροφές τοῦ σώματος, πού σέ λίγο θά μεταβληθοῦν σέ κοπριά.
»”Καί ὅλα τοῦτα νά τά δέχεσαι ἀγόγγυστα, μέ ἐλπίδα στόν Θεό, μήν περιμένοντας λύτρωση ἀπό ἀλλοῦ, μήν περιμένοντας παρηγοριά ἀπό ἄλλον. Ἀπόθεσε τίς ἔγνοιες σου στόν Κύριο καί κατάκρινε τόν ἑαυτό σου ὡς αἴτιο ὅλων τῶν πειρασμῶν σου. Ἀπό τίποτα νά μήν σκανδαλιστεῖς καί κανέναν ἀπ᾿ ὅσους σέ λυποῦν νά μήν κατηγορήσεις. Γιατί ἔφαγες ἀπό τούς καρπούς τοῦ ἀπαγορευμένου δένδρου καί ἀπέκτησες διάφορα πάθη. Δέξου, λοιπόν, μέ χαρά τίς πίκρες, γιά νά ταρακουνηθεῖς λίγο καί ὕστερα νά γλυκαθεῖς. »”Ἀλίμονο σ᾿ ἐσένα καί στή βρωμερή δόξα σου! Ἄφησες τόν ἑαυτό σου, λές καί δέν εἶναι ἀξιοκατάκριτος, ἐνῶ εἶναι γεμάτος ἀπό κάθε ἁμαρτία, καί κατέκρινες ἄλλους μέ τά λόγια ἤ τούς λογισμούς.
Σέ ἱκανοποιεῖ, ναί, σέ ἱκανοποιεῖ αὐτή ἡ τροφή, τροφή γιά γουρούνια, μέ τήν ὁποία τρέφεσαι ὥς τώρα. Τί σχέση ἔχεις ἐσύ μέ τούς ἀνθρώπους, βρωμιάρη; Δέν ντρέππεσαι νά συναναστρέφεσαι μ᾿ αὐτούς, ἀφοῦ ἔδειξες τόσο ἄλογη διαγωγή; Ἄν τά προσέξεις αὐτά καί τά κρατήσεις ὅλα, ἴσως νά σωθεῖς μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά, θά καταλήξεις στόν σκοτεινό τόπο καί στά σκηνώματα τῶν δαιμόνων, τῶν ὁποίων τό θέλημα ἔκανες ἀσύστολα. Νά, σέ προειδοποίησα γιά ὅλα αὐτά. Ἄν ὁ Θεός ἐνεργήσει δίκαια καί σοῦ ἀνταποδώσει τίς προσβολές καί τίς μομφές, τίς ὁποῖες σκέφτηκες ἤ καί ξεστόμισες ἐναντίον Του μέχρι σήμερα, ὁ κόσμος ὅλος θά ἀσχοληθεῖ μ᾿ ἐσένα. Διορθώσου, λοιπόν, ἀπ᾿ αὐτή τή στιγμή καί σήκωσε ὑπομονετικά τίς πικρές ἀνταμοιβές πού σέ πλησιάζουν”. «γενέσθω ἡ χείρ σου τοῦ σῶσαί με, ὅτι τάς ἐντολάς σου ᾑρετισάμην. ἐπεπόθησα τό σωτήριόν σου, Κύριε, καί ὁ νόμος σου μελέτη μού ἐστι.» Ψαλμ. 118 : 173 – 174
»Ὅλα αὐτά τά θύμιζε στόν ἑαυτό του ὁ ἀδελφός κάθε μέρα, ὥστε, ὅταν θά τόν ἔβρισκε πειρασμός ἤ θλίψη, νά μπορέσει νά κάνει ὑπομονή, εὐχαριστώντας τόν Θεό, κι ἔτσι νά ὠφεληθεῖ. »Μακάρι νά ὑπομείνουμε κι ἐμεῖς τίς μελλοντικές μας θλίψεις, εὐχαριστώντας τόν φιλάνθρωπο Θεό, γιά νά ὠφεληθοῦμε μέ τή χάρη Του»8. Ἡ αὐτομεμψία ἔχει μιά χαρακτηριστική, μυστική καί ἐξαιρετικά ὠφέλιμη ἰδιότητα: Ξαναφέρνει στή μνήμη μας καί τά ἁμαρτήματα ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἴχαμε ἐντελῶς λησμονήσει ἤ στά ὁποῖα δέν εἴχαμε δώσει καμιά προσοχή. Ὅσο ἀσκεῖται κανείς στήν αὐτομεμψία, τόσο ἀποκτᾶ τή συνήθεια νά κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του. Καί ἐκεῖνος πού ἔκανε ὁριστικό του κτῆμα αὐτή τή συνήθεια, ὅταν βρεθεῖ ἀντιμέτωπος μέ ὁποιαδήποτε συμφορά, τή δέχεται ἀβίαστα σάν δίκαιη ἀνταμοιβή γιά τίς ἁμαρτίες του. Ἡ συνήθεια τῆς αὐτομεμψίας, βλέπετε, ἐνεργεῖ αὐτόματα μέσα του σέ κάθε κακό πού τόν βρίσκει.
«Ἡ αἰτία κάθε ταραχῆς», λέει ὁ ἀββάς Δωρόθεος, «ἄν καλοεξετάσουμε τήν ὑπόθεση, εἶναι ἡ ἔλλειψη, αὐτόμεμψίας. Γι᾿ αὐτό νιώθουμε τόση κατάθλιψη, γι᾿ αὐτό δέν βρίσκουμε ποτέ ἀνάπαυση. Ἔτσι, δέν εἶναι παράξενο τό ὅτι ἀκοῦμε ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁγίους νά λένε: “Δέν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος ἐκτός ἀπ᾿ αὐτόν”9. Βλέπουμε, ἄλλωστε, ὅτι κανένας ἀπ᾿ ὅσους ἀκολούθησαν ἄλλο δρόμο δέν βρῆκε ἀνάπαυση. Καί περιμένουμε ἐμεῖς νά βροῦμε ἀνάπαυση ἤ νά κρατηθοῦμε στόν σωστό δρόμο, μή θέλοντας ποτέ νά κατηγοροῦμε τόν ἑαυτό μας; Πράγματι, ἀκόμα κι ἄν ὁ ἄνθρωπος πετύχει πολλά πνευματικά κατορθώματα, δέν πορευθεῖ ὅμως μέσα στόν δρόμο τῆς αὐτομεμψίας, ποτέ δέν θά πάψει νά στενοχωρεῖ καί νά στενοχωριέται καί νά χάνει ὅλους τούς κόπους του. Ἀπεναντίας, ποιά χαρά καί ποιάν ἀνάπαυση δέν ἔχει, ὅπου κι ἄν βρεθεῖ, ἐκεῖνος πού μέμφεται τόν ἑαυτό του, ὅπως ἀκριβῶς εἶπε καί ὁ ἀββάς Ποιμήν10; Γιατί, ὅ,τι κι ἄν τοῦ συμβεῖ, ζημιά ἤ ἀτίμωση ἤ ὁποιαδήποτε στενοχώρια, ποτέ δέν ταράζεται, θεωρώντας προκαταβολικά τόν ἑαυτό του ἄξιο κάθε κακοῦ. Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀνάπαυση ἀπ᾿ αὐτήν;
»Ἀλλά μπορεῖ νά πεῖ κάποιος: “. Ἄν μέ στενοχωρεῖ ἕνας ἀδελφός κι ἐγώ, ψάχνοντας μέσα μου, βρίσκω ὅτι δέν τοῦ ἔδωσα καμιάν ἀφορμή, πῶς μπορῶ νά κατηγορήσω τόν ἑαυτό μου;”. Ἡ ἀλήθεια εἶναι πώς, ἄν ἐξετάσει κανείς τόν ἑαυτό του μέ φόβο Θεοῦ, ὁπωσδήποτε θά βρεῖ ὅτι ἔδωσε ἀφορμή εἴτε μέ πράξη εἴτε μέ λόγο εἴτε μέ κάποια κίνηση. Μά κι ἄν ἀκόμα βλέπει, ὅπως λέει, ὅτι ὁ ἴδιος δέν ἔδωσε καμίαν ἀπολύτως ἀφορμή στή συγκεκριμένη περίπτωση, ἴσως νά τόν στενοχώρησε κάποιαν ἄλλη φορά, εἴτε γιά τό ἴδιο θέμα εἴτε γιά κάποιο ἄλλο, ἤ ἴσως νά στενοχώρησε κάποιον ἄλλον ἀδελφό, καί ἔπρεπε νά ὑποφέρει γι᾿ αὐτό ἤ, ὅπως πολλές φορές συμβαίνει, καί γιά κάποιαν ἄλλη ἁμαρτία. Ἔτσι, ἄν κανείς, ὅπως εἶπα, ἐξετάσει τή συνείδησή του μέ ἀκρίβεια, θά βρεῖ ὁπωσδήποτε ὅτι εἶναι ἔνοχος»11.
Τί θαυμαστό! Ἐνῶ ἀρχίζουμε νά κατηγοροῦμε τόν ἑαυτό μας μηχανικά καί μέ τήν ἄσκηση βίας, φτάνουμε τελικά σέ τόσο πειστική καί τόσο δραστική αὐτομεμψία, πού μέ τή βοήθειά της ὑπομένουμε ὄχι μόνο τίς συνηθισμένες θλίψεις ἀλλά καί τίς μεγαλύτερες συμφορές. Οἱ δοκιμασίες δέν ἔχουν ἀντικειμενικό βάρος γι᾿ αὐτόν πού ἀγωνίζεται ἀποτελεσματικά· τίς αἰσθάνεται ὅλο καί ἐλαφρότερες, ἀνάλογα μέ τήν προκοπή του. Γιατί ὅσο προοδεύει ἡ ψυχή, τόσο παίρνει δύναμη καί μπορεῖ νά βαστάζει ὅσα τή βρίσκουν12. Ἡ δύναμη αὐτή εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὑπομονή, πού ριζώνει βαθιά στήν καρδιά μέ τή βοήθεια τῆς ταπεινώσεως. «ὑμῶν δέ καί αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημένα εἰσί.» Ματθ. ι΄ : 30.
Ἡ ἀταλάντευτη πίστη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐνισχύει τήν ὑπομονή καί ἑδραιώνει στήν ψυχή τήν αὐτομεμψία. «Ἕνα ζευγάρι σπουργίτια δέν πουλιέται γιά ἕνα μόνο ἀσσάριο;», εἶπε ὁ Κύριος στούς μαθητές Του. «Καί ὅμως, οὔτε ἕνα ἀπ᾿ αὐτά δέν πέφτει στή γῆ χωρίς νά τό θέλει ὁ Πατέρας σας. Ὅσο γιά σᾶς, ὁ Θεός ἔχει μετρημένες ἀκόμα καί τίς τρίχες τοῦ κεφαλιοῦ σας. Μή φοβηθεῖτε, λοιπόν!»13. Μ᾿ αὐτά τά λόγια ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου ἔδειξε τήν ἄγρυπνη φροντίδα τοῦ Θεοῦ –γιατί μόνο ὁ παντοκράτορας καί παντοδύναμος Θεός μπορεῖ νά ἔχει τέτοια φροντίδα– γιά τούς δούλους καί τούς ὑπηρέτες Του. Ἡ φροντίδα αὐτή τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔχει λυτρώσει ἀπό κάθε μικρόψυχη μέριμνα καί κάθε φόβο γιά τόν ἑαυτό μας, φόβο πού ἐμπνέει ἡ ἀπιστία. «Ταπεινῶστε, λοιπόν, τόν ἑαυτό σας κάτω ἀπό τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, γιά νά σᾶς ἐξυψώσει τήν ὥρα τῆς Κρίσεως. Ἀφῆστε ὅλες σας τίς φροντίδες σ᾿ Αὐτόν, γιατί Αὐτός φροντίζει γιά σᾶς»14. Ὅταν μᾶς βρίσκουν θλίψεις, ὁ Θεός τό βλέπει.
Αὐτό συμβαίνει ὄχι μόνο μέ παραχώρησή Του, ἀλλά καί μέσα στά πλαίσια τῆς παναγίας πρόνοιάς Του γιά μᾶς. Ἐπιτρέπει νά ταλαιπωρηθοῦμε λίγο γιά τίς ἁμαρτίες μας ἐδῶ, προκειμένου νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν αἰώνια ταλαιπωρία. Συχνά συμβαίνει νά παραμένει ἄγνωστη στούς ἀνθρώπους μιά κρυφή καί βαριά ἁμαρτία μας. Ἔτσι δέν τιμωρούμαστε, σκεπασμένοι ἀπό τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Τόν ἴδιο καιρό ἤ μετά τήν παρέλευση κάποιου χρονικοῦ διαστήματος μπορεῖ νά ὑποφέρουμε, φαινομενικά ἀναίτια καί ἄδικα, λόγω μιᾶς συκοφαντίας ἤ ὑποφέρουμε γιά κάποια κρυφή ἁμαρτία μας. Ὁ φιλεύσπλαχνος Θεός, πού σκέπασε αὐτή τήν ἁμαρτία, μᾶς παρέχει τή δυνατότητα νά στεφανωθοῦμε μέ τό στεφάνι τῶν μαρτύρων, ὑπομένοντας τή συκοφαντία, καί συνάμα νά καθαριστοῦμε ἀπό τό κρυφό ἁμάρτημα μ᾿ αὐτή τήν τιμωρία. Ἄς δοξάσουμε, λοιπόν, τήν παναγία πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ἄς ταπεινωθοῦμε μπροστά Του. «ζήσεται ἡ ψυχή μου καί αἰνέσει σε, καί τά κρίματά σου βοηθήσει μοι.» Ψαλμ. 118 : 175.
Διδακτικό παράδειγμα αὐτοκατακρίσεως καί αὐτομεψίας ἑνωμένης μέ τή δοξολογία τῶν δικαίων καί φιλανθρώπων κρίσεων τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔδωσαν οἱ ἅγιοι Τρεῖς Παῖδες, ὅταν ἦταν ριγμένοι μέσα στό καμίνι τῆς Βαβυλώνας. «Δοξασμένος εἶσαι Κύριε, Θεέ τῶν προγόνων μας», ἔλεγαν, «καί σ᾿ Ἐσένα πρέπουν ὕμνοι· δοξασμένο τό ὄνομα Σου σ᾿ ὅλους τούς αἰῶνες. Γιατί εἶσαι δίκαιος σέ ὅλα ὅσα μᾶς ἔκανες. Τά ἔργα Σου ὅλα εἶναι ἀληθινά. Οἱ δρόμοι Σου εἶναι ἴσιοι. Οἱ κρίσεις Σου ὅλες εἶναι δίκαιες. Ἀλάθητες ἦταν οἱ ἀποφάσεις Σου γιά ὅλες τίς θλίψεις πού ἔστειλες σ᾿ ἐμᾶς καί στήν Ἱερουσαλήμ, τήν ἁγία πόλη τῶν προγόνων μας. Μέ ἀκρίβεια καί δικαιοσύνη ἀποφάσισες νά μᾶς στείλεις ὅλα αὐτά τά δεινά ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Γιατί ἁμαρτήσαμε, ἀθετήσαμε τόν νόμο Σου καί φύγαμε μακριά Σου. Σέ ὅλα ἁμαρτήσαμε!…»15. Οἱ ἅγιοι Τρεῖς Παῖδες ρίχθηκαν στό ἀναμμένο καμίνι γιά τήν πίστη τους στόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά δέν καίγονταν. Καθώς, λοιπόν, ἦταν μέσα στό καμίνι σάν σέ δροσερό παλάτι, ἀναγνώριζαν καί ὁμολογοῦσαν πώς εἶχαν ἁμαρτήσει μαζί μέ τούς ὁμογενεῖς τους Ἱουδαίους, οἱ ὁποῖοι πράγματι εἶχαν ἀποστατήσει ἀπό τόν Θεό. Ἀπό ἀγάπη, παραδέχονταν πώς ἦταν τάχα συμμέτοχοι στά ἁμαρτήματα ἐκείνων. Καί ἀπό ταπείνωση, ἐνῶ ἦταν ἅγιοι καί δίκαιοι, δέν ἤθελαν νά ξεχωρίσουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τούς ἀδελφούς τους, πού ἦταν ὑποδουλωμένοι στήν ἁμαρτία.
Σ᾿ αὐτή, λοιπόν, τήν ψυχική κατάσταση τῆς αὐτοκατακρίσεως, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον καί τῆς δικαιώσεως τῶν κρίσεων τοῦ Θεοῦ, προσεύχονταν γιά τή σωτηρία τους. Ἔτσι κι ἐμεῖς ἄς δοξολογοῦμε τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ἄς ὁμολογοῦμε τήν ἁμαρτωλότητά μας κάθε φορά πού μᾶς βρίσκει κάποια συμφορά, προσωπική ἤ κοινή. Καί στηριγμένοι σ᾿ αὐτά τά δυό θεμέλια, τή δοξολογία καί τήν αὐτομεμψία, ἄς ἱκετεύουμε τόν Κύριο νά μᾶς ἐλεήσει. «Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καί ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι. Πᾶν κλῆμα ἐν ἐμοί μή φέρον καρπόν, αἴρει αὐτό, καί πᾶν τό καρπόν φέρον, καθαίρει αὐτό, ἴνα πλείονα καρπόν φέρῃ.» Ἰω. ιε΄: 1, 2.
Σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στούς δούλους τοῦ Θεοῦ, πού βαδίζουν στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν Του, στέλνονται μεγάλες θλίψεις, γιά νά τούς βοηθήσουν στόν ἀγώνα τους. Ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου εἶπε: «Ἐγώ εἶμαι τό ἀληθινό κλῆμα, καί ὁ Πατέρας μου εἶναι ὁ ἀμπελουργός. Κάθε κληματόβεργά μου πού κάνει καρπό, τήν κλαδεύει, γιά νά καρποφορήσει περισσότερο»16. Αὐτό τό κλάδεμα γίνεται μέ τίς θλίψεις, πού ὀνομάζονται παραχωρήσεις ἤ κρίσεις τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτές ἔψαλλε ὁ ἅγιος Δαβίδ: «Οἱ κρίσεις τοῦ Κυρίου εἶναι ἀληθινές καί ἀποδεικνύονται δίκαιες μέσα στούς αἰῶνες»17. Ἄς μάθω καί ἄς πιστέψω πώς ὅλες οἱ δοκιμασίες μου ἔρχονται σύμφωνα μέ τήν πρόνοια καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μου! Τότε θά καταλάβω πώς «οἱ κρίσεις Του θά μέ βοηθήσουν»18 νά Τόν εὐαρεστήσω. «ὁ φόβος Κυρίου ἁγνός, διαμένων εἰς αἰῶνα αἰῶνος· τά κρίματα Κυρίου ἀληθινά, δεδικαιωμένα ἐπί τό αὐτό,» Ψαλμ. 18 : 10.
Ἕνα παράδειγμα γιά τό πῶς οἱ κρίσεις τοῦ Θεοῦ βοηθοῦν τούς δούλους Του ἐκείνους πού θέλουν νά Τόν εὐαρεστήσουν, βρίσκουμε στό συναξάρι τοῦ ὁσίου Ξενωφῶντος. Ὁ ὅσιος Ξενοφῶν ἦταν πλούσιος ἄρχοντας καί ζοῦσε τόν 6ο αἰώνα στήν Κωνσταντινούπολη μαζί μέ τή γυναίκα του Μαρία καί τούς δυό γιούς του Ἀρκάδιο καί Ἰωάννη. Παρά τά πλούτη τους καί τά παιδιά τους, ἦταν πολύ εὐσεβεῖς. Τήν ἐποχή ἐκείνη, βλέπετε, λόγω τῆς κοινῆς εὐσέβειας τῶν χριστιανῶν, μποροῦσε κανείς νά ζήσει θεάρεστα ἀκόμα καί μέσα στόν κόσμο, κάτι πού σήμερα πολύ δύσκολα μπορεῖ νά πραγματοποιήσει ἄν δέν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν κόσμο.
Ὅταν ὁ Ἀρκάδιος καί ὁ Ἰωάννης ἔφτασαν σέ κατάλληλη ἡλικία, ὁ Ξενοφῶν τούς ἔστειλε γιά σπουδές στή Βηρυττό τῆς Συρίας, ὅπου ὑπῆρχε τότε περίφημη Νομική Σχολή. Κάποτε οἱ δύο νέοι ἦρθαν στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά δοῦν τόν πατέρα τους, πού εἶχε ἀρρωστήσει σοβαρά. Τό πλοῖο, πού τούς ἔφερνε ὕστερα πίσω στή Βηρυττό, ναυάγησε λόγω σφοδρῆς θαλασσοταραχῆς λίγο πρίν φτάσει στόν προορισμό του. Πιασμένοι ἀπό σανίδες καί παρασυρμένοι ἀπό τά κύματα ὁ Ἀρκάδιος καί ὁ Ἰωάννης βγῆκαν στίς ἀκτές τῆς Παλαιστίνης, σέ διαφορετικούς τόπους.
Καί οἱ δύο, λές καί ἦταν συνεννοημένοι, συνειδητοποιώντας μετά τό ναυάγιο ὅλη τή ματαιότητα τῆς ζωῆς αὐτῆς, ἀποφάσισαν νά γίνουν μοναχοί καί ἐγκαταβίωσαν σέ διαφορετικά μοναστήρια. Δέν συναντήθηκαν παρά ἀφοῦ πέρασε μεγάλο χρονικό διάστημα. Στό μεταξύ, ὁ Ξενοφῶν καί ἡ Μαρία πληροφορήθηκαν ὅτι τό πλοῖο, μέ τό ὁποῖο ταξίδευαν τά παιδιά τους, ναυάγησε καί ὅτι ὅλοι οἱ ἐπιβάτες χάθηκαν. Οἱ φιλόθεοι γονεῖς δέχτηκαν τήν πικρή εἴδηση ἀγόγγυστα καί καρτερικά, ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στή φιλάνθρωπη κρίση τοῦ Θεοῦ. Ὕστερα ἀπό ὁλονύκτια προσευχή, εἶδαν σέ ὅραμα τόν Ἀρκάδιο καί τόν Ἰωάννη λαμπροστεφανωμένους καί δέν ἄργησαν νά ἀντιληφθοῦν, μέ θεία ἔμπνευση, πώς εἶχαν γίνει μοναχοί. Γνωρίζοντας, μάλιστα, ὅτι τό πλοῖο εἶχε ναυαγήσει στά ἀνοιχτά τῆς Παλαιστίνης, ὅπου βρίσκονταν πολυάριθμα μοναστήρια, κίνησαν γιά τούς Ἁγίους Τόπους.
Ἐκεῖ, πράγματι, βρῆκαν τούς δυό γιούς τους ντυμένους μέ τό μοναχικό σχῆμα. Ὁ Ξενοφῶν καί ἡ Μαρία δέν ξαναγύρισαν στήν Κωνσταντινούπολη. Ἀπό τά Ἱεροσόλυμα, μ᾿ ἕναν πληρεξούσιο, πούλησαν ὅλη τους τήν περιουσία, καί τά χρήματα, πού πῆραν ὡς ἀντίτιμο, τά μοίρασαν στούς φτωχούς. Ὕστερα, ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τῶν παιδιῶν τους, ἔγιναν κι ἐκεῖνοι μοναχοί. Ὅλοι τους ἔφτασαν σέ μεγάλα πνευματικά μέτρα καί τιμήθηκαν ἀπό τόν Κύριο μέ θεῖα χαρίσματα, ὅπως τό ἰαματικό καί τό προορατικό19. Δέν θά ἀξιώνονταν, ὅμως, νά φτάσουν στά μέτρα αὐτά, ἄν ἔμεναν στόν κόσμο, παρ᾿ ὅλη τους τήν εὐσέβεια. Ὁ Θεός, προγνωρίζοντας τήν πνευματική προκοπή τους, τούς κάλεσε μέ τίς ἀνεξερεύνητες κρίσεις Του στήν ἀγγελική ζωή.
«ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τά ὑπάρχοντα καί δός πτωχοῖς, καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ, καί δεῦρο ἀκολούθει μοι. Ματθ. ιθ΄: 21. Ὁ δρόμος τῶν κρίσεων τοῦ Θεοῦ εἶναι γεμάτος θλίψεις, ὅπως βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος: «Ὅποιον ἀγαπᾶ ὁ Κύριος τόν παιδεύει, καί μαστιγώνει καθένα πού παραδέχεται γιά παιδί του»20. Ἀλλά τά ἀποτελέσματα τῶν κρίσεων τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐπιθυμητά καί ἀνεκτίμητα. «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι.» Μαρκ. η΄: 34.
Ἀπό τούς βίους πολλῶν ἁγίων διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Θεός, γιά νά βοηθήσει τούς δούλους Του στόν καλό τους ἀγώνα, τούς στέλνει θλίψεις, μέ τίς ὁποῖες καθαρίζονται καί τελειώνονται. Μόνη της ἡ προσωπική ἄσκηση τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἀρκετή γιά τήν πνευματική τελείωση, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος. «Τό χρυσάφι πού ἔχει σκουριάσει σέ βάθος», γράφει, «δέν εἶναι δυνατό διαφορετικά νά καθαριστεῖ καί νά ξαναβρεῖ τή φυσική του λαμπρότητα, παρά μόνο ἄν ριχθεῖ στή φωτιά καί χτυπηθεῖ πολλές φορές μέ σφυριά.
Ἔτσι καί ἡ ψυχή πού διαβρώθηκε ἀπό τή σκουριά τῆς ἁμαρτίας καί ἀχρηστεύθηκε σέ βάθος, δέν μπορεῖ διαφορετικά νά καθαριστεῖ καί νά ξαναβρεῖ τήν πρότερη ὀμορφιά της, παρά μόνο ἄν παλέψει μέ πολλούς πειρασμούς καί ρίχθεῖ στό καμίνι τῶν θλίψεων. Αὐτό φανερώνουν καί τά λόγια τοῦ Κυρίου μας: “Πούλησε τά ὑπάρχοντά σου καί δῶσε τά χρήματα στούς φτωχούς”21 “καί σήκωσε τόν σταυρό σου”22 “καί ἔλα νά μέ ἀκολουθήσεις”23. Ἐδῶ μέ τόν σταυρό ὑποδηλώνονται οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις. Τίποτα, λοιπόν, δέν θά κερδίσουν μόνο ἀπό τήν περιφρόνηση τῶν χρημάτων καί τῶν πραγμάτων τους ὄσοι τά ἐγκαταλείψουν καί ἀκολουθήσουν τόν μοναχικό βίο, ἄν δέν ὑπομείνουν ὥς τό τέλος τούς πειρασμούς, τίς θλίψεις καί τίς λύπες πού ὁ Θεός θά ἐπιτρέψει νά τούς βροῦν. Γιατί ὁ Χριστός δέν εἶπε “μέ τήν ἐγκατάλειψη τῶν πραγμάτων σας” ἀλλά “μέ τήν ὑπομονή σας θά σώσετε τίς ψυχές σας”24 . «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν» Λουκ. κα΄ : 19.
Εἶναι, βέβαια, φανερό πώς ἡ διανομή τῶν χρημάτων στούς φτωχούς καί ἡ ἀναχώρηση ἀπό τόν κόσμο εἶναι καλές καί ὠφέλιμες, ἀλλά δέν μποροῦν αὐτές ἀπό μόνες τους, χωρίς τήν ὑπομονή στούς πειρασμούς, νά κάνουν τόν ἄνθρωπο τέλειο, ὅπως τόν θέλει ὁ Θεός. Ὅποιος μοιράζει τά χρήματά του στούς φτωχούς καί φεύγει, ἀφήνοντας τόν κόσμο καί τά πράγματά του, μέ τήν ἐλπίδα τῆς θεϊκῆς ἀμοιβῆς, ἔχει πολύ ἱκανοποιημένη τή συνείδησή του καί καμιά φορά ἀπό κενοδοξία χάνει αὐτή τήν ἀμοιβή. Ὅποιος, ὅμως ἀφοῦ τά μοιράσει ὅλα στούς φτωχούς, ὑπομένει τίς θλίψεις μέ εὐγνωμοσύνη καί δείχνει ἐγκαρτέρηση στά δεινά, αὐτός αἰσθάνεται, βέβαια, ὅλη τους τήν πίκρα καί τήν ὀδύνη, ἀλλά καί τώρα ἔχει τόν λογισμό ἀσφαλή καί στό μέλλον θά ἔχει τήν ἀνταπόδοση μεγάλη.
Κι αὐτό, γιατί μιμεῖται τά παθήματα τοῦ Χριστοῦ καί προσδοκᾶ μέ ὑπομονή τή βοήθειά Του στίς ἡμέρες τῶν πειρασμῶν καί τῶν θλίψεων. Σᾶς παρακαλῶ, λοιπόν, ἀδελφοί ἐν Χριστῷ ἀφοῦ ἀπαρνηθήκαμε τόν κόσμο καί τά ἐγκόσμια, ἄς φροντίσουμε, ὅπως μᾶς παραγγέλλει ὁ Κύριος καί Θεός καί Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός, νά μποῦμε ἀπό τή στενή πύλη25, πού εἶναι ἡ ἀπάρνηση καί ἀποφυγή τοῦ σαρκικοῦ μας φρονήματος καί θελήματος. Γιατί χωρίς νά νεκρώσουμε τή σάρκα καί τίς ἐπιθυμίες της καί τά θελήματά της, δέν εἶναι δυνατό νά πετύχουμε τήν ἄνεση καί τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά κακά οὔτε τήν ἐλευθερία πού μᾶς δίνεται ἀπό τήν παρηγοριά τοῦ ἁγίου Πνεύματος»26. «ἀγωνίζεσθε εἰσελεῖν διά τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πολλοί, λέγω ὑμίν, ζητήσουσιν εἰσελθεῖν καί οὐκ ἰσχύσουσιν» Βλ. Λουκ. ιγ΄: 24.
Γιατί, λοιπόν, ἐμεῖς δένἐπιθυμοῦμε νά ὑποφέρουμε θλίψεις, ἀφοῦ αὐτές τίς παραχωρεῖ ἡ θεία πρόνοια γιά τή σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, σωτηρία στήν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Θεός μᾶς καλεῖ; Ἐπειδή σ᾿ ἐμᾶς κυριαρχοῦν ἡ ἡδυπάθεια καί ἡ κενοδοξία. Ἡ ἡδυπάθεια μᾶς ἀποτρέπει ἀπό κάθε σωματική καταπόνηση· καί ἡ κενοδοξία μᾶς ἀναγκάζει νά ὑπολογίζουμε τή γνώμη τῶν ἀνθρώπων. Αὐτά τά δύο πάθη συντρίβονται μέ τή ζωντανή πίστη. Ἡ ἀπιστία τά συντηρεῖ καί τά αὐξάνει. Κάποτε ὁ ἀββάς Δωρόθεος εἶπε στόν ὅσιο Ἰωάννη τόν Προφήτη: «Δειλιάζω μπροστά στήν ντροπή πού μοῦ φέρνουν οἱ προσβολές. Τί νά κάνω;». Καί ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε: «Τό ὅτι δέν βαστᾶς νά σέ προσβάλουν εἶναι δεῖγμα ἀπιστίας. Ὁ Ἰησοῦς ἔγινε ἄνθρωπος καί σήκωσε τόσες προσβολές, τόση περιφρόνηση, ἀδελφέ! Μήπως ἐσύ εἶσαι ἀνώτερος ἀπό τόν Ἰησοῦ; Αὐτό εἶναι ἀπιστία καί δαιμονική πλάνη. Ὅποιος θέλει ν᾿ ἀποκτήσει ταπείνωση, ἀπό τή στιγμή πού λέει “θέλω”, ἄν δέν σηκώσει προσβολές καί περιφρονήσεις, δέν μπορεῖ νά τήν ἀποκτήσει. Νά, ἔμαθες αὐτό πού ζήτησες. Μήν περιφρονήσεις τά λόγια μου, γιατί θά εἰσπράξεις τήν περιφρόνηση τοῦ ἑαυτοῦ σου ὡς καρπό τῆς ἴδιας τῆς συμπεριφορᾶς σου. Ὅσο γιά τήν ντροπή, φέρνε στόν νοῦ σου τήν ντροπή πού θά αἰσθανθοῦν ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι μπροστά στόν Κριτή Κύριο, καί τότε θά θεωρήσεις τήν πρόσκαιρη ντροπή μηδαμινή»27.
«προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μή σαλευθῶ.» Ψαλμ. 15 : 8 – 9
Γενικά, ἡ μνήμη τῆς «πανταχοῦ» παρουσίας καί τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ προφυλάσσει τήν καρδιά ἀπό τήν ἀμφιταλάντευση, στήν ὁποία προσπαθοῦν νά τή ρίξουν οἱ λογισμοί τῆς ἀπιστίας, στηριγμένοι στήν κενοδοξία καί τήν ἄλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα. Ὁ ἅγιος προφήτης Δαβίδ ἔλεγε: «Μπροστά μου βλέπω πάντοτε τόν Κύριο· στά δεξιά μου στέκεται, γιά νά μήν ταλαντεύομαι. Γι᾿ αὐτό εὐφραίνεται ἡ καρδιά μου, γι᾿ αὐτό ἀναγαλλιάζει ἡ γλώσσα μου, γι᾿ αὐτό ἀκόμα καί τό σῶμα μου θά πεθάνει μέ ἐλπίδα»28. Εὐφραίνεται ἡ καρδιά μου ἀπό τήν ἐνέργεια τῆς πίστεως καί τῆς ταπεινώσεως! Ἀναγαλλιάζει ἡ γλώσσα μου ἀπό τά λόγια τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ καί τῆς αὐτομεμψίας! Ἀκόμα καί τό σῶμα μου αἰσθάνεται τή δύναμη τῆς ἀφθαρσίας, καθώς τό διαποτίζουν καί τό συγκλονίζουν τά αἰσθήματα μιᾶς καρδιᾶς συντριμμένης καί ταπεινωμένης, πού παρηγορήθηκε καί παρηγορεῖται ἀπό τόν Θεό!
Ἄν κανένας πειρασμός δέν μπορεῖ νά βρεῖ τόν ἄνθρωπο χωρίς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε τά παράπονα, ἡ βαρυγγώμια, ἡ πίκρα, ἡ αὐτοδικαίωση, ἡ ἐνοχοποίηση τῶν ἄλλων καί ἡ αἰτίαση τῶν περιστάσεων ἀποτελοῦν κινήσεις τῆς ψυχῆς πού ἐναντιώνονται στή θεία βούληση. Δείχνουν ἀπόπειρες ἀντιστάσεως καί ἀντιδράσεως στόν Θεό29. Ἄς σταθοῦμε μέ φόβο μπροστά στό ἐνδεχόμενο μιᾶς τέτοιας συμφορᾶς! Καί ὅταν σκεφτόμαστε κάποια θλίψη μας, ἄς μήν ἀφήνουμε τούς λογισμούς νά μένουν γιά πολύ στόν νοῦ μας. Γιατί, χωρίς νά τό καταλάβουμε, μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσουν ἀπό τήν κατάσταση τῆς ταπεινοφροσύνης στήν κατάσταση τῆς ἐνσυνείδητης ἤ ὑποσυνείδητης αὐτοδικαιώσεως, πού ἀπομακρύνε τήν παντοδύναμη προστατευτική χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἄς καταφεύγουμε τό συντομότερο στό ἰσχυρό ὅπλο τῆς αὐτομεμψίας, μήν ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στή δική μας δύναμη, ἤ μᾶλλον ἀδυναμία!
«Εἷς δέ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτόν λέγων· εἰ σύ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτόν καί ἡμᾶς. Ἀποκριθεῖς δέ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων· οὐδέ φοβῇ σύ τόν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; καί ἡμεῖς μέν δικαίως· ἄξια γάρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δέ οὐδέν ἄτοπον ἔπραξε. Καί ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ· μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.» Λουκ. κγ΄: 39 – 42
Μαζί μέ τόν Σωτήρα μας Ἰησοῦ σταυρώθηκαν καί δυό ληστές, ἕνας στ᾿ ἀριστερά Του κι ἕνας στά δεξιά Του. Ὁ πρῶτος Τόν βλασφημοῦσε. Ὁ δεύτερος, ὅμως, ὁμολόγησε πώς, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἦταν δίκαια καταδικασμένος γιά τά πολλά του ἐγκλήματα, ο Κύριος ὑπέφερε ἄδικα. Ἡ αὐτομεμψία τοῦ ἄνοιξε ξαφνικά τά μάτια τῆς καρδιᾶς, καί τότε σ᾿ ἐκεῖνον τόν Ἄνθρωπο, πού ἔπασχε ἄδικα, εἶδε τόν πανάγιο Θεό, πού πέθαινε γιά ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Οὔτε οἱ σοφοί οὔτε οἱ πρεσβύτεροι οὔτε οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων ἀναγνώρισαν τόν Θεό στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, μολονότι κατεῖχαν τόν θεῖο νόμο καί τόν μελετοῦσαν μέ ἐπιμέλεια. Κι ἕνας σταυρωμένος ληστής ἔγινε θεολόγος!
Ὁμολόγησε δημόσια, μπροστά σ᾿ ὅλους ἐκείνους πού νόμιζαν πώς ἦταν σοφοί καί πού περιγελοῦσαν τόν Κύριο, ὄχι μόνο τήν ἀθωότητα ἀλλά καί τή θεότητά Του. Τόν ἕνα λησή ἡ βλασφημία, πού εἶναι ἡ πιό βαριά ἀπ᾿ ὅλες τίς ἁμαρτίες, τόν κατέβασε στόν ἅδη, διπλασιάζοντας του μάλιστα τά αἰώνια βάσανα. Τόν ἄλλο ληστή ἡ εἰλικρινής αὐτομεμψία τόν ὁδήγησε πρῶτα στήν ἀληθινή θεογνωσία, στήν ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ, πού εἶναι δυνατή μόνο στούς ταπεινούς, κι ἔπειτα στόν παράδεισο. Ὁ ἴδιος σταυρός καί γιά τούς δύο ληστές! Διαφορετικές, ὡστόσο, οἱ σκέψεις, διαφορετικά τά αἰσθήματα, διαφορετικά τά λόγια, διαφορετικές καί οἱ συνέπειές τους! Δίκαια οἱ ληστές αὐτοί θά μποροῦσαν νά θεωρηθοῦν ὡς δύο βασικοί τύποι ὅλων τῶν ἀνθρώπων30.
Κάθε ἄνθρωπος πού σπατάλησε τή ζωή του ἄλογα, ἀντίθετα στούς ὁρισμούς τοῦ Θεοῦ, θυσιάζοντας τή σωτηρία του καί τήν αἰώνια μακαριότητά του, εἶναι ληστής καί φονιάς τοῦ ἑαυτοῦ του. Σ᾿ αὐτόν τόν ληστή, σ᾿ αὐτόν τόν φονιά στέλνεται ὁ σταυρός τῶν θλίψεων ὡς ἔσχατο μέσο σωτηρίας.
Ὁ σαρκωμένος Κύριος σταυρώθηκε κι Αὐτός δίπλα στόν σταυρωμένο ἄνθρωπο, γιά νά τόν ἀνακουφίζει ἀπό τούς πόνους καί τόν παρηγορεῖ πνευματικά ὅσο θά βρίσκεται πάνω στόν σταυρό. Ἄν, ὡστόσο, ἐκεῖνος γογγύζει, παραπονιέται καί ἀγανακτεῖ γιά τίς θλίψεις του, στερεῖται τή σωτηρία του καί ρίχνεται στόν ἅδη, στά αἰώνια καί ἄκαρπα βάσανα, γιατί δέν ἀναγνώρισε καί δέν ὁμολόγησε τόν σταυρωμένο δίπλα του Θεό. Ἀπεναντίας, ἄν παραδεχθεῖ τήν ἁμαρτωλότητά του, κατηγορώντας τόν ἑαυτό του καί θεωρώντας τον ἄξιο πρόσκαιρων καί αἰώνιων βασάνων, ἀποκτᾶ σιγά-σιγα μέ τήν αὐτομεμψία τήν ἐνεργητική καί ζωντανή γνώση τοῦ Λυτρωτῆ. Αὐτή ἡ γνώση εἶναι ἡ αἰώνια ζωή31. «αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.» Ἰω. ιζ΄: 3
Σ᾿ ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί δοξολογεῖ τόν Κύριο ἀπό τόν σταυρό του, ἀποκαλύπτεται τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί, μαζί μ᾿ αὐτό, τό μυστήριο τῆς λυτρώσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεάνθρωπο. Αὐτός εἶναι ὁ καρπός τῆς αὐτομεμψίας. Μπροστά στό παντοδύναμο καί πανάγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι δυνατό νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἄλλα αἰσθήματα παρά μόνο ἀπεριόριστη εὐλάβεια καί ἀπεριόριστη ὑποταγή. Ἀπό τά αἰσθήματα αὐτά γεννιέται ἡ ὑπομονή. Ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Βασιλίας τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἦρθε ἀνάμεσά μας μέ ἀναμφισβήτητες ἀποδείξεις τῆς θεότητάς Του καί μέ ἀπεριόριστη ἐξουσία πάνω σ᾿ ὅλη τήν κτίση, ὁρατή καί ἀόρατη. Ὡστόσο, ὄχι μόνο δέν ἔγινε δεκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς Του μέ τή δόξα καί τήν τιμή πού Του ἔπρεπε, ἀλλά καί ἀντιμετωπίστηκε μέ μίσος, μέ καχυποψία, μέ δολοφονική διάθεση.
Σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς θεανθρώπινης ἐπίγειας παρουσίας Του Τόν κυνηγοῦσαν ἡ συκοφαντία, ἡ κακολογία, ἡ δολιότητα. Καί τελικά συνελήφθη σάν κακοῦργος, τήν ὥρα τῆς νυχτερινῆς προσευχῆς Του, δέθηκε, σύρθηκε βίαια, ὁδηγήθηκε στό δικαστήριο, ὑπέμεινε ἐμπαιγμούς, ραπίσματα, φτυσίματα, ταλαιπωρίες, βάσανα καί θάνατο σταυρικό, θάνατο ἀτιμωτικό. «Σάν τό ἀρνί πού στέκεται ἄφωνο μπροστά σ᾿ αὐτόν πού τό κουρεύει»32, ἔτσι στεκόταν ὁ Κύριος μπροστά στούς ἄπιστους δικαστές καί ἀπάνθρωπους δολοφόνους Του, ἀπαντώντας μέ τή θεϊκή Του σιωπή στίς θρασεῖες ἐρωτήσεις, τίς συκοφαντίες καί τίς βρισιές τους. «καί εἰσῆλθεν εἰς τό πραιτώριον πάλιν καί λέγει τῷ Ἰησοῦ· πόθεν εἶ σύ; ὁ δέ Ἰησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ.» Ἰω. ιθ΄: 9
Σ᾿ Ἐκεῖνον, τόν ἀναμάρτητο Θεό, δέν ἦταν δυνατό νά ὑπάρχουν αὐτοκατάκριση καί αὐτομεμψία· τό θεϊκό Του δίκαιο τό κάλυπτε μέ τή σιωπή. Ἐμεῖς, ὅμως, ἀφοῦ μέ τήν κατάκριση καί τήν αὐτομεμψία ἀπαρνηθοῦμε τά νόθα, τά πλασματικά δίκαιά μας, θά μπορέσουμε νά γίνουμε μέτοχοι τῆς δικῆς Του παναγίας καί τέλειας δικαιοσύνης. Στή χαμένη αἰώνια μακαριότητα δέν μπόρεσαν νά μᾶς ξαναφέρουν οὔτε τό δίκαιο τῆς πεσμένης μας φύσεως οὔτε τό δίκαιο τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Μόνο τό δίκαιο τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ Σταυροῦ μᾶς βάζει πάλι σ᾿ αὐτή τή μακαριότητα. Δέν ὑπάρχει τελειότητα ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, δέν φτάνουμε στήν τελειότητα μέ ανθρώπινες ἀρετές. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι πού μᾶς φέρνει στήν τελειότητα τή χριστιανική.
Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ πού σφραγίζει αὐτή τήν τελειότητα, τήν ὁποῖα μᾶς χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ ταπείνωση ἀνέβασε τόν Κύριο στόν Σταυρό. Ἡ ταπείνωση ἀνεβάζει καί τούς μαθητές τοῦ Κυρίου στόν σταυρό, τήν ἁγία ὑπομονή. Γιά τόν σαρκικό νοῦ εἶναι ἕνα μυστήριο ἀκατανόητο, ὅπως ἀκατανόητη ἦταν στόν Ἡρώδη, στόν Πόντιο Πιλάτο καί στούς ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων ἡ σιωπή τοῦ Ἰησοῦ.
Ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο νά μᾶς ἀποκαλύψει αὐτό τό μυστήριο, νά μᾶς ἐμπνεύσει τήν αγάπη πρός τόν Σταυρό Του καί νά μᾶς ἀξιώσει νά ὑπομείνουμε ὅπως πρέπει ὅλες τίς θλίψεις, πού θά παραχωρήσει ἡ πανάγαθη πρόνοιά Του νά μᾶς βροῦν στόν κατάλληλο καιρό γιά τή σωτηρία καί τήν αἰώνια μακαριότητά μας. Μᾶς τό ὑποσχέθηκε: «Ὅποιος ὑπομείνει ὥς τό τέλος αὐτός θά σωθεῖ»33. «ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» Ματθ. Ι΄: 22 «Ἔγνων, Κύριε, ὅτι δικαιοσύνη τά κρίματά σου, καί ἀλήθεια ἐταπείνωσάς με» Ψαλμ. 118 : 75

Άγιος Παΐσιος ο Μέγας και οι Οικουμενιστές

Στις σελ.266-268 ἀναφέρει την περίπτωση τοῦ Μοναχοῦ που εἶπε στο Ἐβραῖο "ἲσως εἶναι ἒτσι καθώς σύ λέγεις" και εὐθύς ἒχασ...