Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Ο Π. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΕΣΤΡΕΨΕ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ



Ο Π. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΕΣΤΡΕΨΕ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ




Για να στηρίξη την πλάνη του περί δυνητικότητας, εκτός των άλλων ανακριβειών  και αυθαιρεσιών, χρησιμοποίησε και κείμενο της Αγίας Γραφής διαβολικώ τω τρόπω. Έγραψε ότι η δυνητικότητα και προαιρετικότητα του 15ου κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, στηρίζεται στην Καινή Διαθήκη, πλαστογραφώντας λόγους περί νηστείας του Αποστόλου Παύλου. Ενώ ο Απόστολος λέει ""ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω"" (προς Ρωμαίους ΙΔ΄ 3), ο Επιφάνιος το αντικατέστησε με το""ο μνημονεύων τον μη μνημονεύοντα μη εξουθενείτω και ο μη μνημονεύων τον μνημονεύοντα μη κρινέτω"" ****. Έτσιεξαπάτησε καιπαρέσυρε  στην αίρεση του Οικουμενισμού τους καλοπροαίρετους πιστούς, κληρικούς και λαικούς.
Ο αθεόφοβος Επιφάνιος, στη θέση της νηστείας - η οποία είναι προαιρετική και εξατομικευμένη - έβαλε την αποτείχιση, δηλαδή την διακοπή της κοινωνίας των Ορθοδόξων από τους εχθρούς του Θεού τους αιρετικούς, η οποία είναι άκρως απαραίτητη και υποχρεωτική για την σωτηρία της Εκκλησίας.
Ποιος του έδωσε το δικαίωμα να διαστρέφει τον Λόγο του Θεού??
Με ποιο δικαίωμα διασκεύασε το Ευαγγέλιο???
Με τέτοιες μεθόδους και με πλήθος από ψέματα και ανακρίβειες στο βιβλίο του “ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ” ο δυστυχής Επιφάνιος προώθησε την Παναίρεση του Οικουμενισμού τόσο, όσο κανείς άλλος.
****(Ἀρχιμανδρίτης Ἐπιφάνιος Ἰ. Θεοδωρόπουλος,
"Τὰ Δύο Ἄκρα - Οἰκουμενισμὸς & Ζηλωτισμός",
Ἔκδοσις Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζῆνος,
Ἔκδοσις Γ΄ , 2008,
σ. 114-118)

Αποτείχιση τώρα. 

Σάββατο 21 Μαρτίου 2020



Τι είναι ο Οικουμενισμός και πως πρέπει να αντιμετωπιστεί; 






Είναι μία σύνθεσις θρησκειών, φιλοσοφιών και παραδόσεων σε μια τραγελαφική ενότητα. Είναι μια δολία πλάνη, καταστρωμένη με σατανικό σχέδιο, η οποία υποστηρίζει, ότι πουθενά δεν υπάρχει η μοναδική, η απόλυτος, η ενιαία αλήθεια. Ούτε και στην Ορθοδοξία! Έτσι ο Οικουμενισμός καταντά ένα τέρας, που καταβροχθίζει τα πάντα. Καταντά ένα καμίνι, που προσπαθεί να χωνέψει και συγκεράσει όλες τις θρησκείες. Είναι ένας νεώτερος αιρετικός Συγκρητισμός, που υπόσχεται να λύσει όλα τα προβλήματα. Ο δε Θεός για τον Οίκουμενισμό, είναι ένας αόριστος θεός, που δέχεται εξ' ίσου την λατρείαν όλων των θρησκειών. Για τον Οικουμενισμόν δεν υπάρχει προσωπικός Θεός. 

Ο Οικουμενισμός δεν πιστεύει τίποτε, αλλά και τίποτε δεν απορρίπτει στο ανακάτεμα και στην νέα σύνθεση της θρησκείας, την οποίαν επιδιώκει να κατασκευάσει. Δεν υπάρχουν για τον Οικουμενισμό Θρησκείες και Πατρίδες. Με τρόπο επιδέξιο και δήθεν για λόγους ειρηνικής συνεργασίας προβάλλει έμμεσα το σύνθημα: ''Κάτω τα σύνορα!'' 'Ολα λοιπόν συνθλίβονται, αφομοιώνονται και εξαφανίζονται στο αβυσσαλέο στόμα του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός είναι μια φοβερή λαίλαψ, που προετοιμάζεται να ξεθεμελιώσει, όπως φαντάζεται, την ''Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν'' του Χριστού. Είναι άγριος τυφών των δυνάμεων του σκότους, που συγκεντρώνει την καταστροφική του μανία εναντίον κυρίως της Ορθοδοξίας, με τον σκοτεινό του πόθο να την εκμηδενίσει και να την αφανίσει. 

Και τούτο, διότι γνωρίζει, ότι μόνη η Ορθοδοξία κρατεί ανόθευτη την Αλήθεια και Μόνη αυτή μπορεί να σώσει τον άνθρωπο. ''Τις πέτρες, τις πετούν στις καρυδιές, που έχουν καρύδια'', έλεγε παραστατικά ο Κολοκοτρώνης. Έτσι και ό Οικουμενισμός χτυπά την Ορθοδοξία, διότι αυτή έχει αξία, κατέχει τον θησαυρό της Αλήθειας. Αλλά, ενώ είναι τόσο τρομερά τα σχέδια του Οικουμενισμού, εν τούτοις τα κρύβει επιμελέστατα κάτω από ένα αριστοτεχνικό μανδύα αθωότητος. 'Ολα προχωρούν με μελέτη, με σύστημα, με οργάνωση. Ο Οικουμενισμός σήμερα είναι η εξέλιξις του φοβερού σχεδίου των οργάνων του Σατανά στο πιο κρίσιμο σημείο. Με τον Οικουμενισμό χτυπούν σήμερα με όλας τας δυνάμεις την Εκκλησία του Χριστού οι άσπονδοι και δόλιοι εχθροί της. 

Σκοτεινές δυνάμεις και αόρατα επιτελεία έχουν συγκεντρώσει τα πυρά τους στο σκοπό αυτό. Πόλεμος γίνεται και πόλεμος μεγάλος, που δυστυχώς οι πολλοί δεν τον έχουν πάρει καν είδηση. ''Όλοι οι εχθροί του Χριστού ενωμένοι κάτω από έναν αόρατο επιτελείο, που κρύβεται πίσω από ωραίες λέξεις, σοβαροφανείς οργανισμούς και ενωτικά συνθήματα αγάπης, δουλεύουν ημέρα και νύχτα, για να αφανίσουν την αγίαν Του Εκκλησίαν, να νοθεύσουν την Αλήθεια που μας απεκάλυψε ο Θεάνθρωπος και να ματαιώσουν έτσι την σωτηρία του ανθρώπου, να βάλουν δε στην θέση του Χριστού, ως αρχηγό του κόσμου, τον διάβολο, ''ώστε αυτόν εις τον Ναόν του Θεού, ως Θεόν καθίσαι, αποδεικνύοντα εαυτόν, ότι εστί Θεός''. (Β' Θεσσ. β' 4). Αι δυνάμεις του σκότους έθεσαν τελευταίως σε ενέργεια όλα τα μέσα για να μπορέσουν να ξεθεμελιώσουν την Εκκλησία τού Χριστού. 

Γενική, λοιπόν, επίθεση επιχειρούν εναντίον της Εκκλησίας εφ' όλων των μετώπων κάτω από την αθώα επωνυμία του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός με λίγα λόγια, είναι ένα καταχθόνιο παγκόσμιον Κίνημα, πολιτικόν και θρησκευτικόν, με σκοπόν την υποταγήν της ανθρωπότητος κάτω από μίαν παγκόσμιον Κυβέρνησιν... και την ένωσιν όλων των θρησκειών εις μίαν Πανθρησκείαν, ώστε να έξαφανισθεί ο Χριστιανισμός, να εξαφανισθεί η σώζουσα Ορθόδοξος πίστις και να λατρεύεται στο τέλος, αντί του αληθινού Θεού ο Σατανάς. Δεν εξηγείται διαφορετικά αυτό το πάθος της ενώσεως, αυτή η ασάφεια του ''Διαλόγου της αγάπης'', αυτή η τρομερή απομάκρυνσις από το δόγμα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Δεν μπορεί διαφορετικά να εξηγηθεί αυτός ο καλλιεργούμενος σήμερα κλονισμός της Πίστεως στην Παράδοση και η αθέτησις των αποφάσεων των Οικουμενικών Συνόδων. 
''Αυτοί οι τρεις οργανισμοί: ''Χριστιανική Αδελφότης Νέων (Χ.Α.Ν.), Προσκοπισμός και Παγκόσμιον Συμβούλιον των Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), είναι έως σήμερον οι τρεις στύλοι επί των οποίων στηρίζεται ολόκληρος η Οικουμενική Κίνησις και εκ των οποίων σταθερώς συμπληρώνει τους πυρήνες των συνεργατών της, των εργατών της και γενικώς το σύνολον του λαού, το οποίον διάκειται ευμενώς προς αυτήν''.

''Εν τω Παγκοσμίω Συμβουλίω των Εκκλησιών, ως δια ταχυδακτυλουργίας έχουν συνδεθεί και ενωθεί όλαι αι βλασφημίαι, πλάναι και αντιθέσεις ολοκλήρου της πνευματικής ιστορίας της ανθρωπίνης φυλής από του Κάιν και Χαμ, μέχρι του Ιούδα του προδότου, Καρλ Μαρξ, του διαφθορέως Φρόυδ και γενικώς όλων των μικροτέρων και μεγαλυτέρων συγχρόνων βλασφήμων''. Και ποιός κρύβεται πίσω από την Οικουμενικήν Κίνησιν; Πίσω από αυτούς τους Οργανισμούς, Χ.Α.Ν., Προσκοπισμός, Π.Σ.Ε. δουλεύει η Μασωνία και στην τελευταία ανάλυση ο Διεθνής Σιωνισμός. Διότι μη ξεχνάτε, ότι δημιούργημα του Σιωνισμού είναι η Μασωνία και εκείνου το έργον υπηρετεί...

Για όσους νομίζουν, ότι αρκεί η θεωρητική άρνησις της αιρέσεως, 
ενώ στην πράξιν κοινωνούν με αυτήν 
μέσω του αιρετικού επισκόπου που μνημονεύουν, ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέει: 
«έστω και αν αυτοί δεν καταποντίστηκαν με τους λογισμούς, 
(παραμένουν δηλαδή από «μέσα τους ορθόδοξοι»!!!), 
όμως με την κοινωνία της αιρέσεως 
χάνονται (την κοινωνία της αιρέσεως συνόλλυνται). 
Ο ΙΕ' Ιερός Κανόνας της ΑΒ' Συνόδου επιβάλλει στους πιστούς, 
κλήρο και λαό, την άμεση διακοπή της κοινωνίας και του μνημοσύνου,
του δημοσία και απ' εκκλησίας αιρετικά κηρύσσοντος προέδρου, 
είτε επίσκοπος είναι αυτός, είτε ιερεύς, είτε πνευματικός ηγούμενος, γέροντας. 


Ο πρόεδρος (προιστάμενος) της Εκκλησίας, της ενορίας και μικρής ομάδος Ορθοδόξων), είτε πατριάρxης είναι, είτε μητροπολίτης, είτε επίσκοπος, είτε καθηγούμενος Μοναστηρίου, είτε γέροντας συνοδίας, είτε γέροντας ενός μοναχού, είτε πνευματικός ενός πιστού, όταν κηρύσσει δημοσία γυμνή τη κεφαλή μίαν κακοδοξίαν, κατεγνωσμένην (κατεδικασμένην) υπό Συνόδου ή υπό Αγίων Πατέρων, τότε ο κλήρος και ο λαός που ποιμαίνεται απ' αυτόν, αλλά και όλοι όσοι λαμβάνουν γνώσιν των κακοδοξιών του Χριστιανοί, αποκτούν αμέσως το δικαίωμα και έχουν καθήκον από τον Ιερό Κανόνα να τον αποκηρύξουν και να απομακρυνθούν από την κοινωνίαν του, εάν θέλουν να είναι και να λέγονται Ορθόδοξοι Χριστιανοί και όχι αιρετικοί, (ως «αιρετικόν περιποιούμενoι» κατά τον άγιον Δοσίθεον των Ιεροσολύμων).
Πάνω λοιπόν από κάθε πρόεδρον έθεσαν οι Πατέρες μας τις Ιερές Γραφές, την Αγίαν Παράδοσιν της Εκκλησίας μας, τις αποφάσεις των Αγίων Συνόδων, το Σύνταγμα των Θείων Κανόνων και τους Αγίους, τους οποίους και ακολούθησαν, χωριζόμενοι της κοινωνίας του αιρετικού προέδρου και διακόπτοντες το μνημόσυνόν του. 

Οι αδιάφοροι για την Αγίαν Πίστιν, οι κόλακες, οι τυχοδιώκτες και γενικώς, όλο το σύστημα των υπηρετών ενόχων σκοπιμοτήτων του αιώνος τούτου ακολουθούσαν τους λυκοποιμένες, βοηθώντας τους στο ψυχοφθόρο τους έργο (δ.π. σελ. 22). Τους αγίους όμως Πατέρες και Διδασκάλους μιμήθηκαν και οι Αγιορείτες Οσιομάρτυρες, που μαρτύρησαν επί Βέκκου του Λατινόφρονος και έγραψαν την περίφημη εκείνη επιστολή προς τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Παλαιολόγον, η οποία είναι θεολογικοτάτη και πλήρης Θείων αληθειών. 

Στην επιστολή αυτή, μεταξύ άλλων περιλαμβάνονταν και τα εξής: «Εμπεριέχεται δε και στον ΙΕ' Κανόνα της αγίας και μεγάλης Α' καί Β' επονομασθείσης Συνόδου, ότι, όχι μόνον ανεύθυνοι είναι, αλλά και ότι πρέπει να επαινούνται αυτοί, οι οποίοι αποσχίζονται από αυτούς που είναι προφανώς αιρετικοί και διδάσκουν δημόσια, αιρετικά διδάγματα και πριν να υπάρξει συνοδική καταδίκη τους», ακριβώς, επειδή η Ορθόδoξoς του Χριστού Eκκλησία την αναφοράν του ονόματος του αρχιερέως, κατά την τέλεσιν της αναιμάκτου θυσίας, την θεωρούσε πάντoτε συγκοινωνίαν τελείαν με τον μνημονευόμενον αρχιερέα και το φρόνημά του. 

Διότι έχει γραφεί στην εξήγησιν της Θείας Λειτουργίας, ότι αναφέρει ο ιερουργών και το όνομα του αρχιερέως... και ότι είναι κοινωνός αυτού και της πίστεως και διάδοχος των Θείων μυστηρίων ... (και) ότι μολυσμόν έχει η κοινωνία με μόνην την αναφοράν αυτού, έστω και αν είναι ορθόδοξος ο αναφέρων». (Δοκίμιον Ιστορικόν, Μοναχού Καλλίστου Βλαστού, σελ. 109). Aδύνατη η σωτηρία των αιρετικών και των κοινωνουντων με αυτους. Η Ορθόδοξος Εκκλησία θεωρούσε πάντοτε, ότι η αίρεσις είναι θανατηφόρος αμαρτία και τον άνθρωπον, τον μολυσμένον με την τρομερή αρρώστια της αιρέσεως, ότι είναι πνευματικά νεκρός, ξένος πρός την Θείαν Χάριν και Σωτηρίαν, σε κοινωνία με τον διάβολον και την ολέθρια συνοδία του. Αίρεσις είναι αμαρτία του νοός. Αίρεσις είναι πιο πολύ δαιμονική, παρά ή άνθρώπινη άμαρτία· είναι η κόρη του διαβόλου, η κληρονομία του, η ασέβειά του, σχεδόν ειδωλολατρεία. 

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, ονομάζουν την ειδωλολατρεία ασέβεια και την αίρεσι διαφθορά. Στην ειδωλολατρεία ο διάβολος λαμβάνει την λατρείαν που οφείλεται στον Θεό από τυφλωμένους ανθρώπους, ενώ στις αιρέσεις συσσωματοποιεί την τυφλωμένη ανθρωπότητα στην κυριώτερη αμαρτία του: την βλασφημία. Εάν κανείς διαβάσει τις Πράξεις των Συνόδων με προσοχή, θα πεισθεί, ότι ο χαρακτήρας των αιρετικών είναι σατανιστικός. Διαβάζουμε για την τρομακτική τους υπόκρισιν, για την άμετρη υπερηφάνειά τους. Βλέπουμε την συμπεριφορά τους να υποκινείται από συνεχή ψέμματα. Παρατηρούμε, ότι είναι αιχμάλωτοι στα μεγαλύτερα πάθη. 

Όποτε είναι δυνατόν εις αυτούς, διαπράττουν τα χειρότερα εγκλήματα και τις πιο τρομακτικές θηριωδίες. Το ασύγκριτο μίσος τους προς τα μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι ιδιαιτέρως παρατηρημένο. Η αίρεσις συνοδεύεται από μία σκλήρυνσι της καρδίας, από μία φοβερά σκοτίζουσα βλάβη του νοός, από μίαν ισχυρογνώμονα επιθυμία της ψυχής να παραμένει μολυσμένη και από μία δυσκολία στη θεραπεία του προσώπου, που πάσχει από αυτή την ασθένειαν. Κάθε αίρεσις είναι βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Η αίρεσις δεν βλασφημεί μόνον το δόγμα περί του Αγίου Πνεύματος ή την ενέργειά Του, αλλά βλασφημεί το Άγιον Πνεύμα στην ολότητά Του. Η ουσία όλων των αιρέσεων είναι η βλασφημία. Όλες οι παλαιές αιρέσεις, κάτω από διάφορες βιτρίνες, απέβλεπαν σε ένα μονάχα στόχο: Ηρνούντο την Θεότητα του Θεού Λόγου και διέστρεφον το δόγμα της ενσαρκώσεώς Του. 

Οι νεώτερες αιρέσεις αποβλέπουν στην αποκήρυξιν της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος». (βλ. Άγιοι Κολλυβάδες» αριθμ. φύλου 7, σελ. 3-4 με την σχετικήν διδασκαλίαν του Αγίου Ιγναντίου Μπριαντσάνινωφ + 1867). Για την σημερινή φοβερή αίρεσιν του Οικουμενισμού είχε προφητικώς μιλήσει και ο μεγάλος στάρετς της Όπτινα, άγιος Ανατόλιος: «... Ο εχθρός του ανθρωπίνου γένους θα ενεργεί με πονηρία, με σκοπό να ελκύσει εντός της αιρέσεως, εάν ήτο δυνατόν ακόμη και τους εκλεκτούς. Δεν θα αρχίσει κατ' ευθείαν όμως να απορρίπτει τα δόγματα της Αγίας Τριάδος, την Θεότητα του Ιησού Χριστού και την αρετήν της Θεοτόκου, αλλά θα αρχίσει ανεπαισθήτως να διαστρέφει τις διδασκαλίες και τούς θεσμούς της Εκκλησίας και το πραγματικό νόημά τους, όπως μας παρεδόθησαν από τους Αγίους Πατέρες εν αγίω Πνεύματι. 

Ολίγοι θα αντιληφθούν αυτές τις πανουργίες του εχθρού, εκείνοι μόνον οι πλέον πεπειραμένοι εις την πνευματικήν ζωήν. Οι αιρετικοί θα πάρουν την εξουσίαν επί της Εκκλησίας και θα τοποθετήσουν ιδικούς τους υπηρέτες παντού, οι δε πιστοί θα καταφρονούνται... Γι' αυτό παιδί μου, όταν ίδης την παράβασιν της Πατερικής Παραδόσεως και της Θείας Τάξεως, που εγκαθιδρύθη από τον ίδιον τον Θεόν, γνώριζε, ότι οι αιρετικοί έχουν ήδη εμφανισθεί, αν και προς το παρόν μπορεί να αποκρύπτουν την ασέβειά τους. Ακόμη θά διαστρέφουν την αγίαν Πίστιν (Ορθοδοξίαν) ανεπαισθήτως, με σκοπό να επιτύχουν καλύτερα να παραπλανήσουν και δελεάσουν τους απείρους στα δίκτυά τους. Ο διωγμός δεν θα στρέφεται μόνον εναντίον των ποιμένων, αλλά εναντίον όλων των υπηρετών του Θεου, διότι όλοι εκείνοι που θα κυβερνώνται από την αίρεσιν, δεν θα ανέχονται την ευσέβειαν. 

Να αναγνωρίζεις αυτούς τους λύκους με ένδυμα προβάτου από τις υπερήφανες διαθέσεις τους και την αγάπη τους για την εξουσία. Θα είναι συκοφάντες, προδότες, ενσπείροντες πανταχου έχθραν και κακίαν· γι' αυτό ο Κύριος είπεν ότι από τους καρπούς αυτών θα τους αναγνωρίζετε. Οι αληθινοί υπηρέτες του Θεού είναι ταπεινοί, αγαπούν τον πλησίον και είναι υπήκοοι εις την Εκκλησίαν... Οι πιστοί τότε, που δεν έχουν δείξει τίποτε άλλες αρετές, θα λάβουν στεφάνους μόνον καί μόνον, επειδή εστάθησαν στερεοί εις την πίστιν. Να φοβάσαι τον Κύριον παιδί μου. Να φοβάσαι μήπως απωλέσεις τον στέφανον, που ετοιμάσθηκε για σένα. Να φοβάσαι μην αποβληθείς παρά του Κυρίου εις το σκότος το εξώτερον και την αιώνιον κόλασιν. Στέκε ανδρείως εις την πίστιν και αν είναι αναγκαίον υπόμενε διωγμούς και άλλες θλίψεις, διότι ο Κύριος θα είναι μαζί σου· και οι Άγιοι Μάρτυρες και Ομολογητές θα βλέπουν με χαρά τους αγώνες σου. 

Όμως, αλίμονον στους μοναχούς σ' αυτές τις ημέρες, που θα είναι δεμένοι με υπάρχοντα και πλούτη, οι οποίοι ένεκεν της αγάπης της «ειρήνης» θα είναι έτοιμοι να υποταχθούν εις τους αιρετικούς. Αυτοί θα αποκοιμίζουν την συνείδησίν τους με το να λένε: «εμείς συντηρούμε και σώζουμε το μοναστήρι και ο Κύριος θα μας συγχωρήσει». Οι ταλαίπωροι και τυφλοί δεν αντιλαμβάνονται, ότι διά μέσου της αιρέσεως οι δαίμονες θα εισέρχονται στο μοναστήρι, το οποίον δεν θα είναι πλέον τότε ένα μοναστήρι, αλλά γυμνοί τοίχοι από όπου η χάρις θα αποχωρεί. 

Ο Θεός είναι οπωσδήποτε ισχυρότερος από τους εχθρoύς και ποτέ δεν θα εγκαταλείψει τους υπηρέτες του. Αληθινοί Χριστιανοί θα ευρίσκονται έως τέλους του αιώνος τούτου, μόνον, που θα προτιμούν να ζουν σε απομακρυσμένους και ερημικούς τόπους. Να μην φοβάσαι τις θλίψεις, αλλά μάλλον να φοβάσαι την ολέθρια αίρεσιν, διότι αυτό είναι που μας γυμνώνει από την Θείαν Χάριν και μας χωρίζει από τον Χριστόν.


ΠΟΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΑΚΥΡΑΙ


Ποιναί, επιβαλλόμεναι υπό επισκόπου, κηρύττοντος, ''δημοσία,'' ''γυμνή τη κεφαλή'' και ''επ' εκκλησίας'', αίρεσιν ''παρά των Αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνμωσμένην'' (ΙΕ' Κανόνος ΑΒ Συνόδου), ουκ ισχύουσιν. Διο ο άγιος Κελεστίνος Ρώμης γράφει περί του αιρετικού Νεστορίου , ότι ούτος ''ουδένα ή καθελείν, ή αποκινήσαι ηδύνατο, ος, εν τω κηρύττειν τοιαύτα (αιρετικά), ασφαλώς ουχ ειστήκει'' εν τη ορθοδόξω πίστει (Μ 4, 1045). Από τότε δε ουκ ηδύνατο να επιβάλλει ποινήν καθαιρέσεως, αφορισμού κ.α. ο Νεστοριος ''αφ' ου τοιαύτα (αιρετικά) κηρύττειν ήρξατο'' αυτόθι.

Η δε τιμωρητική ''απόφασις'' του αιρεσιάρχου κατά των μη πειθομένων εις αυτόν ουδέ πρόσκαιρον ισχύν έσχεν (αυτόθι). Και ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ελέγχει τον Νεστόριον, επιστέλλων προς αυτόν: ''Κλήρον άγιον πρεσβυτέρων και διακόνων αποσυναγώγους (κακώς) εποίησας, ελέγχοντά σου την άκαιρον μανίαν, μη τα του Αρείου φρονείν''. (Μ 4, 1256). Ο Νεστόριος έδει να μετανοήσει εκ της κακοδοξίας του, και ουχί οι ελέγξαντες τούτον ως αιρετικόν να καθαιρεθώσι και αφορισθώσι παρ' αυτού, οίτινες ήσαν άξιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (ΙΕ Κανόνος ΑΒ Συνόδου). Ιδού, διατί οι τιμωρηθέντες υπό του αιρετικού Νεστορίου, ως μη τιμωρηθέντες ελογίσθησαν παρά των Αγίων και παρέμειναν εν τη Εκκλησία, κοινωνούντες μετά των Ορθοδόξων Ιεραρχών.

Τοις δε γε των κληρικών, ήτοι (ή) λαικών, διά την ορθήν πίστιν κεχωρισμένοις, ή καθαιρεθείσι παρ' αυτού'', γράφει Κύριλος Αλεξανδρείας προς τους εν Κωνσταντινουπόλει, ''κοινωνούμεν ημείς'' (Μ 4, 1096). ''Ούτοι πάντες'', λέγει και Κελεστίνος Ρώμης, ''εν τη ημετέρα κοινωνία και εγένοντο (και προ της τιμωρίας των υπό του Νεστορίου) και άχρι του παρόντος εισίν (παρά την κατ' αυτών καταδικαστικήν απόφασιν του αιρετικού επισκόπου (Μ 4, 1045). ''Αποσυναγώγους ποιήσουσιν ημάς'', είπεν ο Κύριος (Ιω. ιστ' 2). Αλλά ''μη ταρασσέσθω υμών η καρδία, πιστεύετε εις τον Θεόν και εις εμέ πιστεύετε'' (Ιω. ιδ' 1).

Τα φόβητρα των αιρετικών ουδέν έστι. Διότι, εφ' όσον ''κατά άνθρωπον γίνεται ταύτα, ουδέν γίνεται'' κατά Θεόν και Εκκλησίαν (Μ. Βασιλείου, PG. 32, 1029). Τουναντίον, ''οι δια την αλήθειαν και την εις Χριστόν ομολογίαν πάσχοντες τι δεινόν και υβριζόμενοι, ούτοι μάλιστα εισίν οι τιμώμενοι'' (Χρυσοστόμου PG. 59. 321), διά τους μη υποκύπτοντας τη αιρέσει, καν ποιναί παρά αιρετικών καταφέρωνται''. (Κ. Ο. 1/7/'81)

ΜΗ ΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ


Τί θέλει ο Θεός να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όταν ο επίσκοπος αυτών κηρύσσει , ''δημοσία'' και ''γυμνή τη κεφαλή επ' Εκκλησίας'' (ΙΕ' Κανόνος ΑΒ Συνόδου) αίρεσιν, ''παρά των αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην; Εκείνο, το οποίο παραγγέλλει ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας προς τους εν Κωνσταντινουπόλει, προκειμένου περί του αιρετικού Νεστορίου: ''ασπίλους'' γράφει, ''και αμώμους εαυτούς τηρήσατε, μήτε κοινωνούντες τω μνημονευθέντι, μήτε μην ως διδασκάλω προσέχοντες, ει μένει λύκος αντί ποιμένος'' (Μ. 4, 1096). (Κ.Ο. 1/9/'81).

ΤΟ ΚΑΤΑΚΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ


Τί ζητεί ο Θεός κι η Εκκλησία του να πράξουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (κληρικοί και λαικοί), όταν ο επίσκοπός των δεν κηρύσσει μεν αίρεσιν, κοινωνεί όμως με κηρύσσοντες έργω και λόγω κακοδοξίαν τινά, έστω και αν τούτοι (οι κηρύσσοντες) δεν έχουν κριθεί υπό Συνόδου; Η απάντησις εις το ανωτέρω σοβαρό ερώτημα δεν δύναται ασφαλώς να είναι ολιγόλογος και απλή. Συνοπτικώς θα ηδυνάμεθα να την κλιμακώσωμεν, ως ακολούθως: Α)

Εάν η αίρεσις κηρύσσεται δι' ολίγον χρόνον (μήνας τινάς), οι πιστοί αναμένουν και παρακολουθούν εναγωνίως να ίδουν, πώς θα αντιδράσει ο επίσκοπός των, ή οι συνεπισκοποί του, ή οι επίσκοποι άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών. (Διότι ως μία είναι η Εκκλησία του Χριστού, παρά τας επί μέρους διοικητικάς διακρίσεις της εις πατριαρχεία και αρχιεπισκόπους, ούτω μία και η αυτή ευθύνη βαρύνει πάντας, κληρικούς και λαικούς, έναντι της κηρυττομένης κακοδοξίας ποικίλουσα μόνον ως προς την γνώσιν και τον βαθμόν εκάστου). Και αν μεν αντιδράσει ο επίσκοποπός των πατερικώς, τότε υποχρεούνται να του συμπαρασταθούν πάση δυνάμει, αναμένοντες την έκβασιν. Β) 

Εάν όμως παρ' ελπίδα δεν αντιδράσει ο επίσκοπός των, αλλά οι συνεπίσκοποί του, ή έστω εις ορθόδοξος επίσκοπος, τότε υποχρεούνται να συμπαρασταθούν εις αυτόν, ελέγχοντες ούτω εμμέσως, το κατ' αρχάς, την σιωπήν του ποιμένος των, μη διακόπτοντες όμως την μετ' αυτού κοινωνίαν. Εάν, όμως οι αντιδράσεις του επισκόπου, που αγωνίζεται κατά της αιρέσεως κλιμακωθούν και καταλήξουν εις τον πρέποντα χρόνον εις την διακοπήν της κοινωνίας μετά του κακοδοξούντος (εφ' όσον εκείνος θα παρέμενε ανένδοτος εις τα κακόδοξα φρονήματά του), τότε οι πιστοί υποχρεούνται να κοινωνούν μ ό ν ο ν μετά του ανωτέρου αγωνιζόμενου επισκόπου, απομακρυνόμενοι των συνάξεων του ιδικού των, όστις δια της σιγής του ή χλιαράς αντιδράσεώς του δεν παύει να κοινωνεί μετά του αιρετικού, συμπράττων ούτω και ε ν ι σ χ ύ ω ν την κακοδοξίαν.

Ο επί του προκειμένου πατερικός λόγος είναι σαφέστατος: ''Οι μεν τέλεον περί την πίστιν εναυάγησαν, οι δε ή και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως σ υ ν ό λ λ υ ν τ α ι''. ''Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι Θείαι Γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διίστασθαι''. Και συμπληροί ο μέγας Θεόδωρος ο Στουδίτης: ''Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη και πολλή τη φωνή απεφήνατο''.

Αι ανωτέρω αντιδράσεις του καλώς αγωνιζομένου επισκόπου δεν θα πρέπει να διακοπούν μέχρι συνοδικής καταδίκης του αιρετικού. Εν εναντία περιπτώσει, η αντίδρασίς του θα πρέπει να συνεχισθεί άχρι θανάτου, δεσμών και φυλακής, εις περίπτωσιν δηλαδή που ο κακοδοξών διαθέτει πολιτικήν ή εκκλησιαστικήν ισχύν υπέρ αυτού, ως πολλάκις τούτο συνέβη εν τη ιστορία της Εκκλησίας. Εννοείται, ότι την θέσιν του ορθοδόξως, αντιδρόντως επισκόπου δύναται να έχει κληρικός τις ή μοναχός, εφ' όσον δεν ήθελε αντιδράσει εγκαίρως ή αποτελεσματικώς ουδείς επίσκοπος. Τα παραδείγματα είναι πολλά. 




Θα πρέπει όλοι οι πιστοί να καταλάβουν, ότι η Εκκλησία δεν είναι εκεί που φαίνεται. Οι Λειτουργίες θα εξακολουθήσουν να γίνονται και οι ναοί να γεμίζουν από πιστούς, όμως η Εκκλησία δεν θα έχει καμμία σχέση με τους ναούς εκείνους, ούτε με εκείνα τα ράσα κι εκείνους τους πιστούς. Η Εκκλησία είναι εκεί, όπου υπάρχει η αλήθεια. Πιστοί είναι εκείνοι, που συνεχίζουν την αδιάκοπη παράδοση της Ορθοδοξίας, το έργο αυτό του Αγίου Πνεύματος. Ιερείς είναι εκείνοι που σκέπτονται, ζουν και διδάσκουν, όπως οι Πατέρες και οι 'Αγιοι της Εκκλησίας, ή τουλάχιστον, που δεν τους αρνούνται με την διδαχή τους. 'Οπου δεν υπάρχει αυτή η συνέχεια σκέψεως και ζωής, είναι πλάνη να ομιλούμε για Εκκλησία, έστω και αν όλα τα εξωτερικά φαινόμενα μιλούν γι' αυτήν. Πάντα θα βρεθεί ένας κανονικός ιερεύς, χειροτονημένος από έναν κανονικό Επίσκοπο, που να ακολουθεί τήν Παράδοση. Γύρω σε τέτοιους ιερείς θα συσπειρώνονται οι μικρές ομάδες των πιστών που θα απομείνουν στο τέλος των καιρών. Αυτές οι μικρές ομάδες, θα είναι η κάθε μία τους και από μία τοπική «Καθολική» Εκκλησία του Θεού. 

Ο πιστός θα βρίσκει μέσα σ' αυτές όλο το πλήρωμα της Χάριτος του Θεού. Δεν θα έχουν ανάγκη από διοικητικούς ή άλλους δεσμούς, γιατι η κοινωνία που θα υπάρχει μεταξύ τους θα είναι η τελειότερη που μπορεί να υπάρξει. Θα είναι η κοινωνία στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού, η Κοινωνία στο Πνεύμα το Άγιο. Οι χρυσοί κρίκοι της αναλλοίωτης Ορθοδόξου Παραδόσεως θα συνδέουν τις Εκκλησίες αυτές μεταξύ τους, καθώς και με τις Εκκλησίες του παρελθόντος, με την θριαμβεύουσα Εκκλησία των ουρανών. Μέσα σ' αυτές τις μικρές ομάδες θα διατηρηθεί ακέραιη η Μία, Αγία, Καθολική καί Αποστολική Εκκλησία. Βέβαια είναι θαυμάσιο να μπορεί να υπάρχει τάξις και συντονισμός στις εξωτερικές εκδηλώσεις των διαφόρων Εκκλησιών, και oι ολιγότερο σημαντικές Εκκλησίες να παίρνουν κατευθύνσεις και οδηγίες από τις πιο σημαντικές, όπως γίνεται τώρα ανάμεσα στις Επισκοπές, τις Μητροπόλεις, τις Αρχιεπισκοπές και τα Πατριαρχεία. Όμως στο τέλος των καιρών τέτοιες εξωτερικές σχέσεις και επαφές θα είναι τις περισσότερες φορές αδύνατες. 

Θα υπάρχει τέτοια σύγχυσις στον κόσμο, που η μία Εκκλησία δεν θα μπορεί να είναι τόσο σίγουρη για την ορθοδοξία της άλλης, λόγω του πλήθους των ψευδοπροφητών, που θα έχουν γεμίσει τον κόσμο, και θα λέγουν «εδώ ο Χριστός και εκεί ο Χριστός». Μόνον μέσα σε μικρές ομάδες θα διατηρείται η βεβαιότης της ορθής πίστεως και ζωής. Μπορεί να υπάρχουν και παρεξηγήσεις ανάμέσα σέ πραγματικά Ορθόδοξες Εκκλησίες λόγω της «συγχύσεως των γλωσσών» που υπάρχει στην σύγχρονο Βαβέλ. Όμως τίποτε απ' αυτά δεν θα διασπά την ουσιαστική ενότητα της Εκκλησίας. Στο τέλος των καιρών όλοι θα ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι και ότι η Ορθοδοξία είναι όπως την καταλαβαίνουν αυτοί. Παρ' όλα αυτά όμως, όσοι θα έχουν καθαρή καρδιά και φωτισμένο από την θεία Χάρι νου, θα αναγνωρίζουν την Ορθόδοξο Εκκλησία παρ' όλες τις φαινομενικές διαιρέσεις και την ολοσχερή έλλειψη εξωτερικής αίγλης. Θα συσπειρώνωνιαι γύρω στους πραγματικούς ιερείς και θα γίνονται οι στύλοι της Εκκλησίας. Ας κάνουν ό,τι θέλουν oi άνθρωποι του κόσμου. Ας γίνονται οικουμενικά συνέδρια, ας ενώνονται οι «Εκκλησίες», ας νοθεύεται ο Χρι στιανισμός, ας αλλοιώνεται η παράδοσις και η ζωή, ας ενώνονται οι θρησκείες.

Η Εκκλησία του Χριστού θα μένει αναλλοίωτη, γιατι, όπως λέγει ο Χρυσόστομος, έστω και ένας στύλος της αν παραμείνη όρθιος, η Εκκλησία δεν θα πέσει. «Ουδέν Εκκλησίας ισχυρότερου. Του ούρανού υψηλοτέρα εστί, της γης πλατυτέρα εστίν. Ουδέποτε γήρα, αεί δε ακμάζει». Στύλος της Εκκλησίας είναι ο κάθε πραγματικός πιστός, που μένει κολλημένος στην Παράδοση των Πατέρων, παρ' όλα τα φοβερά ρεύματα τού κόσμου που δοκιμάζουν να τον παρασύρουν. Τέτοιοι στύλοι θα υπάρχουν μέχρι την συντέλεια του κόσμου, ό,τι και να γίνει. Εξ' άλλου, όταν φθάσουν να γίνουν αυτά τα πράγματα, ο ερχομός του Κυρίου δεν θα είναι μακριά. Αυτή η κατάστασις θα είναι το πιο φοβερό σημάδι, ότι κοντεύει ο ερχομός Του. Τότε ακριβώς «ήξει το τέλος». Oι γλυκανάλατοι και συναισθηματικοί Χριστιανοί θεωρούν τα παραπάνω σαν υπερβολική και αποκρουστική άπαισιοδοξία. Σύμμαχοι του κόσμου, δεν μπορούν να ιδούν την σφραγίδα του διαβόλου σ' αυτό που οι ίδιοι επικροτούν. Ούτε μπορούν να αναμετρήσουν το τεράστιο χάος που χωρίζει τον κόσμο από τον Θεό, γιατι τότε θα είναι αναγκασμένοι να παραδεχθούν ότι το ίδιο χάος χωρίζει και τους ίδιους από τον Θεό. 

Δεν μπορούν λοιπόν να ανεχθούν να είναι κανείς απαισιόδοξος για την σύγχρονη Βαβέλ. Είναι τόσο ικανοποιημένοι από την εποχή τους. Βλέπουν το μέλλον τόσο λαμπρό. Ο Χριστιανισμός γι' αυτούς είναι τόσο συμβατός με τον κόσμο και είναι τόσο ευχαριστημένοι γι' αυτό, που δεν θα σε συγχωρήσουν αν τους δείξεις ότι πλανώνται. Οραματίζονται στο μέλλον μια παγκόσμια ενωμένη Εκκλησία, με όλους τους ανθρώπους ενωμένους με τον δεσμό της αγάπης. Οι αιρετικοί των διαφόρων αποχρώσεων είναι γι' αυτούς «οι αδελφοί τους Χριστιανοί», από τους οποίους τους εχώρισαν οι εγωισμοί και οι στενοκεφαλιές παρωχημένων εποχών... Για τους ανθρώπους του κόσμου, αυτή η προοπτική του παγκοσμίου κράτους και της παγκοσμίου θρησκείας είναι κάτι το πολύ ευχάριστο. Το ίδιο συμβαίνει και για όσους ποθούν σήμερα την ένωση των «Εκκλησιών» και δεν δίδουν σημασία στην αλήθεια. Για τους τελευταίους αυτούς, τα δογματικά θέματα είναι μισερές βυζαντινολογίες. Αλλά, «διά τούτο πέμψει αυτοίς ο Θεός ενέργειαν πλάνης εις το πιστεύσαι αυτούς τω ψεύδει, ίνα κριθώσι πάντες oι μη πιστεύσαντες τη αληθεία, αλλ' ευδοκήσαντες εν τη αδικία».



Μέσα σ' αυτήν την κοινωνία του Αντιχρίστου, 
οι λίγοι που θα μείνουν γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί 
θα αποτελούν την πέτρα του σκανδάλου, 
την μόνη παραφωνία μέσα στην τόση διαβολική αρμονία. 
Γι αυτούς οι μέρες εκείνες θα είναι ημέρες θλίψεως μεγάλης. 
«Και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων των εθνών διά το όνομά μου». 
Θα είναι μία νέα περίοδος μαρτυρίου, μαρτυρίου περισσότερο ψυχικού παρά σωματικού. 
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί θα είναι μέσα στο απέραντο παγκόσμιο κράτος οι απόκληροι της κοινωνίας. 
«Και ποιήση, όσοι αν μη προσκυνήσωσι τη εικόνι του θηρίου, 
ίνα αποκτανθώσι. 
Και ποιεί πάντας, τους μικρούς και τους μεγάλους, 
και τους πλουσίους και τους πτωχούς, 
και τους ελευθέρους και τους δούλους, 
ίνα δώσωσιν αυτοίς χάραγμα επί της χειρός αυτών της δεξιάς, 
ή επί των μετώπων αυτών, 
και ίνα μη τις δύναται αγοράσαι ή πωλησαι 
ειμή ο έχων το χάραγμα, το όνομα του θηρίου 
ή τον αριθμόν του ονόματος αύτού».
 (Αποκ. 13, 15).



H Ιστορία έχει να μας παρουσιάσει δις την τοπικήν Εκκλησίαν της Κων/λεως άνευ ορθοδόξου επισκόπου. Πρώτον μεν, ότε ούσαν Αρειανοκρατουμένην, ο μεταβάς εκεί προς ενίσχυσιν του Ορθοδόξου ποιμνίου Γρηγόριος ο θεολόγος εύρε αυτό «και ανεπίσκοπον» (MANSΙ 3, 532). Δεύτερον δε επί κακοδόξου Νεστορίου, ότε οί πιστοί, κλήρος και λαος αποκηρύξαντες αυτόν συνήγοντο άνευ αυτού (MANSΙ 4, 1096). Συνεπώς, ο οργανικός σύνδεσμος επισκόπου και αληθείας αποτελεί όρον εκ των ων ουκ άνευ δια την Ορθοδοξίαν της τοπικής εκκλησίας , ης ούτος προίσταται. Δια τούτο και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ετόνιζε προς τους αντιπάλους του: ''Οι της του Χριστού Εκκλησίας, της αληθείας εισί. 

Και οι μη της αληθείας όντες, ουδέ της του Χριστού Εκκλησίας εισί''. (Συγγράμ. Β', 627). Ουχί λοιπόν της Εκκλησίας οι κακοδοξούντες, ουδέ ποιμένες, αλλά ''λύκοι'' εν προβάτου δορά, φορά προβάτων κατεργαζόμενοι, έστω κι αν τιτλοφορώνται αρχιποιμένες, παναγιώτατοι και οικουμενικοί. ''Και τοσούτον μάλλον αν και σφων αυτών κατεψεύδοιντο'' συνεχίζει ο μέγας πατήρ, ''ποιμένας και αρχιποιμένας ιερούς εαυτούς καλούντες και υπ' αλλήλων καλούμενοι. Μηδέ γαρ προσώποις τον Χριστιανισμόν, αλλ' αληθεία και ακριβεία πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα''. (Ένθ αν). Δια τούτον είχε δίκαιον ο καθηγητής πατήρ Γ. Φλωρόφσκι, όταν έγραφε: ''Πολύ συχνά το μέτρον της αληθείας είναι η μαρτυρία της μεοψηφίας. Είναι δυνατόν να είναι Καθολική Εκκλησία το ''μικρόν ποίμνιον''. 

Ίσως υπάρχουν περισσότεροι ετερόδοξοι παρά Ορθόδοξοι. Είναι δυνατόν να εξαπλωθούν οι αιρετικοί παντού και να καταλήξει η Εκκλησία εις το περιθώριον της Ιστορίας ή να αποσυρθεί εις την έρημον. Αυτό συνέβη κατ' επανάληψιν εις την Ιστορίαν και είναι πολύ πιθανόν να συμβεί και πάλιν...''. ''Το καθήκον της υπακοής παύει όταν ο επίσκοπος παρεκκλίνει από τον καθολικόν κανόνα και ο Λαός έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήσει, ακόμα δε και να τον καθαιρέσει''. (Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοσις, Θεσσαλον. 1977, σελ. 71, 75. Πρβλ. Ι. Κοτσώνη, Προβλήματα Εκκλησιαστικής Οικονομίας, σελ. 113). ''Γιατι όμως αισθάνονται οι Χριστιανοί τόσο πολύ έντονα την ανάγκη να καταφύγουν οπωσδήποτε σε μια διοικητικά οργανωμένη Εκκλησία; 

Αυτό γίνεται, γιατι η Ιστορία έχει μεγάλη δύναμη στην ψυχή μας. Επειδή στην Εκκλησία μέσα στους αιώνες την γνωρίσαμε οργανωμένη σε Πατριαρχεία και σε Συνόδους, την ταυτήσαμε με την οργάνωσή της αυτήν, ξεχνώντας ότι κατά την διάρκεια των αιρέσεων, η οργάνωση αυτή χανόταν για τους Ορθοδόξους και γινόταν το όπλο της κακοδοξίας εναντίον τους. Όμως στους αποκαλυπτικούς καιρούς που ζούμε, έχουμε αφήσει πια πίσω την Ιστορία και μπήκαμε στην Εσχατολογία. Η πνευματική μας επιβίωση εξαρτάται από την συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος. Έπεσαν πια όλα τα ιστορικά μας αντερείσματα. Η αποστασία άλλαξε τους ποιμένας σε λύκους και η οργανωμένη Εκκλησία που ξέραμε είναι πια σήμερα αγέλη λύκων και θάνατος προβάτων. Ο διάβολος είναι πια λυμένος. 

Για να επιβιώσουμε πρέπει να δούμε την Εκκλησία στη μυστική και μυστηριακή της ουσία, γυμνωμένη από την διοικητική της οργάνωση που γνωρίσαμε στην Ιστορία. Στην αρένα οι μάρτυρες γυμνοί αντιμετώπιζαν τα θηρία. Γυμνή και η στρατευομένη Εκκλησία των εσχάτων καιρών θα παλέψει μαζί τους χωρίς Συνόδους, χωρίς Πατριαρχεία, χωρίς σύνδεσμο των κατά τόπους μικρών Εκκλησιών άλλον από τον Χριστόν και την κοινωνία τους με την θριαμβεύουσα Εκκλησία. Το συνηθισμένο λοιπόν ερώτημα: ''Καλά να φύγουμε από τον Οικουμενισμό, αλλά σε ποια Εκκλησία να πάμε;'' δεν έχει την θέση του σήμερα. Γιατι δεν πρόκειται να πάμε πουθενά, αλλά να μείνουμε στην Εκκλησία του Χριστού, στην Εκκλησία των Πατέρων. Ν' αρνηθούμε τις παραποιήσεις και να μείνουμε στην αλήθεια που από απαλών ονύχων γνωρίσαμε, αλλά δυσκολευόμαστε πια ν' αναγνωρίσουμε σ' αυτό που μας λέγουν, ότι είναι δήθεν Εκκλησία. Αυτή την άρνηση του ψεύδους και των παραποιήσεων, θα την πραγματοποιήσουμε εκεί που βρισκόμαστε, διακόπτοντας απλά κάθε επικοινωνία μαζί της. 

Και τότε, όταν θα έχουμε κάνει το πρώτο βήμα που περιμένει από μας ο Θεός, θα έλθει ο ίδιος σε συνάντησή μας και θ' ανοίξει τα μάτια μας που μέχρι τότε όνομα είχαν ότι βλέπουν, αλλά ήταν ανίκανα να δουν τον αληθινό Χριστό. Και όταν τον δούμε θα τρέξουμε στον πιο ακριβό μας φίλο, όπως έτρεξε ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ και θα τον καλέσουμε να' ρθει να δει κι αυτός , όσο κι αν αμφιβάλλει για το καλό που μπορεί να έλθει από την Ναζαρέτ. Έτσι σχηματίζεται το ''μικρό ποίμνιο'', η μικρή τοπική εκκλησία. Οι αληθινοί Ισραηλίτες βρίσκουν ο ένας τον άλλον και έρχονται μαζί στον Χριστό, λαικοί και Ιερείς και Επίσκοποι.

Δια της Εγκυκλίου της Ψευδοσυνόδου της Κρήτης καθιερώθηκε και ''Συνοδικά'' ο Οικουμενισμός,
ως διακεκηρυγμένη παναίρεση στους κόλπους της επισήμου Εκκλησίας,
αναγνωρίστηκε επίσημα η οντολογική ύπαρξη και άλλων Εκκλησιών
που έχουν σωστικά μυστήρια και νομοθετήθηκε ''πανορθόδοξα''
η απρόσκοπτη πορεία υπέρ της των πάντων ενώσεως!
Κατοχυρώθηκε ''Συνοδικά'' η φίμωση, η λογοκρισία και η απαγόρευση εις παντί,
μη συμμορφούμενο προς τας οικουμενιστικάς υποδείξεις,
νομιμοποιήθηκε το Π.Σ.Ε. αποκτώντας και κατοχυρωμένα οικουμενικό χαρακτήρα και ''ταυτοποιήθηκε''
επισήμως η Ορθοδοξία με τον Οικουμενισμό!
Οι αποφάσεις της Ληστρικής αυτής Ψευδοσυνόδου έχουν οικουμενικό χαραχτήρα,
αποτελούν πλέον εσωτερικό νόμο των τοπικών εκκλησιών
και εγγίζουν όχι μόνο τον κλήρο,
μα και παντί το ποίμνιο,
που κοινωνεί δια των ιερέων και επισκόπων του με
τους ακοινωνήτους του Οικουμενικού θρόνου.
Τέλος,
η ''Ευχή της των πάντων ενώσεως'' της Μεγάλης Συναπτής,
που τόσο υπερφίαλα, βλάσφημα και ανέξοδα
ερμηνεύθηκε πρόσφατα από τον Ποντίφηκα του Φαναρίου,
ως ένωση όλων των εκκλησιών, διαφορετικών δογμάτων,
σημαίνει αυτό και μόνον αυτό:
την ένωση δηλαδή πάντων των ανθρώπων εν αληθεία Ορθοδόξου πίστεως και την επιστροφή τους στην
Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία,
ως πασίδηλα μετανοημένοι και αναγεννημένοι εκ του Ορθοδόξου βαπτίσματος
ευλογημένοι Χριστιανοί.
Εύχεσθε και προσεύχεσθε!






Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

Ορθόδοξος Αγώνας.






Εμείς, δεν είμαστε οι Φωτισμένοι Άγιοι, αμαρτωλοί είμαστε, οι Άγιοι είναι από την απέναντι μεριά, εφόσον όμως, συν Θεώ κάνουμε με λόγο και με έργο αυτά που μας λέγουν οι Άγιοι της Εκκλησίας, που προηγήθηκαν από εμάς, καθώς έγραψε και ο Απόστολος Παύλος στην προς Τιμόθεο Επιστολή και φυλάττουμε, δηλαδή, δικαιοσύνη, ευσέβεια, αγάπη, υπομονή, πραότητα και αγωνιζόμαστε τον καλό αγώνα της Πίστεως και της Ορθής και Σωτήριας Ομολογίας, που αυτό σημαίνει, ότι συν Θεώ, δεν θα δεχτούμε, έως αίματος, για μέλη της Εκκλησίας δηλ. για μέλη του Χριστού τους ψευδεπισκόπους της ληστρικής συνόδου της Κρήτης, τα επίσημα, συνοδικά πλέον μέλη της ψευδεκκλησίας του αντίχριστου, του λεγόμενου Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.) διακόπτοντας κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους και με όσους έχουνε εκκλησιαστική κοινωνία με αυτούς.
Μόνο τότε, θα λάβουμε και εμείς πλουσίως και αμέτρως αυτό που έλαβαν και εκείνοι. 

Γι' αυτό ας αντιληφθούν οι καλοπροαίρετοι Χριστιανοί, ότι μετά τη σύνοδο της Κρήτης (2016), είμαστε σε καιρό πολέμου, αφού η αίρεση επιβλήθηκε συνοδικά, η Πίστη προδόθηκε και η Εκκλησία του Ιησού Χριστού διώκεται. 
Ας παύσουν, λοιπόν, να προβάλλουν την ανάγκη των Μυστηρίων ως μεγαλύτερη από την τήρηση της Ορθόδοξης Πίστεως. Με την ανησυχία τους μην στερηθούν αυτά, τελικά συμβιβάζονται με την αίρεση, με κάθε κακοδοξία και την βλασφημία με αποτέλεσμα να χάνουν στο τέλος και τα δύο, δηλαδή και την Ορθόδοξη και Σωτήρια Ομολογία της Πίστεως και την Χάρη των Ορθοδόξων Μυστηρίων. 
Αυτό δε συμβαίνει επειδή το δόγμα των Χριστιανών είναι ότι η Ορθόδοξη Πίστη είναι η προϋπόθεση των Ορθοδόξων Μυστηρίων.

Θα πενθούν βαριά και οι Εκκλησίες, διότι δεν θα υπάρχει ούτε προσφορά ούτε θυμίαμα ούτε θα γίνεται η θεάρεστος λατρεία, αλλά τα ιερά των εκκλησιών θα ερημώσουν σαν την πρόχειρη καλύβα μετά τον τρυγητό και δεν θα προσφέρεται το τίμιο Σώμα και Αίμα του Χριστού σε εκείνες τις ημέρες. Η λειτουργία θα χαθεί, οι ψαλμωδίες θα παύσουν, δεν θα ακούγεται ανάγνωση των γραφών. Σκοτάδι θα καλύψει τους ανθρώπους και θρήνος πάνω στο θρήνο και αλίμονο.

«Ερμηνεία της Ιεράς Αποκαλύψεως κατά την Αγία Γραφή και τους Αγίους Πατέρες» – Μοναχού Μάξιμου Γαβριήλ Αγιορείτου. (Β’ Τόμος – Νέα έκδοση)

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2020

Όρθόδοξος Καθολική Έκκλησία.



Όρθόδοξος Καθολική Έκκλησία. 




H Εκκλησία είναι «Μία», δηλαδη «μόνη ». Όπως είς είναι ό σαρκωθείς θεός καΙ εν τό σωμα του Κυρίου, οϋτω μία είναι καί ή 
«Έκκλησία θεου ζώντος» . H «Μία» Έκκλησία είναι έν Tώ κόσμω ό μοναδικός «στυλος καί έδραίωμα της αληθείας», τό μόνον 
Ταμείον της ανακαινιζούσης Χάριτος του Άγίου Πνεύματος, καΙ ή μόνη «Αγία» Kιβωτός της έν Xριστώ σωτηρίας. Έκτός της 
"Αγίας Έκκλησίας, «ό κόσμος όλος έν Tώ κόσμω Κείται». Ως «Μία» καί «Αγία» ή Έκκλησία είναι «Καθολική», μη δυναμένη 
να διαιρεθή. Αί κατα τόπους Έκκλησίαι δεν κατατέμνουν την 'Εκκλησίαν είς 'Πολλάς, άλλα αποτελούν μέλη της «Μιας» ΈKKλησίας.
Το ορατόν καί αόρατον στοιχείον της Έκκλησίας δέν μερίζουν ταύτην είς δύο EKKλησίας, είς ορατήν Έκκλησίαν καί είς άόρατον Eκκλησίαν. Το αόρατον καί ορατόν στοιχείον της Eκκλησίας αποτελούν έν Χριστώ εν, την «Μίαν... Καθολικην» Eκκλησίαν, την αληθή καί Όρθόδοξov ΈκκλησΙαν. Αιρέσεις καί τα σχίσματα δέν είναι μέλη της Έκκλησίας, αλλά είναι έκτος της Εκκλησίας καί εντός του κόσμου, ο οποίος «ολος έν τώ πονηρώ κείται».
Οί Χριστιανοί εξακολουθουν να αποτελούν μέλη του σώματος του Κυρίου, ήτοι της Eκκλησίας, εφόσον κρατούν καί
επαυξάνουν την ορθόδοξον Πίστιν. Aρνoύμενoι δε την ορθόδοξον 
πίστιν, εστω και κατα μιικρόν, δια της Παραδοχης της αίρέσεως, αποχωρίζονται του θεού οικειοθελώς. Δια της απωλείας. της ορθοδόξου πίστεως τα μέλη της Εκκλησίας αποκόπτονται εθελοκάκως του σώματος του Κυρίου ήμων Ίησου Χριστού, εξέρχονται 
της Έκκλησίας και εκπίπτουν της εν Χριστώ σωτηρίας, H Παραδοχή της αίρέσεως είναι όντως ή Εσχάτη πτωσις της ψυχης «το έσχατον πτωμά έστι ψυχής».

Αποτείχιση η μόνη οδός σωτηρίας. 

H ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ

 

ΕΙΧΕ ΠΡΟΦΗΤΕΥΣΕΙ Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π.ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΧΤΥΠΗΣΕΙ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΕΞ. ΑΝΑΤΟΛΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΒΡΟ - π.ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ : " ΕΡΧΕΤΑΙ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΕΞ' ΑΝΑΤΟΛΩΝ , ΤΥΠΟΥ "ΓΡΙΠΗΣ" ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΓΡΙΠΗ "_ " ΔΕΝ ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΑΛΛΑ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΑ ΚΑΙ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ , ΟΤΙ ΜΕΣΑ ΣΕ 24 ΩΡΕΣ ΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΒΡΟ ΟΛΟΚΛΗΡΟ.....Η ΜΙΚΡΑ ΕΛΛΑΣ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ " ΜΕΤΑΝΟΙΑ.


Αποτείχιση η μόνη οδός σωτηρίας. 



Δευτέρα 9 Μαρτίου 2020

Ἡ ἐν γνώσει κοινωνία μέ τήν αἵρεσιν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπον εἰς τήν Κόλασιν ! Αποτέλεσμα εικόνας για Ἡ ἐν γνώσει κοινωνία μέ τήν αἵρεσιν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπον εἰς τήν Κόλασιν !







Τοῦ κ. Δημητρίου Χατζηνικολάου, 
Ἀν Καθηγητοῦ Οἰκονομικῶν τοῦ Παν/μίου Ἰωαννίνων.

Τόσον ἡ Ἁγία Γραφή ὅσον καί οἱ ἅγιοι Πατέρες, προκειμένου νά καταστήσουν ἀπολύτως σαφές ὅτι ἡ ἐν γνώσει κοινωνία μέ τήν αἵρεσιν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπον εἰς τήν Κόλασιν, ἀπηγόρευσαν αὐστηρῶς καί μέ ἐντόνους χαρακτηρισμούς καί προτροπάς τήν τοιαύτην κοινωνίαν. Πρός ἀπόδειξιν αὐτοῦ τοῦ ἰσχυρισμοῦ, παραθέτομεν κατωτέρω πολλά ἁγιογραφικά καί ἁγιοπατερικά χωρία, τά ὁποῖα εὕρομεν εἰς τά συγγράμματα των Ἁγίων Πατέρων, διά τήν ἀντιμετώπισιν τῆς συγχρόνου αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τήν ὁποίαν κηρύττουν οἱ σύγχρονοι ταγοί τῆς Ἐκκλησίας. Χάριν παραδείγματος, οἱ Οἰκουμενισταί παραδέχονται ὅλας τάς Χριστιανικάς αἱρέσεις καί ὅλας τάς θρησκείας ὡς «διαφορετικούς δρόμους» διά νά φθάσῃ ὁ ἄνθρωπος εἰς τόν Θεόν. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πιστεύουν εἰς τόν ἴδιον Θεόν, ὁ καθείς μέ τόν τρόπον του, λέγουν ψευδῶς οἱ «πατριάρχαι» Ἀθηναγόρας καί Βαρθολομαῖος. Νά καταργήσωμεν, λοιπόν, τά δόγματα τῆς Τριαδικότητος τοῦ Θεοῦ, τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του κ.λπ. καί νά κατασκευάσωμεν νέα, οὕτως ὥστε αὐτά νά εἶναι ἀποδεκτά ἀπό τόν σύγχρονον ἄνθρωπον, ἐπρότεινεν ὁ «ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς» Ἰάκωβος εἰς συνέντευξίν του εἰς τήν παγκοσμίου κυκλοφορίας ἐφημερίδα New York Times (25-9-1967, σ. 40).

Ὅταν ἀνέγνωσα διά πρώτην φοράν αὐτήν τήν εἴδησιν εἰς τό βιβλίον Φιλήματα Ἰούδα τό ἔτος 1997, ἤμην κάτοικος τῆς Ἀδελαΐδος τῆς Νοτίου Αὐστραλίας καί ἠκολούθουν τό νέον ἑορτολόγιον. Ἐσκέφθην ὅτι «οἱ παλαιοημερολογῖται ἀσφαλῶς ψεύδονται ὡς πρός τοῦτο»! Διότι δέν εἶναι ποτέ δυνατόν εἷς ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ νά προτείνῃ τήν κατάργησιν τῶν Ὀρθοδόξων Δογμάτων καί νά μήν καθαιρῆται! Προκειμένου νά λύσω τήν ἀπορίαν μου, λοιπόν, ἐπεσκέφθην τήν Κεντρικήν Βιβλιοθήκην τῆς Ἀδελαΐδος καί ἐζήτησα τό φύλλον τῆς έφημερίδος New York Times τῆς 25-9-1967, ἡ ὁποία ὑπῆρχεν εἰς ψηφιακήν μορφήν, καί συγκεκριμένως εἰς μορφήν microfische, δηλαδή εἰς ταινίαν τετυλιγμένην εἰς μικρά καρρούλια. Ἐφωτοτύπησα αὐτήν τήν συνέντευξιν καί ἔκτοτε τήν διαδίδω, διότι ὁ Ἰάκωβος παρέμεινε «Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς» διά τριάκοντα ἀκόμη ἔτη μετά τήν ὡς ἄνω πρότασίν του νά καταργηθοῦν τά Ὀρθόδοξα Δόγματα, τά ὁποῖα μάλιστα εἰς τήν συνέντευξιν αὐτήν ἐχαρακτήρισε «Ἑλληνικά παλαιά ἐνδύματα»! Τότε ἤρχισα νά μελετῶ ἐπισταμένως τό Ἡμερολογιακόν Ζήτημα· δύο ἔτη ἀργότερον, διέκοψα πλήρως τήν ἐκκλησιαστικήν κοινωνίαν μέ τούς Οἰκουμενιστάς.

Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος:

«Ἐκκλίνατε ἀπ’ αὐτῶν» (Ρωμ. 16:17-18)·

«ἀφίστασο ἀπό τῶν τοιούτων … τήν παρακαταθήκην φύλαξον, ἐκτρεπόμενος τάς βεβήλους κενοφωνίας καί ἀντιθέσεις τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, ἥν τινες ἐπαγγελλόμενοι περί τήν πίστιν ἠστόχησαν» (Α´ Τιμ. 6:5, 6:20-21)·

«μή οὖν γίνεσθε συμμέτοχοι αὐτῶν … καί μή συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους» (Ἐφ. 5:6-11)·

«ἀπό παντός εἴδους πονηροῦ ἀπέχεσθε» (Α´ Θεσσ. 5:22)·
«στήκετε καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις … στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπό παντός ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καί μή κατά τήν παράδοσιν» (Β´ Θεσσ. 2:15 καί 3:6)·

«σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης» (Β´ Τιμ. 3:14)·
«Εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ’ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλ. 1:8-9)·

«τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ; ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά ἀπίστου; … διό ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε» (Β´ Κορ. 6:14-18, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος λέγει: «πᾶς ἄνθρωπος, τό διακρίνειν παρά Θεοῦ εἰληφώς, κολασθήσεται, ἐξακολουθήσας ἀπείρῳ ποιμένι, καί ψευδῆ δόξαν ὡς ἀληθῆ δεξάμενος· τίς γάρ κοινωνία φωτί πρός σκότος;» (ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει: «οἵτινες τήν ὑγιῆ πίστιν προσποιοῦνται ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δέ τοῖς ἑτερόφροσι, τούς τοιούτους, εἰ μετά παραγγελίαν μή ἀποστῶσι, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν» (P.G. 160, σ. 101).

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέγει: «Πᾶς ὁ λέγων, φησί, παρά τά διατεταγμένα, κἄν ἀξιόπιστος ᾖ, κἄν νηστεύῃ, κἄν παρθενεύῃ, κἄν σημεῖα ποιῇ, κἄν προφητεύῃ, λύκος σοί φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ προβάτων φθοράν κατεργαζόμενος» (P.G. 160, σ. 101, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, λέγει τά ἑξῆς σημαντικά διά τήν ὑπακοήν εἰς ἡγουμένους πού εἴτε εἶναι αἱρετικοί εἴτε εἶναι μέν ὀρθόδοξοι, ἀλλά κοινωνοῦν μέ αἱρετικούς:
«παραγγελίαν γάρ ἔχομεν ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀποστόλου [Γαλ. 1:8], παρ’ ὅ παρελάβομεν, παρ’ ὅ οἱ κανόνες τῶν κατά καιρούς συνόδων καθολικῶν τε καί τοπικῶν, ἐάν τις δογματίζῃ ἤ προστάσσῃ ποιεῖν ἡμᾶς, ἀπαράδεκτον αὐτόν ἔχειν, μηδέ λογίζεσθαι αὐτόν ἐν κλήρῳ ἁγίων» (ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος)·
«οὐ δι’ ἕνα ἄνθρωπον ἀποσχίζομεν τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἀπό Βορρᾶ καί δυσμῶν καί θαλάσσης∙ καί μέντοι καί τῆς ἐνταῦθα, δηλονότι πλήν τῶν μοιχοκυρωτῶν. Οὐ γάρ οὗτοι Ἐκκλησία Κυρίου» (Ἐπιστολαί, ἔ.ἀ., σελ. 178, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).Ἐφόσον ὁ ἅγιος ἔλεγεν ὅτι οἱ «μοιχοκυρωταί», ἤτοι οἱ ἐγκρίνοντες τόν παράνομον γάμον τοῦ Αὐτοκράτορος, δέν ἀνήκουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, φαντασθεῖτε τί θά ἔλεγεν διά τούς Οἰκουμενιστάς ἄν ἔζη σήμερον· εἰκάζω ὅτι θά τούς ἐχαρακτήριζε «συναγωγήν τοῦ Σατανᾶ»! Σκληρά ἡ κρίσις, ἀλλά σύμφωνος μέ τήν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας.

«Οὐδ’ ἄν ὅλα τά χρήματα τοῦ κόσμου παρέξει τις καί κοινωνῶν εἴη τῇ αἱρέσει φίλος Θεοῦ καθίσταται, ἀλλ’ ἐχθρός. Καί τί λέγω κοινωνίας; Κἄν ἐν βρώματι, καί πόματι, καί φιλίᾳ συγκάτεισι τοῖς αἱρετικοῖς ὑπεύθυνος» (Ἐπιστολαί, ἔ.ἀ., σελ. 298)·

«φυλάξοιτε ἔτι ἑαυτάς, παρακαλῶ, τῆς ψυχοφθόρου αἱρέσεως∙ ἧς ἡ κοινωνία ἀλλοτρίωσις Χριστοῦ» (Ἐπιστολαί, ἔ.ἀ., σελ. 354, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος)·

«τοῦ τε ἁγίου Ἀθανασίου προστάσσοντος, μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρός τούς αἱρετικούς, ἀλλά μήν μηδέ πρός τούς κοινωνοῦντας μετά τῶν ἀσεβῶν» (Ἐπιστολαί, ἔ.ἀ., σ. 448, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος)·

«ἐχθρούς γάρ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καί πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο» (P.G. 99, σ. 1049, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος)·

«οἱ μέν τέλεον περί τήν πίστιν ἐναυάγησαν· οἱ δέ, εἰ καί τοῖς λογισμοῖς οὐ κατεποντίσθησαν, ὅμως τῇ κοινωνίᾳ τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται» (P.G. 99, σ. 1164 Α, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος). Δηλαδή, ὅσοι ἔχουν μέν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἀλλά κοινωνοῦν μέ τήν αἵρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως πράττουν σήμερον οἱ ἁγιορεῖται μνημονευταί καί οἱ «συντηρητικοί» νεοημερολογῖται, θά συναπολεσθοῦν μέ τούς Οἰκουμενιστάς.

Ὁ Ἅγιος Μάρκος Εὐγενικός, συνοψίζων ἄριστα τήν ’Ορθόδοξον διδασκαλίαν τῆς ἀποτειχίσεως, λέγει: «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι καί πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί φεύγειν τούς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καί τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι» (P.G. 160, σ. 101, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Ἀναφερόμενος δέ εἰς τόν λατινόφρονα μητροπολίτην Ἀθηνῶν, γράφει ὁ Ἅγιος τά ἑξῆς σημαντικά εἰς μίαν ἐπιστολήν του πρός τόν ἱερομόναχον Θεοφάνην:

Ἀξιῶ οὖν τήν ἁγιωσύνην σου, ἵνα τόν ὑπέρ Θεοῦ ζῆλον ἀναλαβών, … παραινέσῃς τοῖς τοῦ Θεοῦ ἱερεῦσιν, ἐκφεύγειν ἅπασι τρόποις τήν κοινωνίαν αὐτοῦ καί μήτε συλλειτουργεῖν αὐτῷ μήτε μνημονεύειν ὅλως αὐτοῦ, μήτε ἀρχιερέα τοῦτον, ἀλλά λύκον καί μισθωτόν ἡγεῖσθαι … Φεύγετε οὖν καί ὑμεῖς, ἀδελφοί, τήν πρός τούς ἀκοινωνήτους κοινωνίαν καί τό μνημόσυνον τῶν ἀμνημονεύτων. Ἴδε ἐγώ Μάρκος ὁ ἁμαρτωλός λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ μνημονεύων τοῦ πάπα ὡς ὀρθοδόξου ἀρχιερέως ἔνοχός ἐστι πάντα τά τῶν Λατίνων ἐκπληρῶσαι μέχρι καί αὐτῆς τῆς κουρᾶς τῶν γενείων, καί ὁ λατινοφρονῶν μετά τῶν Λατίνων κριθήσεται καί ὡς παραβάτης τῆς πίστεως λογισθήσεται (P.G. 160, σ. 1097, 1100, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Συνεπῶς, εἶναι παραβάται τῆς πίστεως ὅσοι μνημονεύουν τόν λατινόφρονα «πατριάρχην» Βαρθολομαῖον, ὁ ὁποῖος ψάλλει τήν φήμην καί τό «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος» διά τόν «πάπαν». Ὅπως δέ κατήγγειλε τό ἔτος 1969 ὁ Μητροπολίτης Φιλάρετος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς εἰς μίαν ἀνοικτήν του ἐπιστολήν πρός τόν «ἀρχιεπίσκοπον Ἀμερικῆς» Ἰάκωβον, ὁ «πατριάρχης» Ἀθηναγόρας εἶχε συμπεριλάβῃ τό ὄνομα του «πάπα Ρώμης», καθώς καί «ὅλας τάς ὁμολογίας τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως», εἰς τά Δίπτυχα, πού σημαίνει ὅτι ἐθεώρει ὡς ὀρθοδόξους ὅλους αὐτούς τούς αἱρετικούς.[3] Εἰς τό Ἅγιον Ὄρος σήμερον, ὀρθόδοξον στάσιν κρατοῦν μόνον οἱ παραδοσιακοί, δηλαδή οἱ γνήσιοι Ἐσφιγμενῖται καί οἱ Ζηλωταί Πατέρες, πού δέν μνημονεύουν τόν κ. Βαρθολομαῖον διό καί διώκονται.

Ὁ Ἅγιος Μάρκος Εὐγενικός τονίζει ὅτι «εἰς τά τῆς Πίστεως οὐκ ἐγχωρεῖ συγκατάβασις· ἡ γάρ συγκατάβασις ἐλάττωσιν ἐργάζεται τῆς πίστεως» καί ὅτι «μέσον ἀληθείας καί ψεύδους οὐδέν ἐστιν» (ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Οἱ ἐπί «πατριάρχου» Βέκκου ἀγωνισθέντες καί θεαρέστως μαρτυρήσαντες Ἁγιορεῖται Πατέρες, εἰς τήν γνωστήν ἐπιστολήν, τήν ὁποίαν ἔγραψαν τό ἔτος 1275 πρός τόν Βασιλέα Μιχαήλ Παλαιολόγον,[5] ἀντιδρῶντες εἰς τάς πιέσεις πού ἐδέχοντο νά μνημονεύσουν τόν «πάπαν», μετά ἀπό τήν ψευδο-σύνοδον τῆς Λυῶνος, ἐπεκαλέσθησαν, μεταξύ ἄλλων, καί τό ἀκόλουθον χωρίον τῆς Καινῆς Διαθήκης: «Εἴ τις ἔρχεται πρός ὑμᾶς καί ταύτην τήν διδαχήν οὐ φέρει, μή λαμβάνετε αὐτόν εἰς οἰκίαν, καί χαίρειν αὐτῷ μή λέγετε· ὁ γάρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Ἰω. Β΄, 10-11). Τό χωρίον τοῦτο ἀνέλυσαν ὡς ἑξῆς (εἰς ἐλευθέραν μετάφρασιν τοῦ γράφοντος):

Ἄν ἐμποδιζώμεθα ἁπλῶς νά τόν χαιρετίσωμεν [τόν «πάπαν»] καθ’ ὁδόν καί νά τόν εἰσαγάγωμεν εἰς μίαν συνήθη οἰκίαν, τότε πῶς θά τόν εἰσαγάγωμεν, ὄχι εἰς οἰκίαν, ἀλλά εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ; … Καί ἄν ὁ ἁπλοῦς χαιρετισμός του ἰσοδυναμεῖ μέ κοινωνίαν μέ τά πονηρά του ἔργα, πόσον μᾶλλον ἡ μνημόνευσίς του ἐκφώνως ἔμπροσθεν τῶν θείων καί φρικτῶν μυστηρίων; Ἄν δέ Αὐτός πού κεῖται ἔμπροσθεν ἡμῶν εἶναι ἡ Αὐτοαλήθεια, τότε πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀνεχθῇ τοῦτο τό μέγα ψεῦδος, τό νά κατατάσσηται δηλαδή αὐτός μεταξύ τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν; Θέατρον θά παίξωμεν ἐνώπιον τῶν φρικτῶν μυστηρίων; Πῶς εἶναι δυνατόν ν’ ἀνεχθῇ τοιοῦτόν τι ἡ ὀρθόδοξος ψυχή, χωρίς ν’ ἀπομακρυνθῇ ἀμέσως ἀπό τούς μνημονευτάς, θεωρῶντας αὐτούς ἱεροκαπήλους; Διότι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ τήν ἀναφοράν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως ἐνώπιον τῶν ἀδύτων μυστηρίων ὡς τελείαν συγκοινωνίαν. Εἰς τήν ἑρμηνείαν τῆς θείας λειτουργίας ἔχει γραφῇ ὅτι ὁ ἱερουργῶν ἀναφέρει τό ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως, διά νά δείξῃ ὅτι ὑποτάσσεται εἰς αὐτόν καί ὅτι εἶναι κοινωνός τῆς πίστεώς του… Καί ὁ μέγας πατήρ ἡμῶν καί ὁμολογητής Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ταῦτα λέγει: μολυσμόν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ ἀναφέρειν τόν αἱρετικόν, ἀκόμη καί ὅταν ὁ ἀναφέρων εἶναι ὀρθόδοξος … Ἀλλά θά δεχθῶμεν τό μνημόσυνον κατ’ οἰκονομίαν; Καί πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι ἀποδεκτή μία οἰκονομία πού βεβηλώνει τά θεῖα μυστήρια καί διώκει ἀπό αὐτά τό Ἅγιον Πνεῦμα, στερῶντας ἔτσι τούς πιστούς ἀπό τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν των καί τήν χάριν τῆς υἱοθεσίας; Ὑπάρχει τι ζημιωδέστερον τούτου; Ἡ κοινωνία μετ’ αὐτῶν εἶναι προφανής ἔκπτωσις καί ἀνατροπή τῆς Ὀρθοδοξίας. Διότι ὁ αἱρετικόν δεχόμενος τοῖς αὐτοῦ ἐγκλήμασιν ὑπόκειται καί ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν ἀκοινώνητός ἐστιν, ὡς συγχέων τόν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας (ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Ὥστε, λοιπόν, κατά τούς Ἁγιορείτας Πατέρας τοῦ 1275, «ἱεροκάπηλοι» εἶναι οἱ μνημονευταί τῶν αἱρετικῶν! Ὡς γνωστόν, οἱ τότε Οἰκουμενισταί τοῦ Βέκκου ἄλλους ἀπό αὐτούς τούς Ἁγιορείτας Πατέρας ἀπεκεφάλισαν, ἄλλους ἐκρέμασαν, ἄλλους ἔκαψαν ζωντανούς και ἄλλους ἔπνιξαν. Εἶναι, βλέπετε, στενός, ἀκανθώδης καί μαρτυρικός ὁ δρόμος τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας, τόν ὁποῖον ἀκολουθοῦν ὀλίγοι, ἐνῶ ὁ δρόμος τῆς ἀπωλείας εἶναι πλατύς, τόν ὁποῖον δυστυχῶς ἀκολουθοῦν οἱ πολλοί.

Ἕτερον παράδειγμα ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἀποτελεῖ ἡ στάσις πού ἐτήρησαν οἱ ὀρθόδοξοι ἔναντι τῶν λατινοφρόνων μετά τήν ψευδοσύνοδον τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας: «δέν συνελειτούργουν μετά τῶν λατινοφρόνων, δέν ἐπεκοινώνουν μετ’ αὐτῶν καί δέν ἐμνημόνευον τῶν ἐπισκόπων, τῶν ὑπογραψάντων τήν ψευδῆ ἕνωσιν τῆς Φλωρεντίας. Τό ὀρθόδοξον πλήρωμα μόνον τήν φωνήν τοῦ Μάρκου [τοῦ Εὐγενικοῦ] ἀνεγνώριζεν ὡς φωνήν καλοῦ ποιμένος. Αἱ φωναί τῶν λατινοφρόνων ἐπισκόπων ἐφαίνοντο φωναί ἀλλοτρίων».

Ἆραγε οἱ σημερινοί Ἁγιορεῖται μνημονευταί δέν ἐδιδάχθησαν τίποτε ἀπό τήν ὡς ἄνω διδασκαλίαν καί πρᾶξιν τῶν ἁγίων εἰς ἀναλόγους περιστάσεις; Ἤ μήπως ἐδιδάχθησαν τό φρόνημα καί ἐφαρμόζουν τάς μεθόδους τῶν προδοτῶν καί διωκτῶν τῆς Ὀρθοδοξίας;

Σάββατο 7 Μαρτίου 2020

Η αίρεσις του π. ’Επιφανίου Θεοδωροπούλου "του Δημητρίου Χατζηνικολάου, ’Αν. Καθηγητου του Παν/μίου ’Ιωαννίνων"






‘Η αίρεσις του π. ’Επιφανίου Θεοδωροπούλου
"του Δημητρίου Χατζηνικολάου, ’Αν. Καθηγητου του Παν/μίου ’Ιωαννίνων"




Καλοπροαίρετοι καί αξιόπιστοι άνθρωποι πού εγνώρισαν τόν π. ’Επιφάνιον Θεοδωρόπουλον λέγουν ότι επρόκειτο περί εναρέτου κληρικου. ’Έγραψε μάλιστα καί έν θαυμάσιον βιβλίον κατά της επαράτου Μασωνίας, τό οποιον αποτελει σημαντικήν προσφοράν εις τόν αντιαιρετικόν αγωνα της ’Εκκλησίας. Δυστυχως, όμως, φαίνεται πώς ζωμεν εις καιρούς διά τούς οποίους προεφήτευσεν ο Κύριος ότι θά πλανηθουν ακόμη καί εκλεκτοί (Ματ. 24:24). Τραγικόν παράδειγμα αυτης της προφητείας αποτελει ο π. ’Επιφάνιος, ο οποιος εκήρυξεν αίρεσιν!

Γράφει ο ‘Άγιος Νικόδημος ο ‘Αγιορείτης: «Αιρετικοί δέ ονομάζονται εκεινοι, των οποίων η διαφορά παρευθύς καί αμέσως ειναι περί της εις Θεόν πίστεως, ήτοι οι κατά τήν πίστιν καί τά δόγματα χωρισμένοι από τούς ορθοδόξους καί παντελως απομεμακρυσμένοι» (βλ. «Πηδάλιον», εκδ. «’Αστήρ», σ. 588). Σημειώνει δέ ότι πολλοί άγιοι επισημαίνουν ότι ακόμη καί μία μικρά παρέκκλισις από τήν ορθήν πίστιν αποτελει αθέτησιν του νόμου του Θεου, τουτέστιν αίρεσιν. Παραδείγματος χάριν, η Β' Οικ. Σύνοδος (Ζ' Κανών) θεωρει αιρετικούς τούς λεγομένους Τεσσαρεσκαιδεκατίτας, επειδή αυτοί εώρταζον τό Πάσχα όχι αναγκαστικως ημέραν Κυριακήν, αλλ’ οιανδήποτε ημέραν ετύγχανε η σελήνη δεκατεσσάρων ημερων, άν καί κατά τά άλλα ησαν ορθόδοξοι (βλ. «Πηδάλιον», σ. 163).

’Αλλά, ποίαν αίρεσιν εκήρυξεν ο π. ’Επιφάνιος; Εις τό γνωστόν βιβλίον του «Τά Δύο ’Άκρα: Οικουμενισμός καί Ζηλωτισμός», ο π. ’Επιφάνιος γράφει ότι οι ’Ορθόδοξοι δύνανται νά έχουν εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μέ τούς αιρετικούς Οικουμενιστάς καί κατακρίνει ως σχισματικούς τούς ’Ορθοδόξους πού απετειχίσθησαν από τούς Οικουμενιστάς «επισκόπους», ενω, συμφώνως πρός τόν 15ον Κανόνα της ΑΒ' Συνόδου, θά έπρεπε νά τούς επαινη! («Πηδάλιον», σ. 358). Διατί νά τούς επαινη; Διότι από τό 1920 καί εντευθεν η παναίρεσις του Οικουμενισμου διδάσκεται καί εφαρμόζεται επισήμως εις παγκόσμιον επίπεδον, λόγοις καί έργοις, από «επισκόπους» του χώρου της ’Ορθοδοξίας! Εις εξ αυτων επρότεινε νά καταργήσωμεν τά δόγματα της ‘Αγίας Τριάδος, της ’Ενανθρωπήσεως του Κυρίου, κ.ά. καί νά τά αντικαταστήσωμεν μέ νέα δόγματα, πού νά ειναι πιό αποδεκτά! (’Ιάκωβος ’Αμερικης, «New York Times», 25-9-1967, σ. 40). ‘Έτερος διδάσκει ότι ο Χριστός δέν ητο ευθύς εξ αρχης αναμάρτητος, αλλ’ εκέρδησε τήν αναμαρτησίαν «βημα πρός βημα»! (Στυλιανός Αυστραλίας, «Φωνή της ’Ορθοδοξίας», Τόμ. 9, ’Αρ. 12, Δεκ. 1988). Τρίτος προτείνει νά τροποποιήσωμεν τούς ‘Ιερούς Κανόνας, έτσι ώστε αυτοί νά συνάδουν μέ τήν αιρετικήν συμπεριφοράν του! (Βαρθολομαιος Κωνσταντινουπόλεως, Διδακτορική Διατριβή, 1970, σ. 73). Καί ούτω καθ’ εξης.

‘Ο π. ’Επιφάνιος αντιφάσκει πρός εαυτόν, διότι, αφενός μέν αναγνωρίζει ότι ο 15ος Κανών της ΑΒ' δίδει τό δικαίωμα της αποτειχίσεως («Τά Δύο ’Άκρα», σ. 75) καί ότι ο Κανών λέγει σαφως ότι οι αποτειχιζόμενοι δέν κάμνουν σχίσμα, αλλά ειναι άξιοι επαίνου, αφετέρου δέ κατακρίνει ως σχισματικούς όσους κάμνουν χρησιν αυτου του δικαιώματος! Διότι, κατά τόν π. ’Επιφάνιον, τήν αποτείχισιν πρέπει νά τήν αποφασίσουν οι «αξιωματικοί» καί όχι οι στρατιωται! («Τά Δύο ’Άκρα», σ. 59). «’Αξιωματικούς» δέ ο π. ’Επιφάνιος θεωρει τούς «επισκόπους» πού επί πολλάς δεκαετίας κοινωνουν μέ τήν αίρεσιν του Οικουμενισμου, χρώμενοι «οικονομίας» εις τό διηνεκές («Τά Δύο ’Άκρα», σ. 111), ενω τούς αποτειχισθέντας ’Επισκόπους τούς θεωρει «εκτός ’Εκκλησίας»! Τονίζει ακόμη ο π. ’Επιφάνιος ότι πρίν ο πιστός αποκηρύξει τούς Οικουμενιστάς «ψευδεπισκόπους» (όρος του 15ου Κανόνος της ΑΒ'), θά πρέπη ν’ απαντήση θετικως εις τό ακόλουθον ερώτημα: «Πιστεύω ότι σύμπασα η ανά τήν Οικουμένην ’Ορθόδοξος ’Εκκλησία κατεπόθη υπό της πλάνης καί μόνον εγώ καί ολίγοι ακόμη εμείναμεν διασώζοντες τήν αλήθειαν;» (σ. 58). Δηλαδή, κατά τόν π. ’Επιφάνιον, η αποκήρυξις των «ψευδεπισκόπων» δέν επιτρέπεται πρίν αυτοί προλάβουν νά καταστρέψουν ολοσχερως τήν ’Εκκλησίαν!

Κατά τήν τελευταίαν εικοσαετίαν, έχει αποδειχθει επανειλημμένως καί διά μακρων ότι αι διδασκαλίαι αυταί του π. ’Επιφανίου αντίκεινται εις τήν ‘Αγίαν Γραφήν καί τήν ‘Ι. Παράδοσιν. Συνεπως, δέν χρειάζεται νά παραθέσωμεν καί πάλιν τάς εκατοντάδας των χωρίων πού υπάρχουν, αλλά καί των παραδειγμάτων συμπεριφορας των αγίων εις αναλόγους περιστάσεις, τά οποια αποδεικνύουν του λόγου τό αληθές. ’Εξ άλλου, ο ‘Άγιος Μάρκος Ευγενικός συνοψίζει μέ συντομίαν καί σαφήνειαν τήν ’Ορθόδοξον διδασκαλίαν επί του θέματος ως εξης: «‘Άπαντες οι της ’Εκκλησίας διδάσκαλοι, πασαι αι Σύνοδοι καί πασαι αι θειαι Γραφαί φεύγειν τούς ετερόφρονας παραινουσι καί της αυτων κοινωνίας διΐστασθαι» (P.G. 160, σ. 101).

’Εάν ο π. ’Επιφάνιος απλως εδημιούργει μίαν νέαν αίρεσιν καί, όπως όλοι οι προηγούμενοι αιρεσιάρχαι, προσηλύτιζε οπαδούς εις αυτήν, αποσπων αυτούς από τήν ’Ορθοδοξίαν, τότε τό κακόν δέν θά ητο τόσον μεγάλον όσον ειναι τώρα, έστω καί άν ο αριθμός των οπαδων του ητο μεγάλος. Διότι, ως γνωστόν, η ’Εκκλησία πάντοτε ειχε τήν δύναμιν νά πολεμη καί νά νικα τάς αιρέσεις. Δυστυχως, όμως, η αίρεσις του π. ’Επιφανίου προξενει πολύ μεγαλυτέραν ζημίαν απ’ όσην προξενουν αι άλλαι αιρέσεις. ‘Ο λόγος ειναι ότι έχει ορθόδοξον προσωπειον καί συνίσταται εις τό νά αποτρέπη τόν πόλεμον της ’Εκκλησίας κατά του Οικουμενισμου μέ «πραγματικά πυρά», δηλαδή μέ τήν αποκήρυξιν των αιρετικων επισκόπων. ’Επιτρέπει μόνον φραστικάς καί γραπτάς διαμαρτυρίας («Τά Δύο ’Άκρα», σ. 73-74), δηλαδή μόνον τόν «χαρτοπόλεμον», όπως ευστόχως έχει χαρακτηρίσει τάς αντιδράσεις αυτάς ο Καθηγητής κ. ’Ι. Κορναράκης. ’Έτσι, όμως, παθαίνουν σύγχυσιν ακόμη καί αληθινοί στρατιωται του Χριστου, οι οποιοι αφοπλίζονται καί ακινητοποιουνται, αποδυναμώνεται καί παραλύει ο αντιαιρετικός αγών της ’Εκκλησίας, επικρατει η αίρεσις του Οικουμενισμου καί χάνονται πολλαί εκλεκταί ψυχαί, ακόμη καί μοναχοί! Διότι όλοι αυτοί είτε δέχονται τόν Οικουμενισμόν, εξαπατωντες τήν συνείδησίν των μέ τάς ψευδεις αγαπολογίας των Οικουμενιστων, είτε διαφωνουν μέν, αλλά παραμένουν εις κοινωνίαν μετ’ αυτου «άχρι καιρου» («Τά Δύο ’Άκρα», σ. 59). Παραμένουν «στενάζοντες» («Τά Δύο ’Άκρα», σ. 69), υποτασσόμενοι «άχρι καιρου» εις «ψευδεπισκόπους», όπως απαιτει η αίρεσις του π. ’Επιφανίου, η οποία έχει ευστόχως ονομασθει «αχρικαιρισμός». ‘΄Ωστε, η αίρεσις του «αχρικαιρισμου» πλανα εκλεκτούς, ενω αι άλλαι αιρέσεις συνήθως προσελκύουν ανθρώπους πού διέκειντο μαλλον αδιαφόρως πρός τήν ’Ορθοδοξίαν καί τήν ορθοπραξίαν.

‘Ο λόγος διά τόν οποιον η ’Εκκλησία ανέκαθεν ενίκα τάς αιρέσεις ειναι ότι έχει ενσωματωμένον ένα, ούτως ειπειν, αυτόματον διορθωτικόν μηχανισμόν, ο οποιος συνίσταται εις τήν αποτελεσματικήν αντίδρασιν (καί όχι εις «χαρτοπόλεμον»!) των υγιων μελων Της πρός τάς αιρετικάς διδασκαλίας καί πράξεις των «ψευδεπισκόπων» καί των ψευδοδιδασκάλων. ‘Η μόνη δέ αποτελεσματική αντίδρασις σήμερον ειναι η αποτείχισις από τόν Οικουμενισμόν καί τούς κήρυκάς του. ’Εάν εις τόν ναόν όπου εκκλησιάζεσαι μνημονεύηται τό όνομα επισκόπου κοινωνουντος μέ τόν Οικουμενισμόν, τότε δέν πρέπει νά υπάγης εις τήν «θείαν» λειτουργίαν πού τελειται εκει! ’Εάν καί οι άλλοι πιστοί πράξουν τό αυτό, τότε θά ιδης τό αποτέλεσμα! Δυστυχως, όμως, η αίρεσις του π. ’Επιφανίου ακινητοποιει καί ακυρώνει αυτόν τόν μηχανισμόν.

Προσφάτως, η εφημερίς «’Ορθόδοξος Τύπος» (19-2-10, σ. 8) εδημοσίευσεν άρθρον του κ. Π. Τελεβάντου μέ τό οποιον κηρύσσεται καί πάλιν η ως άνω αίρεσις του π. ’Επιφανίου. ‘Ο αυτός εις τήν ιδίαν εφημερίδα (3-7-09, σ. 7) έγραψε ότι τό κείμενον της περιφήμου «‘Ομολογίας Πίστεως» επ’ ουδενί λόγω, δέν επιτρέπεται νά τό υπογράψουν σχισματικοί. Ούτε νά αφεθουν νά εισχωρήσουν στίς τάξεις των παραδοσιακων ανθρώπων, πού αντιμάχονται τόν Οικουμενισμό. ‘Ο μακαριστός ’Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος μίλησε γιά «τά δύο άκρα» καί μας έδειξε τό δρόμο.

’Εφόσον ο κ. Τελεβάντος αναφέρεται εις «τά δύο άκρα» του π. ’Επιφανίου, ειναι προφανές ότι οι «σχισματικοί» ειναι οι ’Ορθόδοξοι πού απετειχίσθησαν από τούς Οικουμενιστάς «ψευδεπισκόπους». Μήπως δύναται ο κ. Τελεβάντος νά εξηγήση πως συμβιβάζεται η στάσις του, δηλαδή νά ευρίσκηται εις «χαρτοπόλεμον» μέ τόν Οικουμενισμόν, στηρίζων ταυτοχρόνως τούς Οικουμενιστάς «ψευδεπισκόπους» εις τούς θρόνους των, μέ τήν ’Ορθόδοξον διδασκαλίαν, όπως αυτή συνοψίζεται ανωτέρω υπό του ‘Αγίου Μάρκου Ευγενικου;

Οι χαιρετισμοί της Θεοτόκου.





Απολυτίκιον (ήχος γ')

Ελπίς καί Στρατηγός μάς Παναγία Εσχάτη, στούς ήχους τής σάλπιγγος, ομού μέ τούς Προφήτας τούς Δύο καί Μεγάλους, πού κηρύσσουν μετάνοιαν, στρατεύεις κάθε πιστόν είς τήν Ορθοδοξίαν.





Ἀναγινωσκόμενοι συνήθως εἰς τὸ Μικρὸν Ἀπόδειπνον, μετὰ τὸ Πιστεύω.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη, ὁ ἀσώματος λέγων τῇ ἀπειρογάμῳ· ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν Σοί· ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ Σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζων Σοι· χαῖρε Νύμφη ἀνύμ­φευτε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικη­τήρια, ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, ἀναγράφω Σοι ἡ Πόλις Σου Θεοτόκε. Ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζω Σοι· χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Εἶθ’ οὕτω τοὺς ἑπομένους εἰκοσιτέσσαρες Οἴκους.

ΣΤΑΣΙΣ Α'.
Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τό, Χαῖρε (ἐκ γ') [Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς]· καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ, σωματούμενόν Σε θεωρῶν Κύριε, ἐξίστατο, καὶ ἵστατο κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·

Χαῖρε, δι’ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει· χαῖρε, δι’ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.

Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις· χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.

Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς· χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.

Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα· χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.

Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν Ἥλιον· χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.

Χαῖρε, δι’ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις· χαῖρε, δι’ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία ἑαυτὴν ἐν ἁγνείᾳ, φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσα­λέως· Τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς, δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται· ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως τὴν κύησιν πῶς λέγεις; κράζων·

Ἀλληλούϊα.

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι ἡ Παρθέ­νος ζητοῦσα, ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα· Ἐκ λαγόνων ἁγνῶν Υἱὸν πῶς ἐστι τεχθῆναι δυνατόν; λέξον μοι. Πρὸς ἣν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλὴν κραυγάζων οὕτω·

Χαῖρε, βουλῆς ἀποῤῥήτου μύστις· χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.

Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον· χαῖρε, τῶν δογμάτων Αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.

Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός· χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν.

Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα· χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.

Χαῖρε, τὸ Φῶς ἀῤῥήτως γεννήσασα· χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.

Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν· χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου ἐπεσκίασε τότε πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρο­γάμῳ, καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν, ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν, ἐν τῷ ψάλ­λειν οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ἔχουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τὴν μήτραν, ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ· τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθύς, ἐπιγνὸν τὸν ταύτης ἀσπασμόν, ἔχαιρε· καὶ ἅλμασιν ὡς ᾄσμασιν ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·

Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμαράντου κλῆμα· χαῖρε, καρποῦ ἀκηράτου κτῆμα.

Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον· χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν φύουσα.

Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν· χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.

Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις· χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.

Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα· χαῖρε, παντὸς τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.

Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία· χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παῤῥησία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων λογισμῶν ἀμφιβόλων, ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη, πρὸς τὴν ἄγαμόν Σε θεωρῶν, καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε· μαθὼν δε Σοῦ τὴν σύλληψιν ἐκ Πνεύ­ματος Ἁγίου, ἔφη·

Ἀλληλούϊα.

ΣΤΑΣΙΣ Β'.
Ἤκουσαν οἱ Ποιμένες τῶν Ἀγγέ­λων ὑμνούντων τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν· καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα, θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον, ἐν τῇ γαστρὶ Μαρίας βοσκηθέντα, ἣν ὑμνοῦντες εἶπον·

Χαῖρε, ἀμνοῦ καὶ ποιμένος μήτηρ· χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.

Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον· χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.

Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῆ· χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.

Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα· χαῖρε, τῶν ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.

Χαῖρε, στεῤῥὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα· χαῖρε, λαμπρὸν τῆς χάριτος γνώρισμα.

Χαῖρε, δι’ ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης· χαῖρε, δι’ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον Ἀστέρα θεωρήσαντες Μάγοι, τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ· καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν, δι’ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα· καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον, ἐχάρησαν, Αὐτῷ βοῶντες·

Ἀλληλούϊα.

Ἴδον παῖδες Χαλδαίων ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου, τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους· καὶ Δεσπότην νοοῦντες Αὐτόν, εἰ καὶ δούλου ἔλαβε μορφήν, ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦ­σαι, καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένη·

Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ· χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.

Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα· χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.

Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς· χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.

Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας· χαῖρε, ἡ τοῦ βορβόρου ῥυομένη τῶν ἔργων.

Χαῖρε, πυρὸς προσκύνησιν παύσασα· χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάτουσα.

Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης· χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι γεγονότες οἱ Μάγοι, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶ­να· ἐκτελέσαντές Σου τὸν χρη­σμόν, καὶ κηρύξαντές Σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν, ἀφέντες τὸν Ἡρῴδην ὡς ληρώ­δη, μὴ εἰδότα ψάλλειν·

Ἀλληλούϊα.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ, φωτισμὸν ἀληθείας, ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τὸ σκότος· τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ, μὴ ἐνέγκαντά Σου τὴν ἰσχύν, πέπτωκεν· οἱ τούτων δὲ ῥυσθέντες ἐβό­ων πρὸς τὴν Θεοτόκον·

Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων· χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.

Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα· χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὸν δόλον ἐλέγξασα.

Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν· χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωήν.

Χαῖρε, πύρινε στῦλε, ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει· χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης.

Χαῖρε, τροφὴ τοῦ Μάννα διάδοχε· χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.

Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας· χαῖρε, ἐξ ἧς ῥέει μέλι καὶ γάλα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος τοῦ παρόν­τος αἰῶνος μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος, ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ, ἀλλ’ ἐγνώσθης τούτῳ καὶ Θεὸς τέλειος· διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄῤῥητον σοφίαν, κράζων·

Ἀλληλούϊα.

ΣΤΑΣΙΣ Γ'.
Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ’ Αὐτοῦ γενομένοις, ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καὶ φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἧν, ἄφθορον· ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτὴν βοῶντες·

Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.

Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα· χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.

Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί· χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ’ οὗ σκέπονται πολλοί.

Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις· χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.

Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις· χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.

Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας· χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεὸς ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος τοὺς Αὐτῷ βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Ὅλος ἧν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπὴν ὁ ἀπερί­γραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ Θεϊκή, οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε· καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα·

Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.

Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα· χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.

Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβίμ· χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφίμ.

Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταυτὸ ἀγαγοῦσα· χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.

Χαῖρε, δι’ ἧς ἐλύθη παράβασις· χαῖρε, δι’ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος.

Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας· χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων κατεπλάγη τὸ μέγα τῆς Σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον, ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ῥήτορας πολυφθόγγους ὡς ἰχθύας ἀφώνους ὁρῶμεν ἐπὶ σοί, Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τὸ πὼς καὶ Παρθένος μένεις, καὶ τεκεῖν ἴσχυ­σας· ἡμεῖς δὲ τὸ Μυστήριον θαυμά­ζοντες, πιστῶς βοῶμεν·

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον· χαῖρε, προνοίας Αὐτοῦ ταμεῖον.

Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα· χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.

Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί· χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.

Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα· χαῖρε, τῶν ἀλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.

Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα· χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.

Χαῖρε, ὁλκάς τῶν θελόντων σωθῆναι· χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρ­χων ὡς Θεός, δι’ ἡμᾶς ἐφάνη καθ’ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέ­σας, ὡς Θεὸς ἀκούει·

Ἀλληλούϊα.

ΣΤΑΣΙΣ Δ'.
Τεῖχος εἶ τῶν Παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ πάντων τῶν εἰς Σὲ προστρεχόντων· ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, κατεσκεύασέ Σε Ποιητὴς Ἄχραντε, οἰκήσας ἐν τῇ μήτρα Σου, καὶ πάντας Σοι προσφωνεῖν διδάξας·

Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας· χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας.

Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως· χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.

Χαῖρε, Σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς· χαῖρε, Σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.

Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα· χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.

Χαῖρε, παστὰς ἀσπόρου νυμφεύσεως· χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.

Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων· χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε Ἁγίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται συνεκτείνε­σθαι σπεύδων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν Σου· ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδάς, ἂν προσφέρωμέν Σοι, Βασιλεῦ ἅγιε, οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν τοῖς Σοὶ βοῶσιν·

Ἀλληλούϊα.

Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἄπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας, αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα, κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·

Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ Ἠλίου· χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.

Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα· χαῖρε, ὧς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.

Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν· χαῖρε, ὅτι τὸν πολύῤῥητον ἀναβλύζεις ποταμόν.

Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον· χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ρύπον.

Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν· χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.

Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας· χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας ὀφλημάτων ἀρχαίων, ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων, ἐπεδήμησε δι’ Ἑαυτοῦ πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς Αὐτοῦ χάριτος, καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον, ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντές Σου τὸν τόκον, ἀνυ­μνοῦμέν Σε πάντες ὡς ἔμψυχον ναὸν Θεοτόκε· ἐν τῇ Σῇ γὰρ οἰκήσας γαστρί, ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδα­ξε βοᾷν Σοι πάντας·

Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου· χαῖρε, Ἁγία Ἁγίων μείζων.

Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι· χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.

Χαῖρε, τίμιον διάδημα, βασιλέων εὐσεβῶν· χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.

Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος· χαῖρε, τῆς βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.

Χαῖρε, δι’ ἧς ἐγείρονται τρόπαια· χαῖρε, δι’ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσιν.

Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία· χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὦπανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων Ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον (ἐκ γ') [Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς], δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας, καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς συμβοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

(καὶ πάλιν τὸ εἰρημένον Κοντάκιον)

Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια, ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, ἀναγράφω Σοι ἡ Πόλις Σου Θεοτόκε. Ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζω Σοι· χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.



Αποτείχιση η μόνη οδός σωτηρίας.

Άγιος Παΐσιος ο Μέγας και οι Οικουμενιστές

Στις σελ.266-268 ἀναφέρει την περίπτωση τοῦ Μοναχοῦ που εἶπε στο Ἐβραῖο "ἲσως εἶναι ἒτσι καθώς σύ λέγεις" και εὐθύς ἒχασ...